Στις 27 Σεπτεμβρίου 1905 απαγχονίζεται από τους Οθωμανούς Τούρκους στο Μοναστήρι ο Μακεδονομάχος Κωνσταντίνος Χρήστου πιο γνωστός με το αγωνιστικό ψευδώνυμο «Καπετάν Κώττας», ένας σκληροτράχηλος πολεμιστής ταγμένος από πολύ μικρός και από πολύ νωρίς στα ελληνικά ιδεώδη!
Ο Κωνσταντίνος Χρήστου γεννήθηκε το 1860 στο χωριό Ρούλια της Φλώρινας, το οποίο, μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας στη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων του 1912-13, θα πάρει προς τιμήν του το όνομά του, και ήταν «Γκραικομάνος», ανήκε δηλαδή στους σλαβόφωνους και βλαχόφωνους Έλληνες της Δυτικής κυρίως Μακεδονίας, οι οποίοι στη διάρκεια του Μακεδονικού αγώνος θα αποτελέσουν τον κύριο στόχο των Βούλγαρων κομιτατζήδων που δρούσαν στην περιοχή.
Ο «Αετός των Κορεστίων», ήταν ένας σκληροτράχηλος αγωνιστής, Έλληνας στην καρδιά και στην ψυχή, που έζησε και πέθανε με το όνομα της Ελλάδος στα χείλη του.
Τον Ιούνιο του 1899, ο Καπετάν Κώττας, φύση ανυπότακτη και επαναστατική, βγαίνει στο βουνό κατά των Οθωμανών Τούρκων.
Τον Μάιο 1900 συνεργάζεται με την ΕΜΕΟ (Κομιτατζηδες) με δράση αποκλειστικά εναντίον των Τούρκων. Σλαβόφωνος ο ίδιος, ως προελέχθη, αλλά Έλληνας στη ψυχή, σε λίγους μήνες έρχεται σε ρήξη με τους κομιτατζήδες εξ αιτίας της συμπεριφοράς τους προς τους Έλληνες και Ελληνόφρονες της περιοχής.
Τότε έρχεται σε συνεννόηση με μία άλλη μεγάλη Ελληνική μορφή του Μακεδονικού Αγώνα, τον Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη, συντονίζοντας έτσι την ένοπλη δράση του Ελληνικού στοιχείου, εναντίον των Οθωμανών Τούρκων και των Βούλγαρων κομιτατζήδων, προτού ακόμα αρχίσουν οι αποστολές ενόπλων ανταρτικών ομάδων από την Ελλάδα.
Η ηγετική του μορφή αναγνωρίζεται από τον ίδιο τον Ανθυπολοχαγό του Πυροβολικού και μορφή του Μακεδονικού Αγώνα, Παύλο Μελά, ο οποίος του αναθέτει την ηγεσία των ένοπλων ανταρτικών σωμάτων της Δυτικής Μακεδονίας.
Τον Ιανουάριο του 1904 θα συναντηθεί στην Αθήνα με τον τότε Διάδοχο Κωνσταντίνο και τον Παύλο Μελά, σηματοδοτώντας έτσι την επίσημη ανάμειξη του Ελληνικού κράτους στον Μακεδονικό Αγώνα.
Ο Καπετάν Κώττας, ως Γραικομάνος, δεν μιλούσε ελληνικά, όμως στο λαιμό του κρεμόταν ένα νόμισμα με τον Μέγα Αλέξανδρο, ενώ η σφραγίδα του έγραφε στα ελληνικά «Ελευθερία ή Θάνατος».
Απευθυνόμενος στους ντόπιους χωρικούς της Δυτικής Μακεδονίας, οι πρώτες του κουβέντες ήταν «είμαστε Έλληνες». Με το διμέτωπο αγώνα του κατά των Οθωμανών και των Βουλγάρων κομιτατζήδων, ο Καπετάν Κώττας κρατά υψηλό το φρόνημα των Ελλήνων και των Ελληνοφρόνων της περιοχής.
Τον Ιούνιο του 1904 ο Καπετάν Κώττας συλλαμβάνεται από τους Οθωμανούς και μεταφέρεται στις φυλακές. Εκεί, του προτείνουν να τον αφήσουν ελεύθερο με αντάλλαγμα την προσφορά υπηρεσιών στον Οθωμανικό Στρατό, εκείνος όμως αρνείται πεισματικώς.
Στις 27 Σεπτεμβρίου 1905 ο Καπετάν Κώττας οδηγείται στο Μοναστήρι και στην αγχόνη! Γενναίος μέχρι τέλους ανεβαίνει μόνος στο ικρίωμα, φωνάζοντρας «Ντα ζίβι Γκρτσια» («Ζήτω η Ελλάδα») και κλωτσά ο ίδιος το σκαμνί στο οποίο τον είχαν ανεβάσει!
ΑΘΑΝΑΤΟΣ!