Το διπλωματικό παιχνίδι Ερντογάν ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή και το «Comeback»

 
sss

Πηγή Φωτογραφίας: AP Photo, file

Ενημερώθηκε: 15/05/25 - 08:30

Πρόσωπο των ημερών εντός και εκτός Τουρκίας κατάφερε να γίνει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν καθώς  αναδείχθηκε σε καθοριστικό παράγοντα σε μια σειρά διπλωματικών και στρατηγικών εξελίξεων που αγγίζουν στην Ευρώπη αλλά και τη Μέση Ανατολή.

Για αρχή ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν πρότεινε την Κωνσταντινούπολη ως τόπο διεξαγωγής των συνομιλιών με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι την Πέμπτη (15/5) όπως και το 2022 στην οποία θα δώσουν το «παρών» και οι Αμερικανοί.

Η απόφαση για τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων υψηλού επιπέδου στην Τουρκία ενισχύει την αξιοπιστία της Άγκυρας ως ουδέτερου μεσολαβητή μεταξύ Ανατολής και Δύσης έναν ρόλο που έχει καλλιεργήσει από τις πρώτες ημέρες του πολέμου, καθώς ο Ερντογάν έχει καταφέρει να έχει καλές σχέσεις τόσο με τον Πούτιν όσο και με τον Ζελένσκι.

Αυτό γίνεται ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των συνομιλιών καθώς προσώρας παραμένει γρίφος ποιοι είναι οι αξιωματούχοι που θα καθίσουν γύρω από το ίδιο τραπέζι. Η αβεβαιότητα πηγάζει από το γεγονός ότι το Κρεμλίνο αρνείται να ανοίξει τα χαρτιά του για το αν τελικά ο Ρώσος πρόεδρος θα δώσει το παρών ή θα εκπροσωπηθεί από κάποιον άλλο υψηλόβαθμο αξιωματούχο, όπως ο Σεργκέι Λαβρόφ. Από την πλευρά της η Ουκρανία δηλώνει ότι θέλει να γνωρίζει τη σύνθεση της ρωσικής αντιπροσωπείας πριν αποφασίσει τι θα κάνει. Ακόμα και ο ίδιος ο Τραμπ που έχει δηλώσει έτοιμος να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη αν χρειαστεί δηλώνει άγνοια για το αν ο Ρώσος ομόλογός του θα παραστεί.

Το PKK διαλύεται μετά δεκαετίες ένοπλου αγώνα

Μία άλλη σημαντική επιτυχία του Ερντογάν, κυρίως για το τουρκικό κοινό είναι η ανακοίνωση από το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), μετά από δεκαετίες ένοπλου αγώνα, ότι διαλύθηκε επίσημα και κατέθεσε τα όπλα του.

Η ανακοίνωση του PKK ήρθε καθώς ο Ερντογάν επιδιώκει να εκμεταλλευτεί αυτό που θεωρεί ως ευάλωτες πλευρές των συνδεδεμένων με αυτό κουρδικών δυνάμεων στη Συρία μετά την πτώση του πρώην προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ από τους υποστηριζόμενους από την Τουρκία αντάρτες τον Δεκέμβριο. Η εξέλιξη αυτή έρχεται επίσης εν μέσω της ολοένα και πιο αποδυναμωμένης θέσης του PKK στο βόρειο Ιράκ, όπου εδρεύει, αφού εκδιώχθηκε από την Τουρκία.

Ενώ η Άγκυρα χαιρέτισε την απόφαση διάλυσης, αυτή δεν εγγυάται την ειρήνη. Το πιθανότερπ είναι ότι ανοίγει το δρόμο για τη συμφωνία ενός περίπλοκου νομικού πλαισίου για τον ασφαλή αφοπλισμό του PKK, το οποίο χαρακτηρίζεται τρομοκρατική οργάνωση από την Τουρκία και τους δυτικούς συμμάχους της.

Η Συρία ξανά στο προσκήνιο

Σε μια άλλη σημαντική εξέλιξη ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τραμπ ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα άρουν όλες τις κυρώσεις κατά της Συρίας, μετά τις συνομιλίες του με τον Ερντογάν.

