Στην κατάμεστη αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος», η Γερμανίδα πολιτικός, αποκάλυψε άγνωστες πτυχές από την κορύφωση του ελληνικού δράματος το 2015, αναφέρθηκε στο «πιο αιφνιδιαστικό τηλεφώνημα» και μίλησε για τον ρόλο της Ε.Ε. στις συνθήκες που διαμορφώνονται
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ελπίζει ότι οι χωριστές τηλεφωνικές συνομιλίες που θα έχει σήμερα με τον Βλαντίμιρ Πούτιν και τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι θα είναι καθοριστικές για την κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία.
Το ενδεχόμενο να τηλεφωνήσει στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν ώστε να συζητήσουν τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία άφησε ανοιχτό ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ μιλώντας σε δημοσιογράφους στο Air Force One κατά την αναχώρησή του από το Άμπου Ντάμπι.
Μετά από 120 λεπτά συνομιλιών ανάμεσα σε Ρωσία και ΗΠΑ, Τράμπ και Πούτιν, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν αναμενόμενο πως θα ήταν πολύ πιο περιγραφικός και γλαφυρός από τον Ρώσο ομόλογό του και αυτό αμιγώς για λόγους ιδιοσυγκρασίας και όχι γιατί οι αμερικανικές πιέσεις προς τη Μόσχα τελικώς απέδωσαν.
Τον αμερικανικής καταγωγής ποντίφικα συνεχάρη επίσης ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι θα συνεχιστεί ο εποικοδομητικός διάλογος μεταξύ της Μόσχας και του Βατικανού.
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, που έχουν ενημερωθεί για τις αμερικανικές προσπάθειες να τερματιστεί ο πόλεμος προειδοποίησαν ότι ο Πούτιν πιθανότατα θα χρησιμοποιήσει τη κίνηση «καλής θέλησης» ως δόλωμα για να παρασύρει τον Αμερικανό πρόεδρο στην αποδοχή των υπόλοιπων ρωσικών απαιτήσεων
Αν οι σύμμαχοι της Ουκρανίας χρειάζονταν απόδειξη του άγριου κυνισμού της Μόσχας όσον αφορά την ειρήνη, η ανακοίνωση της «πασχαλινής» εκεχειρίας για το Πάσχα από τον Πούτιν ήταν ακριβώς αυτό, σύμφωνα με ανάλυση του CNN.
Η γερμανική Βουλή τίμησε τα 80 χρόνια από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με τελετή και ομιλία του Προέδρου Σταϊνμάιερ, που έστειλε μηνύματα σε Τραμπ και Πούτιν, παρουσία επιζώντων και με έργα Μαν και Σοστακόβιτς.
«Όχι σε γραφειοκρατία, αλλά σε σοβαρό οπλισμό», είπε ο Τραμπ και τόνισε ότι τα νέα κονδύλια πρέπει να κατευθυνθούν στην αγορά «πολύ σοβαρού στρατιωτικού εξοπλισμού» και όχι να απορροφηθούν από τη γραφειοκρατία