Γιατί μας αρέσει να φοβόμαστε; Οι ταινίες τρόμου ενεργοποιούν περιοχές του εγκεφάλου που απελευθερώνουν αδρεναλίνη. Μας μαθαίνουν να διαχειριζόμαστε τον φόβο από τον καναπέ μας.
Κάθε φορά που κυκλοφορεί στο σινεμά μία καινούργια ταινία τρόμου, οι λάτρεις του είδους γεμίζουν τις αίθουσες και για να νιώσουν αυτή την ανατριχίλα… εκ του ασφαλούς. Από το «Νοσφεράτου», το αριστούργημα του γερμανικού εξπρεσιονισμού σε σκηνοθεσία του Φρίντριχ Μουρνάου, που μας εισήγαγε στο είδος, μέχρι τον «Εφιάλτη στον δρόμο με τις λεύκες», οι ταινίες τρόμου έχουν εξελιχθεί σε κάτι περισσότερο από απλή διασκέδαση, σε ένα ψυχολογικό εργαστήρι φόβου.
Σαν τρενάκια του λούνα παρκ
Ο Γερμανός ψυχίατρος Μπόρβιν Μπάντελο παρομοιάζει τις ταινίες τρόμου με τα τρενάκια του λούνα παρκ: «Ξέρεις ότι είσαι ασφαλής, αλλά ο εγκέφαλος αντιδρά σαν να κινδυνεύεις. Οι ορμόνες του φόβου πλημμυρίζουν το σώμα, ενώ ταυτόχρονα εκκρίνονται ενδορφίνες που προκαλούν ευφορία». Δηλαδή φοβόμαστε, αλλά νιώθουμε ζωντανοί.
Ο μετρ του είδους, Γουές Κρέιβεν, δημιουργός του θρυλικού Φρέντι Κρούγκερ, είχε πει πως οι ταινίες τρόμου λειτουργούν ως «εκπαίδευση για την ψυχή». Μέσα από μια ελεγχόμενη αφήγηση, μας επιτρέπουν να αντιμετωπίσουμε τους φόβους μας, να τους παρατηρήσουμε, να τους κατανοήσουμε και τελικά να τους τιθασεύσουμε.
Η επιστήμη του «ψυχαγωγικού φόβου»
Αυτή την ιδέα επιβεβαιώνει και η επιστήμη. Το «Recreational Fear Lab» του Πανεπιστημίου του Ώρχους μελετά γιατί οι άνθρωποι θέλουν να φοβούνται. Ο ερευνητής Ματίας Κλάζεν εξηγεί ότι ο «ψυχαγωγικός φόβος» μας βοηθά στη διαχείριση του άγχους. Όταν βιώνουμε τρόμο σε ένα ασφαλές περιβάλλον, μαθαίνουμε τρόπους για να ελέγχουμε τα αρνητικά συναισθήματα. Είναι μια μορφή προσωπικής συναισθηματικής ανάπτυξης.
Οι ερευνητές μάλιστα κατηγοριοποιούν τους λάτρεις του τρόμου σε τρεις ομάδες. Υπάρχουν εκείνοι που αναζητούν την ένταση και την άμεση δόση αδρεναλίνης σαν «τοξικομανείς». Δεύτερον, εκείνοι για τους οποίους ο τρόμος λειτουργεί ως μια μορφή προσωπικής ανάπτυξης, και τέλος εκείνοι, οι οποίοι, μέσα από τον φόβο, βελτιώνουν τη διάθεσή τους χρησιμοποιώντας τον ως εργαλείο αυτογνωσίας.
Κάθε άνθρωπος, λέει ο Κλάζεν, έχει το δικό του «γλυκό σημείο του φόβου», εκεί που το αίσθημα τρόμου γίνεται απόλαυση χωρίς να ξεπερνά τα όριά μας. Αν είναι πολύ λίγο, βαριόμαστε, ενώ αν είναι πολύ, κλείνουμε απλώς τα μάτια μας.
Ίσως τελικά αυτό να εξηγεί γιατί επιστρέφουμε διαρκώς στις ταινίες τρόμου. Δεν ψάχνουμε τον φόβο, αλλά την αδρεναλίνη, την εκτόνωση και την αίσθηση ότι για λίγα λεπτά κοιτάξαμε το σκοτάδι κατάματα και επιβιώσαμε.
Πηγή: Deutsche Welle