Αν τελικά αυτό συμβεί θα μπορούσε να ανοίξει την πόρτα για προσπάθειες ανοικοδόμησης και περιφερειακής επανένταξης της χώρας έπειτα από δεκαετίες διεθνούς απομόνωσης, με την Τουρκία να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη σταθεροποίηση και την ανοικοδόμηση του νότιου γείτονά της.

Μάλιστα ο ρόλος του Ερντογάν δεν σταμάτησε εκεί. Ήταν με δική του παρέμβαση κα του πρίγκιπα Μπιν Σαλμάν της Σαουδικής Αραβίας που πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη (14/5) η συνάντηση του Αμερικανού προέδρου με τον νέο ηγέτη της Συρίας Αχμέντ Αλ Σαράα. Ο Ερντογάν μπορεί να μην ήταν φύσει παρών, αλλά συμμετείχε τηλεφωνικά.

Ιρανοί και Ευρωπαίοι συναντώνται για τα πυρηνικά

Τέλος, Ιρανοί και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι συναντώνται στην Άγκυρα την Παρασκευή (16/5) για να επαναλάβουν τις αδιέξοδες συνομιλίες για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης και την εξομάλυνση των εμπορικών σχέσεων. Αν και οι λεπτομέρειες για τη συνάντηση είναι λιγοστές, το γεγονός και μόνο ότι η Τουρκία επιλέχθηκε ως οικοδεσπότης λέει πολλά για το ποια είναι η εικόνα που βγάζει προς τα έξω και το πώς ενισχύει την άποψη ότι είναι αξιόπιστος εταίρος σε πολύπλοκες διαπραγματεύσεις.

«Comeback του Ερντογάν»

Η Washington Post κάνει λόγο για το μεγάλο comeback του Ταγίπ Ερντογάν, που μέχρι πρότινος ήταν στριμωγμένος εσωτερικά, αφού η σύλληψη του πολιτικού αντιπάλου του, δημάρχου της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου πυροδότησε μαζικές αντικυβερνητικές διαδηλώσεις. Η ανακοίνωση του ΡΚΚ ότι καταθέτει τα όπλα θεωρείται εξαιρετικά ευνοϊκή εξέλιξη για τον Τούρκο πρόεδρο, αφού θα μπορούσε να του εξασφαλίσει την απαραίτητη κουρδική ψήφο για συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που θα μπορούσαν να παρατείνουν την παραμονή του στην εξουσία.

Η πρόταση του Ερντογάν να φιλοξενήσει τριμερή συνάντηση σήμερα στην Κωνσταντινούπολη για ειρηνευτικές συνομιλίες μεταξύ Ουκρανίας, Ρωσίας και ΗΠΑ υπογράμμισε το ενισχυμένο αμυντικό και διπλωματικό κύρος της Τουρκίας. Ο Ερντογάν διατηρεί καλές σχέσεις με τον Ντόναλντ Τραμπ –μέρος της στρατηγικής που ο Τούρκος πρόεδρος αποκαλεί «ισορροπημένη» προσέγγιση στην ουκρανική σύρραξη– και η Τουρκία καλλιεργεί συστηματικά σχέσεις με τη Μόσχα, προσφέροντας παράλληλα αμυντική βοήθεια στην Ουκρανία.

«Υπάρχει μια δίψα για αμυντική προσέγγιση με την Τουρκία και για διάνοιξη διόδων επικοινωνίας», λέει Ευρωπαίος αξιωματούχος. Το τουρκικό πολεμικό ναυτικό ελέγχει την είσοδο στη Μαύρη Θάλασσα, ενώ οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, με 355.000 στρατεύσιμους, είναι οι μεγαλύτερες από τους ευρωπαϊκούς στρατούς του ΝΑΤΟ. Την ώρα που η Ευρώπη πασχίζει να συστήσει δύναμη ασφαλείας για την Ουκρανία με 30.000 στρατιώτες, ο τουρκικός στρατός θα μπορούσε να συγκεντρώσει ταχύτατα τέτοια ειρηνευτική δύναμη, εφόσον του ανατεθεί κάτι τέτοιο. Οι ένοπλες δυνάμεις της Τουρκίας έχουν άλλωστε αποκτήσει πολύτιμη εμπειρία σε αποστολές στο εξωτερικό σε Λιβύη και Σομαλία. «Οι Τούρκοι γνωρίζουν πώς να κάνουν χρήση στρατιωτικής βίας. Οι αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις τους υπήρξαν αποτελεσματικές και έχουν άριστη γνώση των drones», λέει δυτικός αξιωματούχος.

