Νέα πρόκληση αλυτρωτικού χαρακτήρα από τα Τίρανα, με σαφές κρατικό αποτύπωμα, στοχοποιεί την Αθήνα. Συγκεκριμένα, πριν από λίγες ημέρες, το περιοδικό «Ushtria», που εκδίδεται από το αλβανικό Υπουργείο Άμυνας, δημοσίευσε άρθρο συνοδευόμενο από χάρτη, στον οποίο περιοχές της Ηπείρου καθώς και η Κέρκυρα παρουσιάζονται ως αλβανικά εδάφη.
Το άρθρο έφερε τον τίτλο «Συνέδριο του Βερολίνου: Η αρχή μιας εποχής για το αλβανικό ζήτημα» και ήταν ιστορικού χαρακτήρα, καθώς αναφερόταν στο Συνέδριο του Βερολίνου και στο λεγόμενο «αλβανικό ζήτημα», χωρίς σύγχρονες πολιτικές αναφορές.
Ωστόσο, το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος χάρτης δημοσιεύεται από επίσημο κρατικό φορέα και υπό το πρίσμα των γνωστών αλβανικών αλυτρωτικών, εθνικιστικών και πλήρως αβάσιμων —ιστορικά και πρακτικά— διεκδικήσεων εις βάρος της Ελλάδας, δεν μπορεί να εκληφθεί ως μια απλή «ιστορική δημοσίευση».
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Μανιφέστο», μέχρι στιγμής το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών δεν έχει προβεί σε επίσημη αντίδραση προς τις αλβανικές αρχές, ούτε έχει επιδώσει διάβημα διαμαρτυρίας προς την Αλβανίδα πρέσβη στην Αθήνα —αν και εκτιμάται ότι αυτό αναμένεται να συμβεί άμεσα.

Ακολουθεί το μεταφρασμένο άρθρο από το αλβανικό περιοδικό:
Στις 13 Ιουνίου – 13 Ιουλίου 1878 πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα για τις τύχες των λαών των Βαλκανίων κατά τον 19ο αιώνα: το Συνέδριο του Βερολίνου. Διοργανωμένο από τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, το Συνέδριο έθεσε τέλος στη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και αναδιαμόρφωσε τα οθωμανικά εδάφη στα Βαλκάνια. Για τους Αλβανούς, ωστόσο, αποτέλεσε μία από τις μεγαλύτερες ιστορικές πληγές και παράλληλα μια καθοριστική καμπή στη διαμόρφωση της εθνικής τους συνείδησης.
Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε αποδυναμωθεί σημαντικά. Οι λαοί της Βαλκανικής – Βούλγαροι, Σέρβοι, Έλληνες και Ρουμάνοι – αποκτούσαν αυτονομία ή ανεξαρτησία, ενώ δυνάμεις όπως η Ρωσία, η Αυστροουγγαρία, η Βρετανία και η Γαλλία επιδίωκαν να επεκτείνουν την επιρροή τους στην περιοχή. Η Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, που υπογράφηκε στις 3 Μαρτίου 1878 μεταξύ Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ήταν ευνοϊκή προς τα ρωσικά συμφέροντα και προέβλεπε τη δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας εις βάρος αλβανικών και άλλων εδαφών.
Το Συνέδριο του Βερολίνου ξεκίνησε στις 13 Ιουνίου και ολοκληρώθηκε στις 13 Ιουλίου 1878, με τη συμμετοχή επτά Μεγάλων Δυνάμεων: Γερμανίας, Αυστροουγγαρίας, Βρετανίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Αλβανία δεν είχε επίσημη εκπροσώπηση, καθώς δεν είχε αναγνωριστεί ως ανεξάρτητη πολιτική οντότητα. Το Συνέδριο αγνόησε πλήρως το αλβανικό ζήτημα και τα εδάφη των Αλβανών μοιράστηκαν άδικα μεταξύ των γειτονικών χωρών, χωρίς να ληφθεί υπόψη η θέληση των τοπικών πληθυσμών: στο Μαυροβούνιο παραχωρήθηκαν η Πλάβα, η Γκουτσία και αργότερα το Ουλκίν, στη Σερβία οι Νις, Βράνια, Τόπλιτσα και Πιρότ, ενώ χιλιάδες Αλβανοί εκδιώχθηκαν. Η Ελλάδα απέκτησε πρόσβαση να διεκδικήσει την Τσαμουριά. Στη Βουλγαρία δόθηκαν περιοχές, ενώ τα βιλαέτια Μοναστηρίου και Κοσόβου παρέμειναν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Το Συνέδριο του Βερολίνου αποτέλεσε την αφετηρία της πολιτικής οργάνωσης των Αλβανών. Λίγες μόλις ημέρες πριν από την έναρξή του, στις 10 Ιουνίου 1878, ιδρύθηκε ο Αλβανικός Σύνδεσμος της Πριζρένης, ως άμεση αντίδραση στον κίνδυνο διαμελισμού των αλβανικών εδαφών. Ο Σύνδεσμος, που εξέφραζε μια πανεθνική ένωση, είχε σκοπό τη διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας, την αυτονομία και την πολιτιστική ενότητα των Αλβανών. Συγκρότησε ένοπλες δυνάμεις, κινητοποίησε τον λαό και ανέπτυξε διπλωματική δράση για να αποτρέψει την εφαρμογή των αποφάσεων του Συνεδρίου. Οι μάχες στην Πλάβα και τη Γκουτσία, η υπεράσπιση του Ουλκίν, καθώς και η αποστολή υπομνημάτων στην Ευρώπη, ήταν ενδεικτικές της αποφασιστικότητας των Αλβανών να μην αποδεχθούν τον διαμελισμό.
Οι αποφάσεις του Συνεδρίου προκάλεσαν ανθρωπιστικές τραγωδίες – χιλιάδες Αλβανοί εκδιώχθηκαν βίαια από τις εστίες τους, ιδίως από την Τόπλιτσα, το σαντζάκι του Νις και άλλες περιοχές που ενσωματώθηκαν στη Σερβία και το Μαυροβούνιο. Οι διώξεις αυτές θεωρούνται από τις πρώτες τεκμηριωμένες εθνοκαθάρσεις στα Βαλκάνια. Από την άλλη πλευρά, οι εξελίξεις ανέδειξαν την ανάγκη των Αλβανών για ενότητα, ώστε να υπερασπιστούν την ταυτότητά τους, τη γλώσσα και τα εδάφη τους. Το Συνέδριο του Βερολίνου δεν αποτέλεσε το τέλος, αλλά την αρχή μιας νέας εποχής για την αλβανική αντίσταση, που κορυφώθηκε με την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας το 1912.
Το Συνέδριο του Βερολίνου αποτελεί πικρή απόδειξη ότι η τύχη των εθνών δεν μπορεί να αποφασίζεται σε διπλωματικά τραπέζια χωρίς την εκπροσώπησή τους. Ωστόσο, υπήρξε και ακρογωνιαίος λίθος της αλβανικής εθνικής συνείδησης, καθώς οι Αλβανοί κατάλαβαν ότι μόνο ενωμένοι, οργανωμένοι και αποφασισμένοι μπορούσαν να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους. Σήμερα, περισσότερο από έναν αιώνα μετά, η αναδρομή στο Συνέδριο του Βερολίνου λειτουργεί ως κάλεσμα για εθνική ενότητα, διατήρηση της ταυτότητας και της κοινής ιστορίας του αλβανικού έθνους.