Ο Ντόναλντ Τραμπ, που κάποτε πρόσφερε στον Μπενιαμίν Νετανιάχου ό,τι πιο κοντά σε «λευκή επιταγή» είχε δώσει ποτέ Αμερικανός πρόεδρος, χαράζει πλέον δική του πορεία στη Μέση Ανατολή — με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό θεατή, όχι συνομιλητή.
Εν μέσω μιας νέας γεωπολιτικής αναδιάταξης και εν εξελίξει διαπραγματεύσεων με το Ιράν, η σχέση αυτή εμφανίζει ρωγμές — πολιτικές, προσωπικές και στρατηγικές.
Ο Τραμπ παραμένει δημόσια υποστηρικτικός προς το Ισραήλ, στηλιτεύοντας τη Χαμάς και εγκρίνοντας τη σκληρή στάση απέναντι στη Λωρίδα της Γάζας. Ωστόσο, επιδιώκει με συνέπεια μια γρήγορη κατάπαυση του πυρός, τόσο για να επιτύχει για να ενισχύσει το δικό του διπλωματικό αφήγημα: αυτό του ειρηνοποιού που επαναφέρει τη σταθερότητα και αναβιώνει τις Συμφωνίες του Αβραάμ.
Ο Νετανιάχου, αντίθετα, εμφανίζεται αμετακίνητος. Φοβάται ότι οποιαδήποτε εκεχειρία χωρίς στρατιωτική νίκη θα εκληφθεί ως ήττα και θα ενισχύσει τη Χαμάς.
Η απελευθέρωση του Αμερικανοϊσραηλινού ομήρου Ίνταν Αλεξάντερ μέσω Κατάρ, χωρίς συμμετοχή του Ισραήλ, αποτέλεσε σημείο καμπής. Ο Τραμπ πιστώθηκε την εξέλιξη, ενώ ο Νετανιάχου ενημερώθηκε εκ των υστέρων. Ενώπιον των καμερών, ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεν ανέφερε καν το όνομά του Ισραηλινού πρωθυπουργού, δίνοντας το μήνυμα πως το διπλωματικό παιγνίδι πλέον παίζεται αλλού.
Η συμφωνία με το Ιράν
Η πιο ουσιαστική ρήξη, ωστόσο, αφορά το Ιράν. Ο Τραμπ επανεκκινεί απευθείας συνομιλίες με την Τεχεράνη, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο μιας συμφωνίας που θα επιτρέπει περιορισμένο εμπλουτισμό ουρανίου για ειρηνικούς σκοπούς. Ήδη ο Αμερικανός πρόεδρος είπε ότι η συμφωνία με την Τεχεράνη «είναι πολύ κοντά», βυθίζοντας τις τιμές του πετρελαίου.
Για τον Νετανιάχου, που είχε πείσει τον ίδιο τον Τραμπ το 2018 να αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία Ομπάμα, μια τέτοια εξέλιξη συνιστά στρατηγική ήττα. Το Ισραήλ θεωρεί ότι η αποδυνάμωση του Ιράν και των συμμάχων του — Χεζμπολάχ, Χούθι, πολιτοφυλακές στο Ιράκ — προσφέρει την ιδανική ευκαιρία για να πληγεί το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα με στρατιωτικά μέσα.
Η απόφαση Τραμπ να διακόψει την εκστρατεία των ΗΠΑ κατά των Χούθι, μετά από προσωρινή εκεχειρία στην Ερυθρά Θάλασσα, αιφνιδίασε την Ιερουσαλήμ. Οι Χούθι συνέχισαν να στοχοποιούν το Ισραήλ, με πυραύλους να πλήττουν περιοχές κοντά στο αεροδρόμιο Μπεν Γκουριόν, χωρίς αμερικανική αντίδραση. Ο Νετανιάχου διαπιστώνει ότι η στρατηγική «λευκής επιταγής» που του προσέφερε ο Τραμπ στην πρώτη του θητεία έχει τελειώσει.
Την ίδια στιγμή, οι διπλωματικές βλέψεις του Τραμπ φαίνεται να στρέφονται αλλού. Στη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα βρίσκει εταίρους πρόθυμους να τον ενισχύσουν οικονομικά, γεωπολιτικά και —κυρίως— να του προσφέρουν το είδωλο του «μεγάλου συμφιλιωτή». Στο Ριάντ, όταν ο Τραμπ ανέφερε τις Συμφωνίες του Αβραάμ, το ακροατήριο παρέμεινε σιωπηλό. Το μήνυμα ήταν σαφές: δεν υπάρχει νέα συμφωνία χωρίς ειρήνη στη Γάζα. Ο Νετανιάχου όμως δεν του τη δίνει. Και η Σαουδική Αραβία περιμένει.
Οι εσωτερικές προκλήσεις
Το πολιτικό πλαίσιο εντός Ισραήλ επιβαρύνει περαιτέρω τον Νετανιάχου. Αντιμετωπίζει πολλαπλές κατηγορίες για διαφθορά, έχει χάσει τμήματα της κοινής γνώμης και κυβερνά με εύθραυστη δεξιά/ακροδεξιά συμμαχία. Η ρήξη με τον Τραμπ είναι επικίνδυνη: μεγάλο μέρος της εκλογικής του βάσης τον λατρεύει.
Δημόσια αντιπαράθεση θα μπορούσε να αποβεί καταστροφική. Δεν είναι τυχαίο ότι η ισραηλινή κυβέρνηση αποφεύγει τις διαρροές, αφήνοντας το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να κάνει το παιχνίδι.
Και η εναλλακτική
Αλλά το ερώτημα παραμένει: πόσο θα αντέξει αυτή η ανισορροπία; Ο Τραμπ ακολουθεί τη δική του ατζέντα — και η παρουσία του στην περιοχή είναι περισσότερο συνδεδεμένη με την προσωπική του παρακαταθήκη, τη γεωοικονομική σταθερότητα και την πιθανότητα ενός Νόμπελ Ειρήνης. Αν η Γάζα παραμένει φλεγόμενη και ο Νετανιάχου αμετακίνητος, δεν αποκλείεται ο Αμερικανός πρόεδρος να στραφεί οριστικά αλλού. Ο Ερντογάν περιμένει.