Η Ρωσία πρόκειται να αυξήσει τους φόρους στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά, καθώς η κυβέρνηση αναζητά τρόπους για να στηρίξει τις στρατιωτικές δαπάνες, ενώ η οικονομία της, που επικεντρώνεται στον πόλεμο, κλονίζεται.
Η δέσμευση του Κρεμλίνου για τον συνεχιζόμενο πόλεμο με την Ουκρανία τέθηκε εκ νέου υπό εξέταση τη Δευτέρα, όταν το υπουργείο Οικονομικών δημοσίευσε το σχέδιο προϋπολογισμού για το 2026.
Τα προσχέδια δείχνουν ότι οι αμυντικές δαπάνες το επόμενο έτος θα παραμείνουν σε μεγάλο βαθμό σταθερές και θα χρηματοδοτηθούν με αυξήσεις φόρων, εν μέσω όλο και πιο δυσοίωνων προβλέψεων για την ανάπτυξη.
Κατά την παρουσίαση του προϋπολογισμού αυτή την εβδομάδα, το ρωσικό υπουργείο Οικονομικών δήλωσε ότι, προκειμένου να «χρηματοδοτήσει την άμυνα και την ασφάλεια», προτείνει μια σειρά αυξήσεων φόρων, οι οποίες, όπως είπε, αποτελούν εναλλακτική λύση στην αύξηση του δανεισμού και έναν τρόπο μείωσης του δημοσιονομικού ελλείμματος, το οποίο προβλέπεται να ανέλθει στο 1,6% του ΑΕΠ το 2026.
Πιο συγκεκριμένα, αξιωματούχοι του υπουργείου δήλωσαν ότι σχεδιάζουν να αυξήσουν τον ΦΠΑ από 20% σε 22%, ενώ το όριο από το οποίο οι μικρές επιχειρήσεις αρχίζουν να πληρώνουν ΦΠΑ θα μειωθεί από 60 εκατομμύρια ρούβλια (περίπου 738.000 δολάρια) σε 10 εκατομμύρια ρούβλια (περίπου 123.000 δολάρια). Το υπουργείο πρότεινε επίσης έναν νέο φόρο 5% για τα τυχερά παιχνίδια.
Οι προτεινόμενες αυξήσεις φόρων έρχονται σε μια περίοδο που η οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να επιβραδυνθεί στο 1,3% το 2026, σύμφωνα με την κυβέρνηση — πολύ μακριά από την ανάπτυξη 4,1% που καταγράφηκε το 2024 και σε απότομη πτώση από τις προηγούμενες προβλέψεις για ανάπτυξη 2,5% φέτος και 2,4% το επόμενο έτος.
Ο προκαταρκτικός προϋπολογισμός — ο οποίος πρέπει να εγκριθεί από το ρωσικό κοινοβούλιο, τη Δούμα — υποδηλώνει ότι οι αμυντικές δαπάνες θα μειωθούν ελαφρώς το 2026, στα 13 τρισεκατομμύρια ρούβλια (157 δισεκατομμύρια δολάρια), από το μετασοβιετικό ρεκόρ των 13,5 τρισεκατομμυρίων ρούβλια (ή 163 δισεκατομμύρια δολάρια) φέτος, σύμφωνα με προκαταρκτικά στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών που έλαβε το Reuters την περασμένη εβδομάδα.