Απαισιόδοξος για τις προοπτικές του ειρηνευτικού σχεδίου του Ντόναλντ Τραμπ για τη Λωρίδα της Γάζας εμφανίζεται ο πρώην επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών του Ισραήλ, Άμι Αγιαλόν.
Ο Αγιαλόν υπήρξε ένας από τους θρυλικούς «φύλακες» του Ισραήλ - τους επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών της χώρας που ανέλαβαν τη βαριά ευθύνη της ασφάλειας του ισραηλινού κράτους μετά την ίδρυσή του, προστατεύοντάς το από εχθρικούς Άραβες γείτονες και Παλαιστίνιους μαχητές.
Ανέλαβε τη διοίκηση της Σιν Μπετ (Shin Bet) μετά τη δολοφονία του Γιτζάκ Ράμπιν το 1995, αφού είχε ήδη απορρίψει τη θέση λίγους μήνες νωρίτερα. Και θεωρείται ο «εγκέφαλος» που οδήγησε στην ανασυγκρότηση και στον εκσυγχρονισμό της τότε αποδυναμωμένης υπηρεσίας. Υπό την ηγεσία του, η Σιν Μπετ -ή «Σαμπάκ», όπως τη λένε οι Ισραηλινοί- κατέγραφε υψηλά ποσοστά επιτυχίας στην αποτροπή τρομοκρατικών επιθέσεων.
Στο ντοκιμαντέρ «The Gatekeepers» του 2012, ο Αγιαλόν εξηγούσε πως μεγάλο μέρος εκείνης της επιτυχίας οφειλόταν στη στενή συνεργασία με τους Παλαιστίνιους ομολόγους του στην Παλαιστινιακή Αρχή. «Δεν είμαστε πράκτορές σου», του έλεγαν. «Το κάνουμε μόνο γιατί ο λαός μας πιστεύει ότι, στο τέλος, θα αποκτήσουμε ένα κράτος δίπλα στο Ισραήλ», είχε δηλώσει.
Λόγω της εμπειρίας του αυτής, είναι σημαντική η άποψή του γιατί θεωρεί πως το σχέδιο Τραμπ «έχει περισσότερες τρύπες κι από ελβετικό τυρί», όπως δήλωσε στο POLITICO.
Η μεγαλύτερη «τρύπα» από αυτές είναι η έλλειψη σαφούς δέσμευσης για λύση δύο κρατών - τον μόνο δρόμο, κατά την άποψή του, για να διαπραγματευτούν οι δύο πλευρές μια συμφωνία ειρήνης. Αν δεν υπάρχει συγκεκριμένος πολιτικός ορίζοντας για τη δημιουργία ενός παλαιστινιακού κράτους, μια συνεργασία σαν αυτή που είχε εκείνος πετύχει με την Παλαιστινιακή Αρχή δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί εκ νέου, εξηγεί. Και η ειρήνη θα παραμείνει άπιαστο όνειρο.
Αν δεν αναλάβουν οι Παλαιστίνιοι άμεσα τη διακυβέρνηση της Γάζας, όπως προτείνουν τα γαλλο-σαουδαραβικά και αιγυπτιακά σχέδια, οι πιθανότητες να αφοπλιστεί η Χαμάς είναι μηδαμινές, προσθέτει.
Αυτό υποστηρίζουν και οι ίδιες οι παλαιστινιακές παρατάξεις, συμπεριλαμβανομένης της Παλαιστινιακής Αρχής. Ως εκ τούτου, η σύνθεση της προσωρινής μεταπολεμικής διοίκησης της Γάζας αποτελεί σημείο τριβής στις διαπραγματεύσεις για το σχέδιο Τραμπ.
Το Ισραήλ επιμένει ότι ούτε η Χαμάς ούτε η Παλαιστινιακή Αρχή πρέπει να έχουν ρόλο στη διακυβέρνηση. Όμως οι μουσουλμανικές χώρες και οι Παλαιστίνιοι ηγέτες θέλουν η Παλαιστινιακή Αρχή να αναλάβει την πολιτική διακυβέρνηση του θύλακα.
