Βερναρδάκης: Συντόμευση μετατάξεων και αποσπάσεων δημοσίων υπαλλήλων

 
ο αναπληρωτής υπουργός Χριστόφορος Βερναρδάκης

Πηγή Φωτογραφίας: eurokinissi

Ενημερώθηκε: 01/07/16 - 20:00

Συντόμευση του απαιτούμενου χρόνου μετατάξεων και αποσπάσεων των δημοσίων υπαλλήλων, μέσω της απλοποίησης των σχετικών διαδικασιών, θα επιφέρει το νέο σύστημα κινητικότητας στο Δημόσιο, που προβλέπει νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, τονίζει ο αρμόδιος αναπληρωτής υπουργός Χριστόφορος Βερναρδάκης.

Όπως αναφέρει, σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο χρόνος που θα απαιτείται για να ολοκληρωθεί η μετακίνηση υπαλλήλων από έναν φορέα σε έναν άλλο δεν θα υπερβαίνει τους δύο μήνες, ενώ σήμερα οι ενδιαφερόμενοι περιμένουν ακόμα και τρία χρόνια μέχρι να ικανοποιηθεί το αίτημά τους και να τοποθετηθούν σε νέα θέση.

Σύμφωνα με τον Χριστόφορο Βερναρδάκη, το νέο σύστημα θα εφαρμόζεται τρεις φορές το χρόνο, αρχής γενομένης από τον Φεβρουάριο του 2017, ενώ σημειώνει ότι διασφαλίζεται η διαφάνεια και παύουν οι πελατειακές σχέσεις, καθώς εισάγεται ηλεκτρονικό σύστημα παρακολούθησης των κενών θέσεων και ψηφιοποιούνται τα οργανογράμματα των υπηρεσιών.

Για το ποιες αλλαγές φέρνει στο καθεστώς κινητικότητας των δημοσίων υπαλλήλων το νέο νομοσχέδιο αναφέρει πως το θα λύνει το μεγάλο ζήτημα της ταχύτητας των μετατάξεων και αποσπάσεων, δεύτερον θα συνδέει τις ανάγκες των υπηρεσιών με τις σταδιοδρομικές επιλογές των υπαλλήλων, και τρίτον θα εξορθολογίζει όλη τη δομή του δημόσιου τομέα, καθ' ότι προϋποθέτει την ύπαρξη νέων οργανογραμμάτων σε κάθε φορέα της διοίκησης και μάλιστα ψηφιακών, για να μπορεί να είναι διαφανής η διαδικασία των οργανικών θέσεων, που ζητάει και τέταρτον έχει όλες τις εγγυήσεις της ορθής επιλογής χωρίς να υπάρχουν πελατειακές ή άλλες λογικές με τις οποίες γίνονταν μέχρι τώρα οι αποσπάσεις και οι μετατάξεις.

Για το ζήτημα της ταχύτητας των μετακινήσεων αναφέρει πως "Μέσα σε 40 ημέρες θα έχει τελειώσει όλη η διαδικασία και ο υπάλληλος θα γνωρίζει σχετικά. Η λογική του νέου νομοσχεδίου είναι να υπάρχει μια ηλεκτρονική παρακολούθηση όλης αυτής της διαδικασίας και ο στόχος είναι να φτάσουμε σε τέτοιο σημείο, ώστε η κινητικότητα των υπαλλήλων, με βάση τις ανάγκες των ιδίων και της υπηρεσίας τους, να γίνεται σχεδόν καθημερινά. Προφανώς, η διοίκηση δεν είναι ακόμα ώριμη για να διαχειριστεί μια τέτοια αλλαγή και γι' αυτό, στην ουσία, θα γίνεται κάθε χρόνο σε τρεις κύκλους, ο πρώτος τον Φεβρουάριο, ο δεύτερος τον Μάιο και ο τρίτος τον Οκτώβριο. Από την ώρα που κάποιος φορέας θα ζητάει μία θέση έως την ώρα που θα την καλύπτει δεν θα πρέπει να έχει περάσει το χρονικό όριο των δύο μηνών".