Το επόμενο έτος, οι δαπάνες της Μόσχας για τον στρατό και τις δυνάμεις ασφαλείας θα ξεπεράσουν τις δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη, την εκπαίδευση και την κοινωνική πολιτική μαζί.
H απειλή του Πούτιν, που ακούει στο υπερηχητικό όνομα Oreshnik στρέφεται ξεκάθαρα ενάντια στην Ευρώπη, έρχεται σε μια κρίσιμη στιγμή, σύμφωνα με τη Washington Post.
Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι πρότεινε ότι μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός θα μπορούσε να επιτευχθεί εάν τα εδάφη που ελέγχει το Κίεβο μπορούσαν να τεθούν «υπό την ομπρέλα του ΝΑΤΟ».
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι άφησε να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στον πόλεμο με τη Ρωσία, εάν τα ουκρανικά εδάφη έμπαιναν «υπό την ομπρέλα του ΝΑΤΟ».
Ο Ουκρανός υπουργός Εξωτερικών Αντρίι Σίμπιχα προέτρεψε τους ομολόγους του στο ΝΑΤΟ να απευθύνουν πρόσκληση στο Κίεβο να ενταχθεί στη δυτική στρατιωτική συμμαχία κατά τη συνάντηση στις Βρυξέλλες την επόμενη εβδομάδα, σύμφωνα με το κείμενο επιστολής το οποίο είδε το Reuters.
Το σχέδιο προσφέρει στην Ουκρανία μια ευκαιρία για τον τερματισμό της βίας, σε μια εποχή που χάνει σε όλα τα μέτωπα και στερείται βασικού ανθρώπινου δυναμικού, κάτι στο οποίο η Ρωσία πιθανότατα θα την ξεπερνά πάντα.
Οι απειλές του Πούτιν κλιμακώθηκαν αυτό τον μήνα, καθώς η κυβέρνηση Μπάιντεν έδωσε τελικά στο Κίεβο την άδεια να εκτοξεύσει αμερικανικά όπλα μεγαλύτερου βεληνεκούς για να πλήξει στόχους βαθιά μέσα στη Ρωσία.
«Έχουμε πολλά ρητά που απεικονίζουν τον χαρακτήρα του λαού μας: «Μετρήστε επτά φορές και κόψτε μόνο μία!», «Ο Θεός έκανε υπομονή και μας εμπιστεύτηκε να είμαστε υπομονετικοί», αλλά η υπομονή τελειώνει αναπόφευκτα αν υποβληθεί σε ατελείωτη δοκιμασία»
Οι εντατικές επιστρατεύσεις από τις ένοπλες δυνάμεις και τις αμυντικές βιομηχανίες έχουν απομακρύνει τους εργαζομένους από τις μη στρατιωτικές επιχειρήσεις - Έλλειψη μεταναστών
Διαπραγματεύσεις για επίτευξη ειρηνικής συμφωνίας στην Ουκρανία μπορούν να προχωρήσουν μόνο εάν η Δύση αποδεχτεί ότι η πρόταση του Πούτιν - Νέα στρατιωτική βοήθεια από την κυβέρνηση Μπάιντεν