Αξιωματούχοι της Παλαιστινιακής Αρχής προειδοποιούν ότι ο πλήρης αποκλεισμός της Χαμάς μπορεί να οδηγήσει τη μαχητική οργάνωση να τινάξει στον αέρα οποιαδήποτε μεταβατική διοίκηση.
Ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς, που έχει αποδεχθεί το σχέδιο ειρήνης, κάλεσε μάλιστα πρόσφατα τη διεθνή κοινότητα να «σταματήσει την υπονόμευση της Παλαιστινιακής Αρχής και της λύσης των δύο κρατών από την ισραηλινή κυβέρνηση».
Επανέλαβε επίσης ότι οι θεσμοί της Παλαιστινιακής Αρχής είναι έτοιμοι να αναλάβουν τη διοικητική ευθύνη της Γάζας και να τη συνδέσουν εκ νέου με τη Δυτική Όχθη, με αραβική και διεθνή στήριξη.
«Χρειάζονται καλύτερες ιδέες» για να νικηθεί η ιδεολογία της Χαμάς
Τα τελευταία 20 χρόνια από τότε που αποχώρησε από τη Σιν Μπετ, ο Αγιαλόν είναι ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της λύσης των δύο κρατών. Το κάνει, όπως λέει, από πατριωτισμό και για τη μακροπρόθεσμη ασφάλεια του Ισραήλ, αλλά και λόγω της εμπειρίας του ως πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών.
Παρακολουθεί τον πόλεμο στη Γάζα με αυξανόμενη αγανάκτηση. «Ήταν δίκαιος πόλεμος στην αρχή», λέει. Αλλά απορρίπτει την ιδέα ότι, μόλις η Χαμάς ηττηθεί στρατιωτικά, θα έρθει η ειρήνη και η ασφάλεια.
«Πρέπει να ρωτήσουμε τον εαυτό μας: τι είναι η Χαμάς; Είναι μια ριζοσπαστική ισλαμική οργάνωση με στρατιωτικό σκέλος». Εφόσον η Χαμάς αποτελεί έναν συνδυασμό ιδεολογίας και στρατιωτικής δύναμης, η ιδέα της «ολοκληρωτικής νίκης» είναι ανοησία, υποστηρίζει. «Μπορείς να νικήσεις το στρατιωτικό σκέλος στο πεδίο - αλλά δεν μπορείς να εξαλείψεις μια ιδεολογία με στρατιωτική ισχύ», σημειώνει
Για να το πετύχεις αυτό, όπως λέει, χρειάζονται «καλύτερες ιδέες». Και η λύση των δύο κρατών -ένα ανεξάρτητο, κυρίαρχο παλαιστινιακό κράτος δίπλα στο Ισραήλ- είναι, για τον Αγιαλόν, η καλύτερη ιδέα για να αντιμετωπιστεί η Χαμάς.
Ανησυχεί όμως βαθιά ότι η φρίκη και η αιματοχυσία του πολέμου θα τροφοδοτήσουν ένα νέο κύμα στρατολόγησης της Χαμάς. «Όταν ένα παιδί, ένας έφηβος, χάσει την οικογένειά του, τι θα κάνει; Θα πάρει ένα μαχαίρι, ένα όπλο, και θα σκοτώσει έναν Ισραηλινό, έναν Εβραίο», λέει.
Πιστεύει επίσης ότι παγκόσμιες τζιχαντιστικές οργανώσεις αναπόφευκτα θα εκμεταλλευτούν τον πόλεμο -όπως η Αλ Κάιντα και το Ισλαμικό Κράτος- για να ριζοσπαστικοποιήσουν, να εμπνεύσουν και να ενθαρρύνουν νέες επιθέσεις ανά τον κόσμο.
