Δολοφονία στα Γλυκά Νερά: Πως η αστυνομία έφτασε στην εξιχνίαση της υπόθεσης Καρολάιν

 
Δολοφονία στα Γλυκά Νερά: Πως η αστυνομία έφτασε στην εξιχνίαση της υπόθεσης Καρολάιν

Πηγή Φωτογραφίας: Eurokinissi

Ενημερώθηκε: 17/06/21 - 22:46

Όταν οι αστυνομικοί έφτασαν τα ξημερώματα της 11ης Μαΐου στη μεζονέτα των Γλυκών Νερών δεν ήταν που σοκαρίστηκαν με το θέαμα που αντίκρισαν. Σοκαρίστηκαν από το γεγονός ότι δεν κατάφεραν να βρουν στοιχεία που παραπέμπουν σε ληστεία μετά φόνου.

Από την πρώτη στιγμή οι υποψίες έπεσαν στον σύζυγο, αλλά δεν μπορούσαν να διανοηθούν τον τρόπο που σχεδίασε το έγκλημα. Είχαν από κοντά τον σύζυγο και παράλληλα είχαν επιδοθεί «σε ένα ψυχολογικό μασάζ» ώστε να τον χαλαρώσουν και να κάνει την μοιραία κίνηση.

Επίτηδες άφηναν να διαρρέουν διάφορες πληροφορίες για να συντηρούν το θέμα και παράλληλα είχαν εστιάσει σε λεπτομέρειες που για τους πολλούς δεν ήταν ορατές.

Το γεγονός ότι δεν υπήρχαν ξένα σημάδια στην μονωτική ταινία αλλά μόνο αυτά του πιλότου ήταν ένα ισχυρό στοιχείο. Από την πρώτη στιγμή είχαν βρεθεί όμως αποτυπώματα που ανήκαν στον σύζυγο.

Ήταν επίσης φανερό πως δεν ήταν δυνατόν να έχουμε είσοδο στο σπίτι τριών αιμοβόρων ληστών και να μην είχαν ξετινάξει τα πάντα για να βρούνε και άλλα χρήματα πέραν αυτών που τους είχε υποδείξει .

Το μεγάλο ερώτημα ήταν πως ο πιλότος κατάφερε να δεθεί μόνος του, πως πήρε τηλέφωνο με τη μύτη του (!) εκτιμώντας ότι μπορεί να είχε και κάποιο συνεργάτη.

Το γεγονός ότι περίγραφε τον αρχηγό και τους άλλους δεν ήταν κάτι που απασχόλησε την Αστυνομία καθώς δεκάδες φορές έχουν γραφτεί ή ακουστεί περιγραφές ληστών…

Εκτός αυτών υπήρχαν οι «αυτοψίες» των δρόμων που έδειξαν ότι δεν είναι και τόσο εύκολη διαφυγή χωρίς να υπάρξουν κάποια δεδομένα.

Ο  ευγενικός «μπάτσος»

Η ατυχία για τον πιλότο είναι ότι λόγω του ειδεχθούς του εγκλήματος ασχολήθηκε επιστάμενα με την υπόθεση ο επικεφαλής της ΓΑΔΑ υποστράτηγος κ. Πέτρος Τζεφέρης. Ο χαμογελαστός και ήρεμος «στρατηγός» με ιδιαίτερες γνώσεις και ένας εκ των καλυτέρων αξιωματικών και εκτός Ελλάδος κατάφερε , σε συνεργασία και με τους αξιωματικούς του Ανθρωποκτονιών, να αποκλείσει κάθε άλλη περίπτωση.

Η «ψυχολόγος» αλλά και η στάση του πιλότου μετά τη δολοφονία έδειχναν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά.

Ο αποκλεισμός των επικίνδυνων δραστών δεν ήταν δύσκολη υπόθεση. Όπως βεβαίως και η καθοδήγηση τους μέσα από τις φυλακές.

Οι 300.000 επικήρυξη δεν έφερε αποτελέσματα όχι γιατί οι κακοποιοί είναι υπεράνω χρημάτων αλλά γιατί δεν γνώριζαν.

Είναι απίθανο να μάθουν οι ληστές για την αγορά οικοπέδου. Αλλά και αν το μάθαιναν γνώριζαν ότι οι συναλλαγές γίνονται μέσω τράπεζας, άρα δεν υπήρχε πιθανότητα να υπάρχουν 100.000 στο σπίτι. Αν το ήξεραν αυτό θα έψαχναν. Τι πιο απλό.

Επίσης αν γνώριζαν ότι υπήρχαν χρήματα θα φρόντιζαν να έχουν μαζί τους σκοινιά, ταινίες κλπ. και όχι να ψάχνουν μέσα στο σπίτι.

Και μετά ακολούθησαν και όλα τα υπόλοιπα: είσοδος –έξοδος από το ίδιο παράθυρο, κανένα ίχνος DNA όταν ακόμη και από την αναπνοή μένει κάτι…

Μοιραία οι αστυνομικοί δια της «εις άτοπον απαγωγής» απέκλεισαν τους σκληρούς κακοποιούς αλλά και την περίπτωση ερασιτεχνών γιατί οι δεύτεροι είναι πιο επικίνδυνοι και πιο απρόσεκτοι.

Στη συνέχεια απέκλεισαν και την περίπτωση άμεσων συνεργών αφού τίποτε δεν έδειχνε κάτι τέτοιο.

Υπήρχε πάντα και το θολό σημείο με τις κάμερες. Όλα αυτά οι αστυνομικοί τα αξιολόγησαν βήμα –βήμα με την απαραίτητη ευγένεια που απαιτούσε η μνήμη της νεαρής μητέρας αλλά και η ίδια η κοινή γνώμη που ταυτίστηκε με την υπόθεση και έπεσε για μια ακόμη φορά από τα σύννεφα…