Η Baykar, που προμήθευσε την Ουκρανία με drones από τις πρώτες εβδομάδες της ρωσικής εισβολής, υπέγραψε πρόσφατα συμφωνία συμπαραγωγής με τον ιταλικό αμυντικό κολοσσό Leonardo. Η συμφωνία θα επιτρέψει στην τουρκική εταιρεία να διεισδύσει στην ευρωπαϊκή αγορά.

Προς άρση κυρώσεων CAATSA από τον Τραμπ

Επειτα από εβδομάδες σχετικής στασιμότητας στο θέμα των αμερικανικών κυρώσεων CAATSA που έχουν επιβληθεί στην Τουρκία, φαίνεται πως καταγράφεται εκ νέου κινητικότητα, η οποία δεν αποκλείεται να οδηγήσει σύντομα σε εξελίξεις.

Πηγές στην Ουάσιγκτον αναφέρουν ότι ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προσανατολίζεται στην άρση των εναπομεινάντων περιορισμών που, εδώ και περίπου πέντε χρόνια, εμποδίζουν την ενίσχυση των αμυντικών δεσμών μεταξύ ΗΠΑ και Τουρκίας, έναν διακηρυγμένο στόχο και των δύο πλευρών, όπως έχει επανειλημμένως τονιστεί σε όλες τις επίσημες τοποθετήσεις.

Σε αυτή την κατεύθυνση, μόλις χθες το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενέκρινε την πώληση προηγμένων πυραυλικών συστημάτων στην Τουρκία, συνολικής αξίας άνω των 300 εκατ. δολαρίων. Συγκεκριμένα εγκρίθηκε η πώληση πυραύλων μέσου βεληνεκούς αέρος αέρος AIM-120C-8, αξίας 225 εκατ. δολαρίων, καθώς και πυραύλων AIM-9X Sidewinder Block II, αξίας 79,1 εκατ. δολαρίων. Η εξέλιξη αυτή αποτυπώνει με σαφήνεια την πρόθεση για περαιτέρω ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας ανάμεσα στις δύο χώρες.

Υπενθυμίζεται ότι οι κυρώσεις CAATSA είχαν επιβληθεί, μεταξύ άλλων, στις Τουρκικές Αμυντικές Βιομηχανίες (SSB) και όχι στο σύνολο του τουρκικού κράτους. Συνεπώς, εφόσον συμβαλλόμενο μέρος σε μια αμυντική συναλλαγή δεν είναι οι συγκεκριμένες οντότητες, τότε η εκάστοτε πώληση θεωρείται ότι βρίσκεται εκτός του πλαισίου εφαρμογής των κυρώσεων. Ετσι ακριβώς συνέβη και με τα μαχητικά αεροσκάφη F-16.

Καθοριστικό ρόλο στην ανακίνηση του ζητήματος των κυρώσεων φαίνεται πως έπαιξαν δύο παράγοντες. Η τηλεφωνική επικοινωνία Τραμπ – Ερντογάν πριν από δέκα ημέρες και η άφιξη –την ίδια ημέρα– του νέου πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Αγκυρα, Τομ Μπαράκ. Αν και το ακριβές περιεχόμενο της συνομιλίας των δύο ηγετών δεν έχει γίνει ακόμη γνωστό, καλά πληροφορημένες πηγές στην Ουάσιγκτον επιβεβαιώνουν ότι το θέμα των κυρώσεων τέθηκε εκ νέου από τον Τούρκο πρόεδρο, ο οποίος φέρεται να αιτήθηκε την άρση τους χωρίς καθυστερήσεις.

