Διπλωματικές πηγές θεωρούν ότι η κίνηση της Τουρκίας να ματαιώσει την συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν αποτελεί μέρος μιας τακτικής αιφνιδιασμού και μετακύλισης ευθυνών, με στόχο να παρουσιαστεί η Άγκυρα ως ο ρυθμιστής της ατζέντας.
Ο Ερντογάν επιχειρεί να κρατά το πάνω χέρι, να μετρά τις διαθέσεις της Ελλάδας και να εμφανίζεται ως ο παράγων, που επιβάλλει τους όρους της διαλόγου, όχι ως ευμενής συνομιλητής.
Την έναρξη ενός διπλωματικού μαραθωνίου σηματοδοτεί η άφιξη του Έλληνα πρωθυπουργού στη Νέα Υόρκη, με το τετ α τετ με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να αποτελεί γεγονός με μεγάλη βαρύτητα.
«Η κυβέρνηση αυτή και προσωπικά ο Πρωθυπουργός πιστεύουν στον διάλογο με την Τουρκία και με το σύνολο των γειτονικών μας χωρών. Παράλληλα όμως, επισημαίνουμε κάθε φορά και αυτό αποδεικνύεται από τα αποτελέσματα της πολιτικής μας, ότι ο διάλογος δεν σημαίνει ούτε κατ’ ελάχιστον υποχώρηση σε οτιδήποτε. Το αντίθετο. Σημαίνει ενδυνάμωση» τόνισε ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης,
Ερωτήματα εγείρει η κίνηση της Τουρκίας να μην προχωρήσει -τουλάχιστον μέχρι στιγμής- στην υλοποίηση όσων είχαν προαναγγελθεί με NAVTEX για έρευνες του ωκεανογραφικού πλοίου «Πίρι Ρέις» στο Αιγαίο.
Στις διμερείς σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία εστιάζουν τα τουρκικά μέσα, με αφορμή το μήνυμα που έστειλε χθές από τη ΔΕΘ ο Κυριάκος Μητσοτάκης για την άρση του casus belli και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Τραβά επικίνδυνα το σχοινί ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με αλλεπάλληλες προκλήσεις εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου, που δεν συνάδουν με τα «ήρεμα νερά» και την πολιτική καλής γειτονίας που επιδιώκει η χώρα μας.
Ο υφ. Εξωτερικών, Γιάννης Λοβέρδος μίλησε στο ΕΡΤNews σχετικά με την απάντηση του ΥΠΕΞ στην ανακοίνωση τουρκικού σχεδίου για θαλάσσια πάρκα στο Αιγαίο, λίγες μόλις ημέρες μετά τις ανακοινώσεις της Αθήνας.
Σαφής και κατηγορηματική ήταν η απάντηση του ΥΠΕΞ στην ανακοίνωση τουρκικού σχεδίου για θαλάσσια πάρκα στο Αιγαίο, λίγες μόλις ημέρες μετά τις ανακοινώσεις της Αθήνας.
Με απειλές και ευθεία αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας μας απαντά η Άγκυρα, μετά τις ανακοινώσεις του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη για θαλάσσια πάρκα στο νότιο Αιγαίο.
Η δραστηριοποίηση της Τρίπολης μέσω ρηματικών διακοινώσεων και χαρτών βρίσκεται σε πλήρη εναρμόνιση με τις προτεραιότητες της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σε μια πρωτοφανή δήλωση Τούρκος αναλυτής σημειώνει ότι για να επιλυθεί το πρόβλημα στο Αιγαίο, η Ελλάδα θα μπορούσε να παραχωρήσει στην Τουρκία νησιά που βρίσκονται στην ανατολική πλευρά.
Η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι πλέον ένας απρόβλεπτος σύμμαχος της Δύσης. Είναι ένα κράτος, που συστηματικά υπονομεύει τις αρχές του ΝΑΤΟ, αδιαφορεί για τις ευρωπαϊκές αξίες, αποστασιοποιείται σε κάθε κρίσιμη στιγμή από την κοινή γραμμή της Δύσης και ταυτίζεται ανοιχτά με τις πιο ακραίες και επικίνδυνες ισλαμιστικές δυνάμεις της Μέσης Ανατολής.
Σαφές μήνυμα προς την Άγκυρα έστειλε από την Οδησσό ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, τονίζοντας ότι η συμμετοχή σε ευρωπαϊκά σχήματα όπως το SAFE προϋποθέτει ευθυγράμμιση με την Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας της ΕΕ.
Μιλώντας για τα ελληνοτουρκικά σημείωσε πως οι συχνές συναντήσεις με τον Χακάν Φιντάν, έχουν στόχο την διατήρηση ενός διαύλου επικοινωνίας με σκοπό να προλαμβάνονται εντάσεις και να γίνεται διαχείρισή τους.
Η «νηνεμία» στα ελληνοτουρκικά δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει μεγάλη κινητικότητα. Τα πεδία με τους γείτονες που είναι ανοιχτά είναι πολλά. Πρώτο και πιο ενδιαφέρον, σε επικοινωνιακό επίπεδο, το ραντεβού Μητσοτάκη – Ερντογάν στην Άγκυρα για τη διεξαγωγή του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας. Ο Ιούλιος είναι ο μήνας που εκτός απροόπτου θα πραγματοποιηθεί.
Μεγάλες διαστάσεις πήρε η δήλωση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ 100,3 γα το «casus belli» της Τουρκίας, με τα τουρκικά ΜΜΕ να σχολιάζουν ότι «ο Μητσοτάκης ζητάει την άρση της απειλής πολέμου για τα 12 μίλια».
Η Neue Zürcher Zeitung αναλύει το εξοπλιστικό «Ασπίδα του Αχιλλέα» και τη θέση της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή άμυνα. Επίσης, το γερμανικό μοντέλο εργασίας στον Τύπο.
Κεντρικό άξονα του πολεμικού σχεδίου αποτελούσε μια στρατιωτική επιχείρηση στο Αιγαίο, με συμπληρωματικές ενέργειες στην περιοχή της Θράκης στην Ελλάδα για την υποστήριξη του κύριου θέατρου επιχειρήσεων.