Ευθεία αμφισβήτηση του Φαναρίου από την Σερβία

 
μητροπολίτης Μάτσκας κ.Ειρηναίος

Ενημερώθηκε: 05/05/21 - 13:13

To Πατριαρχείο της Σερβίας για μια ακόμη φορά αναλαμβάνει ρόλο « εμπροσθοφυλακής» για λογαριασμό της Μόσχας στην κόντρα με το Φανάρι.

Μετά τον Πατριάρχη Πορφύριο και ο μητροπολίτης Μάτσκας κ.Ειρηναίος ( ένας εκ των ισχυρότερων παραγόντων της σερβικής Εκκλησίας ) σε συνεντευξή του στην εφημερίδα «Πολίτικα» επιτίθεται στον Βαρθολομαίο για το Ουκρανικό, και τα «πρωτεία» κατηγορώντας τον για παπισμό , τάσσεται υπέρ της Συνόδου των Ορθοδόξων στο Αμάν και ζητά συνομιλίες για να ξεπεραστεί η κρίση .Απαντώντας σε σχετική ερώτηση για την πρωτοβουλία του Πατριάρχη Ιεροσολύμων για το Αμάν , κίνηση με την οποία διαφωνεί το Φανάρι τόνισε:«Κατ’ αυτάς ηκούοντο αναγγελίαι εκ της Ρωσσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, αλλά και εκ του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, ότι γίνονται σκέψεις περί νέας συναντήσεως των εκπροσώπων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, καθώς ήτο εκείνη η λαβούσα χώραν εις το Αμμάν, εις την οποίαν συμμετέσχε και η Σερβική Εκκλησία, άμα δε γίνεται λόγος και περί εκτιμήσεως της Μόσχας, ότι δεν είναι πλέον απαραίτητος η πράξις της υπό του Οικουμενικού Πατριάρχου συγκλήσεως των τοιούτων συνάξεων, καθ’ ότι αυτός, λόγω της υπ’ αυτού υποστηρίξεως των εν Ουκρανία σχισματικών, απώλεσε την θέσιν του πρώτου μεταξύ ίσων. Πως θεωρείτε τας προσκλήσεις ταύτας, μάλιστα δε την παρατήρησιν, η οποία αφορά εις τον Οικουμενικόν Πατριάρχην;

Αι περί της υπερβάσεως του εν λόγω προβλήματος συνομιλίαι είναι αναγκαίαι. Πρέπει να διεξαχθούν εις διάφορα επίπεδα, ως διμερείς δηλαδή και πολυμερείς συνομιλίαι, το δε πλέον λυσιτελές και καρποφόρον επίπεδον θα ήτο το καθολικόν ήτοι πανορθόδοξον.

Την πανορθόδοξον όμως επί του θέματος διαβούλευσιν αποποιείται, προς το παρόν, ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, επειδή αυτός, συμφώνως προς την ερμηνείαν του, ως ο κατά τάξιν πρώτος επίσκοπος της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ούτως η άλλως έχει δικαίωμα να ενεργή αυτοτελώς και αυτεξουσίως ως προς θέματα δικαιοδοσίας και αυτοκεφαλίας των τοπικών Εκκλησιών, μη λαμβάνων υπ’ όψιν την γνώμην των, έτι και όταν αποτελή την γνώμην της συντριπτικής η και απολύτου πλειοψηφίας.

Άράγε δεν ηχεί τούτο ως γνωστόν; Δυστυχώς, η τοιαύτη από των ακτών του Βοσπόρου ρητορεία ομοιάζει υπερβολικώς προς την εκ των οχθών του εν Ιταλία Τιβέρεως ποταμού ρητορείαν».

Για τον ρόλο του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως και την επιρροή του στην Ορθόδοξη κοινότητα ο κ.Ειρηναίος όχι μόνο τον αμφισβητεί αλλά έμμεσα αναγνωρίζει ως πρώτο τον Ιεροσολύμων:

«Η Νέα Ρώμη“, η Κωνσταντινούπολις, η Βασιλεύουσα (όθεν παρά Σλάβοις Τσάριγραντ μέχρι τούδε), σήμερον Ιστάνμπουλ, οιονεί εφίεται να είναι εν εκκλησιαστική συναφεία αντίγραφον της „πρεσβυτέρας Ρώμης“, και δη αντίγραφον της παπικής της εκδόσεως εκ της δευτέρας χιλιετίας της χριστιανικής εποχής, την οποίαν έκδοσιν η Ορθόδοξος Εκκλησία, καθοδηγουμένη μάλιστα υπό του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, δικαίως αποκληθέντος „η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία“, ουδέποτε άχρι του νυν απεδέχθη, είμαι δε πεπεισμένος, ότι ούτε εις το μέλλον θα αποδεχθή αυτήν.Ένιοι θεολόγοι της Κωνσταντινουπόλεως συνηγορούν επί πλέον υπέρ της θέσεως, ότι τας πανορθοδόξους η και διορθοδόξους συνόδους και συνάξεις ουδείς πλην του Οικουμενικού Πατριάρχου δικαιούται καν να συγκαλή.Η θέσις αύτη, βεβαίως, ούτε εις την θεολογίαν ούτε εις την ιστορίαν της Εκκλησίας είναι τεθεμελιωμένη.

Των Οικουμενικών Συνόδων του παρελθόντος αι πλείονες δεν συνεκλήθησαν υπό του εκάστοτε πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, είναι δε γεγονός, ότι εις τας οικουμενικάς συνόδους ωρισμένοι πάπαι Ρώμης και ωρισμένοι πατριάρχαι Κωνσταντινουπόλεως εδικάσθησαν δι’ αίρεσιν η κακοδοξίαν.

Εάν η Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως θα είχε τω όντι οικουμενικήν δικαιοδοσίαν, την τους πάντας περιλαμβάνουσαν, και μονοπώλιον της συγκλήσεως των μειζόνων και οικουμενικών συνόδων, μηδέποτε θα είχε συγκληθή ποια τις σύνοδος, εις την οποίαν πάπας τις η οικουμενικός τις πατριάρχης θα εκάθητο εις το εδώλιον, και μάλιστα ουχί επί πειθαρχική η ηθική παραβάσει, αλλ’ επί τη βαρυτάτη δογματική παραβάσει, επί τη από της ορθής πίστεως αποστασία δηλονότι.

Όθεν ο πατριάρχης Ιεροσολύμων, βάσει του κύρους του ως επισκόπου της αγίας πόλεως Ιερουσαλήμ και του κύρους της Εκκλησίας του ως της αρχαιοτάτης αποστολικής Εκκλησίας, της διαφυλαττούσης τα μέγιστα όσια και ιερά της Αγίας Γης, έχει την δυνατότητα και το δικαίωμα να συγκαλέση τους άλλους πατριάρχας και τους λοιπούς των Εκκλησιών προκαθημένους χάριν της υπερβάσεως των αναφυέντων προβλημάτων και της διαφυλάξεως της ενότητος της Εκκλησίας, αφού ο πρώτος τη τάξει πατριάρχης δεν θέλει να συγκαλέση αυτούς».

Αιτιολογώντας την θέση του αυτή αναφέρεται στα πρωτεία του κ.Βαρθολομαίου αμφισβητώντας ευθέως κάθε έννοια «υπεροχής» λόγω του Βουζαντίου: «Εις το σημείον τούτο αντιμετωπίζομεν το ερώτημα: ποία είναι η φύσις του πρωτείου του πρώτου τη τάξει επισκόπου; Πρόκειται δηλαδή περί του πρωτείου εξουσίας η περί των πρεσβείων τιμής;Είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης πρώτος ex sese (αφ’ εαυτού), de iure divino (κατά το θείον δίκαιον), η τη βουλήσει της Εκκλησίας, βασιζομένη μάλιστα εφ’ ιστορικών και ουχί αυστηρώς θεολογικών παραγόντων; Είναι ούτος υπεράνω της Συνόδου των επισκόπων η είναι ο πρόεδρος της Συνόδου, άρα μέλος αυτής; Επί πάντων των ερωτημάτων τούτων έχει η Ορθόδοξος Εκκλησία μίαν μόνον απάντησιν, ρητήν και μονοσήμαντον: εν τη Εκκλησία δεν υπάρχει πρωτείον εξουσίας∙ ο τη τιμή πρώτος επίσκοπος είναι ο, τι είναι τη θελήσει της Εκκλησίας, εχούση ως προϋπόθεσιν λόγους ιστορικούς∙ τέλος, αυτός δεν υπερέχει της Συνόδου.