 νέος πρεσβευτής Τομ Μπαράκ από την πλευρά του εμφανίζεται αποφασισμένος να εκμεταλλευθεί στο έπακρον τον νέο ρόλο του και να εργαστεί μεθοδικά για την πλήρη αποκατάσταση και ενίσχυση των διμερών σχέσεων, μια στάση που στην Ουάσιγκτον ερμηνεύεται ήδη ως προπομπός εξελίξεων –σε πρώτο στάδιο– στο μέτωπο των κυρώσεων. Ο Μπαράκ είχε μάλιστα χθες την πρώτη επίσημη συνάντηση με τον Ερντογάν, στο πλαίσιο της επίδοσης των διαπιστευτηρίων του.

Η πιθανή άρση των κυρώσεων, η οποία συνεπάγεται και την αποδέσμευση των μαχητικών F-35 προς την Τουρκία, έχει προκαλέσει εντονότατη ανησυχία στο Ισραήλ, το οποίο αντιλαμβάνεται ότι η επιδείνωση των σχέσεών του με την Ουάσιγκτον, σε συνδυασμό με την έλλειψη ειλικρινούς επικοινωνίας με τον Λευκό Οίκο και τις ευρύτερες περιφερειακές εξελίξεις –με τις περισσότερες εκ των οποίων διαφωνεί–, περιορίζει σημαντικά τα περιθώρια επιρροής του στην αμερικανική πρωτεύουσα.

Παρά την πρόσφατη κινητοποίηση του εβραϊκού λόμπι στο Κογκρέσο, εκφράζεται προβληματισμός για την αποτελεσματικότητα των σχετικών δράσεων και σύμφωνα με πληροφορίες αυτή την ανησυχία εξέφρασε ανοικτά στους στενούς συνεργάτες του ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπέντζαμιν Νετανιάχου τα τελευταία 24ωρα.

Οπως αναφέρουν πηγές στο Κογκρέσο, στην παρούσα κυβέρνηση των ΗΠΑ όλες οι σημαντικές αποφάσεις λαμβάνονται αποκλειστικά από τον πρόεδρο. Μόλις οριστικοποιηθεί μια επιλογή του, ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός κινητοποιείται για την υλοποίησή της, χωρίς αντιστάσεις. «Αν ο πρόεδρος έχει αποφασίσει την άρση των κυρώσεων στην Τουρκία, ο τρόπος θα βρεθεί και το σύστημα απλώς θα ακολουθήσει», ανέφερε χαρακτηριστικά στην «Κ» πηγή με άριστη γνώση των διεργασιών, παραπέμποντας μάλιστα στην άρση των πολύ πιο σύνθετων και ευρείας κλίμακας κυρώσεων κατά της Συρίας – μια απόφαση που ελήφθη από τον ίδιο τον πρόεδρο, επειδή, όπως παραδέχθηκε ο ίδιος, «του το ζήτησαν η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία».

Σύμφωνα με πληροφορίες οι αρμόδιες επιτροπές του Κογκρέσου δεν είχαν ενημερωθεί ούτε τυπικά για την άρση των κυρώσεων κατά της Συρίας. Η παράκαμψη αυτή ερμηνεύεται ως σαφής ένδειξη ότι η εκτελεστική εξουσία αντιμετωπίζει τη νομοθετική ως ένα θεσμό χωρίς πραγματικά περιθώρια επιρροής.

Το ίδιο κλίμα μετέφερε πρόσφατα, σε κλειστή συνάντηση με μέλη της ελληνοαμερικανικής κοινότητας, και ο πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας Τζιμ Ρις, τονίζοντας ότι τα περιθώρια αντίδρασης του Κογκρέσου σε περίπτωση που ο πρόεδρος των ΗΠΑ υποβάλει επίσημο αίτημα πώλησης των F-35 στην Τουρκία είναι πρακτικά ανύπαρκτα.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