Αεροδρόμιο Ρίγκαν: Τι έδειξε η έρευνα για το δυστύχημα που κόστισε τη ζωή σε 67 άτομα

 
δυστηχημα ριγκαν

Ενημερώθηκε: 17/09/25 - 18:20

Ο ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας στο αεροδρόμιο «Ρόναλντ Ρίγκαν» στην Ουάσιγκτον μιλούσε γρήγορα, δίνοντας σύντομες οδηγίες στα αεροπλάνα που πλησίαζαν ή απογειώνονταν. «Χωρίς καθυστέρηση», είπε στους πιλότους ενός αεροσκάφους που ετοιμαζόταν να ανεβάσει στροφές για απογείωση. Ενα άλλο αεροπλάνο πλησίαζε ήδη και θα προσγειωνόταν σε έναν διασταυρούμενο διάδρομο μόλις 51 δευτερόλεπτα αργότερα.

Η 29η Ιανουαρίου 2025, ήταν μια ακόμα συνηθισμένη ημέρα όπου είχε ξεκινήσει η βραδινή ώρα αιχμής στο αεροδρόμιο της αμερικανικής πρωτεύουσας. Ενδεικτικά, αεροσκάφη προσγειώνονταν περίπου κάθε δύο λεπτά.

Ωστόσο, αυτό που είχε γίνει ρουτίνα για τους εργαζόμενους του αεροδρομίου, ενείχε σοβαρούς κινδύνους ασφαλείας, σύμφωνα με δημόσια έγγραφα που περιλαμβάνουν γραπτή προειδοποίηση από τους τοπικούς διευθυντές της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (FAA). Στην προειδοποίηση αυτή, γινόταν λόγος για υπερβολικό αριθμό απογειώσεων και προσγειώσεων από το αεροδρόμιο. 

Στα 18 λεπτά που προηγήθηκαν της σύγκρουσης εν πτήσει ενός ελικοπτέρου Black Hawk του αμερικανικού στρατού και ενός τζετ της American Airlines εκείνο το βράδυ, ο ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας διαχειρίστηκε την κίνηση 29 διαφορετικών αεροσκαφών, σύμφωνα με ένα αντίγραφο των επικοινωνιών του και τα ευρήματα της έρευνας. Κατά τη διάρκεια ενός διαστήματος πέντε λεπτών εντός αυτής της περιόδου, σύμφωνα με το αντίγραφο που δημοσίευσε η Εθνική Επιτροπή Ασφάλειας Μεταφορών (NTSB), συντόνισε έξι αναχωρήσεις και αφίξεις αεροσκαφών σε δύο διαφορετικούς διαδρόμους, ενώ παράλληλα επικοινωνούσε με τέσσερα άλλα αεροσκάφη.

Η αδράνεια της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας όσον αφορά τον περιορισμό της «υπερφόρτωσης» του αεροδρομίου έχει αναδειχθεί σε κρίσιμο σημείο των ερευνών για το αεροπορικό δυστύχημα, το οποίο στοίχισε τη ζωή σε 67 άτομα.

Η αύξηση του αριθμού των αεροσκαφών που προσγειώνονταν και απογειώνονταν κατά τις ώρες αιχμής φέρνει τους ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας και τους πιλότους σε επικίνδυνα επίπεδα, σύμφωνα με μια έρευνα της αμερικανικής εφημερίδας Washington Post, των αρχείων της έρευνας, των εγγράφων της FAA αλλά και των μαρτυριών. 

Μια εσωτερική ανασκόπηση της FAA μετά το ατύχημα διαπίστωσε επίσης ότι το αεροδρόμιο γενικά δεν συμμορφωνόταν με τους κανόνες όσον αφορά τη διασφάλιση επαρκών αποστάσεων μεταξύ των αεροσκαφών που περίμεναν να προσγειωθούν. 

Την ίδια στιγμή, τίθεται και το κομμάτι του κέρδους των αεροπορικών εταιρειών. Η πίεση από τις μεγαλύτερες αεροπορικές εταιρείες της χώρας να μεταφέρουν εκατομμύρια επιβάτες ετησίως σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από τα κέντρα εξουσίας στην Ουάσινγκτον, ανάγκασε τους ελεγκτές να φτάσουν στα όριά τους όσον αφορά τη διαχείριση του φόρτου, όπως δείχνουν τα στοιχεία.

Στην έρευνά της, η NTSB συγκέντρωσε επίσης δηλώσεις από επόπτες εναέριας κυκλοφορίας, σύμφωνα με τους οποίους η American Airlines εκμεταλλεύτηκε ένα «παραθυράκι» στους κανόνες για να ενισχύσει τα δρομολόγιά της, συμπυκνώνοντας δεκάδες προγραμματισμένες πτήσεις σε 30λεπτα διαστήματα.

Οι ερευνητές δεν έχουν δημοσιεύσει τα ευρήματά τους σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι συνθήκες κυκλοφοριακής συμφόρησης στο αεροδρόμιο συνέβαλαν στο ατύχημα εκείνο το βράδυ του Ιανουαρίου και εξετάζουν πολλαπλές πιθανές αιτίες, συμπεριλαμβανομένης της αδυναμίας του πληρώματος του ελικοπτέρου να δει το αεροσκάφος καθώς και των προβλημάτων στελέχωσης στον πύργο ελέγχου. Εχουν, ωστόσο, δημοσιεύσει συνέντευξη του ελεγκτή εναέριας κυκλοφορίας που ήταν σε υπηρεσία εκείνη την ώρα, ο οποίος τους είπε ότι ένιωθε «λίγο πνιγμένος» εκείνο το βράδυ, καθώς κλήθηκε να διαχειριστεί και ελικόπτερα εκτός από αεροσκάφη.

Με πληροφορίες από Washington Post

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