Το «παράθυρο» των 50 ημερών που έδωσε ο Ντόναλντ Τραμπ για να αποδεχτεί η Ρωσία συμφωνία για κατάπαυση του πυρός, προσφέρει στη Μόσχα χρόνο για να εντείνει την επίθεσή της στην Ουκρανία, προκαλώντας ανακούφιση στο Κρεμλίνο.
Ουσιαστικά, όπως αναφέρει σε ανάλυσή του το CNN, ο Τραμπ έδωσε στον Βλαντίμιρ Πούτιν το πράσινο φως για να ολοκληρώσει εντός 50 ημερών τη θερινή επίθεση, που έχει εξαπολύσει εναντίον της Ουκρανίας προτού αντιμετωπίσει οποιεσδήποτε συνέπειες.
Μόνο εάν δεν υπάρξει συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου έως το τέλος αυτής της περιόδου, στις αρχές Σεπτεμβρίου, θα τεθούν σε ισχύ οι δασμοί 100% με τους οποίους απείλησε τη Ρωσίας και οι δευτερογενείς κυρώσεις κατά των εμπορικών της εταίρων.
Αυτό πρέπει να μοιάζει με αιωνιότητα για τα εκατομμύρια των άυπνων Ουκρανών που υφίστανται τώρα μια κλιμακούμενη ρωσική επίθεση με φονικές πυραυλικές και μαζικές επιδρομές με drone στις πόλεις και τα χωριά τους, σημειώνει το αμερικανικό δίκτυο.
Αντίθετα, στη Μόσχα, η απόφαση έγινε δεκτή με ανακούφιση, καθώς θα μπορούσε να ήταν πολύ χειρότερα για τη ρωσική ηγεσία.
Οι κυρώσεις θα μπορούσαν να είχαν επιβληθεί άμεσα, εάν το επιθυμούσε ο Αμερικανός πρόεδρος ή να ήταν πολύ πιο αυστηρές, όπως είναι ο δασμός 500% που προτείνει το διακομματικό νομοσχέδιο στη Γερουσία των ΗΠΑ. Αν και οι νέες απειλές για την επιβολή κυρώσεων δεν είναι βέβαιο ότι θα αλλάξουν την πολεμική τακτική του Κρεμλίνου.
Και αυτό γιατί η Ρωσία είναι ήδη μία από τις χώρες που έχουν υποστεί τις πιο αυστηρές κυρώσεις στον κόσμο λόγω κατηγοριών για ανάμειξη στις εκλογές των ΗΠΑ, αλλά και για άλλες επιθετικές ενέργειες, από την Κριμαία μέχρι τη Συρία, τη Βρετανία και άλλες περιοχές.
Το Κρεμλίνο έχει ήδη διαμορφώσει ένα πολύπλοκο και ευέλικτο σύστημα για να παρακάμπτει τις κυρώσεις, προκειμένου να διατηρήσει ζωντανή την εύθραυστη οικονομία του, χωρίς να προχωρά σε καμία αλλαγή στάσης ή συμπεριφοράς.
«Η ζωή έδειξε ότι καμία απόφαση για την επιβολή κυρώσεων κατά της Ρωσίας δεν αποδίδει αποτελέσματα», σχολίασε ο Ανατόλι Ακσάκοφ, Ρώσος βουλευτής, όταν ρωτήθηκε για την τελευταία απειλή κυρώσεων.
«Ωθούν τη Ρωσία στο να προχωρά με αυτοπεποίθηση, να αναπτύσσει την οικονομία της, να πραγματοποιεί διαρθρωτικές αναδιαρθρώσεις της εθνικής της οικονομίας», πρόσθεσε.
Επιπλέον, κύκλοι του Κρεμλίνου υποψιάζονται ότι το περιθώριο των 50 ημερών πριν τεθούν σε ισχύ τυχόν νέες κυρώσεις από τις ΗΠΑ είναι υπεραρκετό για να αποδώσει η στρατιωτική πίεση στην Ουκρανία ή για να αλλάξει γνώμη για ακόμη μία φορά ο απρόβλεπτος Ντόναλντ Τραμπ σε σχέση με τη Ρωσία.
«Σε 50 ημέρες, πόσα μπορούν να αλλάξουν τόσο στο πεδίο της μάχης όσο και στη διάθεση αυτών που βρίσκονται στην εξουσία σε ΗΠΑ και ΝΑΤΟ», έγραψε σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης ο Ρώσος γερουσιαστής Κονσταντίν Κοσάτσεφ.
«Αλλά η δική μας στάση δεν θα αλλάξει», διαβεβαίωσε, τονίζοντας πως η Ρωσία ακολουθεί μια μακροπρόθεσμη στρατηγική στην Ουκρανία, σε αντίθεση με τις δυτικές κυβερνήσεις και ιδιαίτερα τη διοίκηση Τραμπ, που θεωρούνται απρόβλεπτες και ασταθείς.
Ωστόσο, η Ρωσία ανησυχεί πραγματικά για το ενδεχόμενο να αρχίσει ξανά η ροή αμερικανικών όπλων στην Ουκρανία, ακόμη και αμυντικών συστημάτων όπως οι πυραύλοι Patriot.
Η Μόσχα θεωρεί τις σχεδόν καθημερινές αεροπορικές επιθέσεις στο Κίεβο και σε άλλες ουκρανικές πόλεις ως αναπόσπαστο στοιχείο της παρούσας στρατιωτικής της επίθεσης, μαζί με την αργή προέλαση, που αποσκοπεί στη φθορά.
Το σχέδιο βασίζεται στη φθορά της ουκρανικής αποφασιστικότητας να συνεχίσει τον πόλεμο, στην αποδυνάμωση της πολιτικής βούλησης στην Ευρώπη και, τελικά, στην υποταγή της Ουκρανίας.
Όμως η συμφωνία για την παροχή περισσότερων αμερικανικών πυραυλικών συστημάτων Patriot, τα οποία προσφέρουν προστατευτική «ομπρέλα» έναντι αεροπορικών επιθέσεων, καθιστά αυτό το ενδεχόμενο λιγότερο πιθανό.
Και απογοητευμένοι Ρώσοι πολιτικοί αντιδρούν έντονα, κατηγορώντας τον πρόεδρο Τραμπ ότι μιλά για ειρήνη, αλλά παρατείνει τον πόλεμο παρασκηνιακά.
«Ουκρανία, αυτός ο άνθρωπος σε εξαπατά!» δήλωσε ο Λεονίντ Καλάσνικοφ, βουλευτής του Κομμουνιστικού Κόμματος. «Θέλει αυτός ο πόλεμος να συνεχιστεί, αλλά όχι με τα δικά του χέρια», πρόσθεσε ο Καλάσνικοφ.
Στην κρατικά ελεγχόμενη ρωσική τηλεόραση, η απόφαση των ΗΠΑ να ξαναρχίσουν την αποστολή όπλων στην Ουκρανία προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, με τον Ντόναλντ Τραμπ να συγκρίνεται με τον προκάτοχό του, ιδιαίτερα αντιπαθή στη ρωσική κοινή γνώμη.
«Ο Τραμπ πλέον βαδίζει στα χνάρια του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, υποσχόμενος όπλα στην Ουκρανία για να πιέσει τη Μόσχα να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων», δήλωσε η Όλγκα Σκαμπέγεβα, γνωστή φιλοκυβερνητική παρουσιάστρια.
«Ο Μπάιντεν το έκανε αυτό για τριάμισι χρόνια και όπως ξέρουμε, δεν πέτυχε τίποτα», σχολίασε ειρωνικά.