Ο Αγιαλόν δεν είναι ο μόνος που προκρίνει τη λύση των δύο κρατών. Πολλοί από τους «φύλακες» του Ισραήλ, ανάμεσά τους και ο προκάτοχός του στη Σιν Μπετ, Γιακόβ Πέρι, υποστηρίζουν σθεναρά την ίδια άποψη. Αν και τάχθηκαν υπέρ του πολέμου στην αρχή, λέγοντας ότι το Ισραήλ όφειλε να απαντήσει στη φονική επίθεση της Χαμάς και των συμμάχων της πριν δύο χρόνια, στη συνέχεια εξελίχθηκαν σε δριμείς επικριτές του Τελ Αβίβ όσο οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στον παλαιστινιακό θύλακα συνεχίζοντας, οι νεκροί αυξάνονταν και η Γάζα ισοπεδωνόταν.
Κατηγόρησαν επίσης τον Μπενιαμίν Νετανιάχου ότι δεν παρουσίασε ποτέ σοβαρό σχέδιο για την «επόμενη μέρα».
Για τον Πέρι, η λύση δύο κρατών είναι ο μόνος δρόμος για μια διευθέτηση της διένεξης. Χωρίς αυτήν, η ίδια η ύπαρξη του Ισραήλ θα είναι μόνιμα επισφαλής. Όπως δήλωσε στο POLITICO πέρυσι: «Το Ισραήλ μπορεί να επιβιώσει ακόμα κι από έναν εμφύλιο - για παράδειγμα, με αφορμή την απομάκρυνση των εποικισμών στη Δυτική Όχθη, αλλά δεν μπορεί να επιβιώσει μακροπρόθεσμα χωρίς μια συμφωνία με τους Παλαιστίνιους».
Η στάση του Αγιαλόν, του Πέρι και άλλων βετεράνων του ισραηλινού τομέα άμυνας και της υπηρεσίας ασφάλειας αντιβαίνει όχι μόνο στην πολιτική των «αιώνιων πολέμων» του Νετανιάχου, αλλά και στην κοινή γνώμη.
Το 2012, το 61% των Ισραηλινών υποστήριζε τη λύση δύο κρατών. Τα τελευταία 10 χρόνια όμως, η πίστη σε αυτήν την ιδέα έχει εξαλειφθεί. Σε δημοσκόπηση της Gallup τον περασμένο Σεπτέμβριο, μόλις το 27% των Ισραηλινών υποστήριζε τη λύση των δύο κρατών, ενώ το 63% ήταν αντίθετο - ποσοστά που παραμένουν αμετάβλητα από το 2023 και μετά.
Η δυσπιστία είναι εξίσου έντονη και στην παλαιστινιακή πλευρά. Μόνο ένας στους τρεις ενήλικες στη Δυτική Όχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ τάσσονται υπέρ της λύσης των δύο κρατών, ενώ το 55% την απορρίπτει.
Αυτό δεν αποθαρρύνει τον Αγιαλόν. Η κοινή γνώμη, λέει, μπορεί να αλλάξει - όπως συνέβη και με τη συνθήκη ειρήνης Αιγύπτου-Ισραήλ του 1979, την οποία οι περισσότεροι Ισραηλινοί αρχικά αντιμετώπιζαν με δυσπιστία. Οι τότε ηγέτες της Αιγύπτου Ανουάρ Σαντάτ και του Ισραήλ Μέναχεμ Μπεγκίν, ρίσκαραν πολλά για να την υπογράψουν.
«Χρειαζόμαστε γενναίες κινήσεις τώρα», λέει. «Χρειαζόμαστε Άραβες ηγέτες να έρθουν στην Ιερουσαλήμ και να μιλήσουν στον ισραηλινό λαό. Τότε θα δούμε την αρχή μιας αλλαγής… και στις δύο πλευρές - και στους Παλαιστίνιους και στους Ισραηλινούς», τονίζει
Και παρότι είναι επιφυλακτικός όσον αφορά το σχέδιο για τη Γάζα, διατηρεί ένα ψήγμα ελπίδας: «Είναι ένα πρώτο βήμα», λέει, «σε ένα μακρύ ταξίδι - όπως λένε οι Κινέζοι».
Πηγή: skai.gr