Guardian για συμφωνία ΗΠΑ – ΕΕ για δασμούς: Η νίκη του Τραμπ και τα ασαφή κέρδη των Βρυξελλών

 
εε και ηπα

Πηγή Φωτογραφίας: ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΡΧΕΙΟΥ

Ενημερώθηκε: 28/07/25 - 17:23

Σε συμφωνία έφτασαν ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση, σχετικά με τον εμπορικό πόλεμο που έχει ξεσπάσει τους τελευταίους μήνες, με τον Ντόναλντ Τραμπ να ανακοινώνει ότι θα επιβληθούν δασμοί 15% στα περισσότερα προϊόντα που εισάγει η χώρα του από την ΕΕ, ζητώντας παράλληλα από το γκρουπ να κάνει επενδύσεις σε ενεργειακά προϊόντα, αποτρέποντας την περαιτέρω κλιμάκωση της κρίσης.

Ασαφή τα ευρωπαϊκά κέρδη

Αρχικά, αξίζει να σημειωθεί ότι οι δασμοί 15% είναι μειωμένοι στο μισό από την προηγούμενη «απειλή» του Τραμπ, ωστόσο αρκετές χώρες θα απογοητευτούν από το εν λόγω νούμερο. Υπενθυμίζεται ότι όταν το Ηνωμένο Βασίλειο δέχτηκε δασμούς 10% στην εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ τον Μάιο, τότε οι Ευρωπαίοι έκαναν λόγο για κακή συμφωνία.

Οι Βρυξέλλες συμφώνησαν να αγοράσουν, σε βάθος τριετίαςπετρέλαιοφυσικό αέριοπυρηνικά καύσιμα και ημιαγωγούς αξίας 750 δισ. δολαρίων, συμπεριλαμβανομένου υγροποιημένου αερίου, ενώ συμφώνησαν να επενδύσουν 600 δισ. δολάρια στις ΗΠΑ, με ποσά να δίνονται και για αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού, όπως αναφέρει ο Guardian.

Σύμφωνα με αναλυτή, η συμφωνία αποτελεί «μια μεγάλη νίκη» για τον Ντόναλντ Τραμπ, αφού δεν είναι ακόμα σαφές το τι κέρδισε η Ευρωπαϊκή Ένωση. «Δασμοί 15% στα ευρωπαϊκά προϊόντα, αναγκαστικές αγορές αμερικανικής ενέργειας και στρατιωτικού εξοπλισμού, αλλά και μηδενικά δασμολογικά αντίποινα από την Ευρώπη. Αυτό δεν είναι διαπραγμάτευση, αυτό είναι η τέχνη της συμφωνίας», δήλωσε ο Πράσαντ Νιούναχα, που είναι ανώτερος αναλυτής στην TD Securities.

Παραμένει η αβεβαιότητα

Σύμφωνα με τον Τραμπ, οι ΗΠΑ θα διατηρήσουν δασμό 50% στον χάλυβα και το αλουμίνιο, αν και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε ότι αυτό το μέτρο θα μπορούσε να αντικατασταθεί με ένα σύστημα ποσοστώσεων, μετά από περαιτέρω διαπραγματεύσεις.

Επίσης, υπήρξε σύγχυση σχετικά με τα φαρμακευτικά προϊόντα, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος τόνισε ότι ο τομέας δεν θα συμπεριληφθεί, ωστόσο ένας ανώτερος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου, επιβεβαίωσε αργότετα ότι στην πραγματικότητα καλύπτονται από τον δασμό 15%. Η φον ντερ Λάιεν υπογράμμισε ότι θα ισχύουν μηδενικοί δασμοί για μια σειρά τομέων, συμπεριλαμβανομένων «όλων των αεροσκαφών και εξαρτημάτων τους, ορισμένων χημικών προϊόντων, ορισμένων γενόσημων φαρμάκων, εξοπλισμού ημιαγωγών, ορισμένων γεωργικών προϊόντων, φυσικών πόρων και κρίσιμων πρώτων υλών».

Πάντως, ορισμένοι εκφράζουν την αβεβαιότητά τους, αφού οι εξαγγελίες της Κυριακής (27/7) δεν ξεκαθάρισαν τους δασμούς που θα επιβληθούν στους Ευρωπαίους παραγωγούς κρασιού και οινοπνευματωδών.

Ο Τραμπ μπορεί να αλλάξει τους όρους της συμφωνίας

Ο αναπληρωτής διευθυντής της TeneoΚάρστεν Νίκελ, δήλωσε ότι η χθεσινή ανακοίνωση ήταν «απλώς μια πολιτική συμφωνία υψηλού επιπέδου» που δεν μπορούσε να αντικαταστήσει μια προσεκτικά διαμορφωμένη εμπορική συμφωνία. «Αυτό με τη σειρά του δημιουργεί τον κίνδυνο διαφορετικών ερμηνειών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, όπως φάνηκε αμέσως μετά τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ και Ιαπωνίας».

Την Κυριακή (27/7) ένας ανώτερος αξιωματούχος της αμερικανικής κυβέρνησης, δήλωσε στους δημοσιογράφους στην Ουάσιγκτον ότι ο Τραμπ διατηρεί το δικαίωμα να αυξήσει τους δασμούς στο μέλλον, σε περίπτωση οι ευρωπαϊκές χώρες δεν τηρήσουν τις επενδυτικές δεσμεύσεις που περιλαμβάνονται στη συμφωνία.

Διαχωρισμός στην Ιρλανδία

Η συμφωνία που ανακοινώθηκε από τον Ντόναλντ Τραμπ, δημιουργεί έναν μεγάλο «διαχωρισμό» στο νησί της Ιρλανδίας, καθώς οι έμποροι της Βόρειας Ιρλανδίας μπορούν να πωλούν στις ΗΠΑ με δασμολογικό συντελεστή 10%, χάρη στη συμφωνία του Ηνωμένου Βασιλείου, την ώρα που οι Ιρλανδοί θα επιβαρύνονται με 15%.

Η ανισότητα δυσχεραίνει τις διπλωματικές συνομιλίες σχετικά με τις εγγυήσεις για τη διατήρηση της σταθερότητας σε ολόκληρο το νησί στο πλαίσιο της Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής, η οποία είχε ήδη κλονιστεί από τις επιπτώσεις του Brexit, όταν οι τελωνειακές ρυθμίσεις που αφορούσαν τη Βόρεια Ιρλανδία αποτέλεσαν έναν πολύ μεγάλο... πονοκέφαλο για τους διαπραγματευτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ηνωμένου Βασιλείου.

Ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της ΙρλανδίαςΣάιμον Χάρις, δήλωσε ότι λυπάται για τον δασμολογικό συντελεστή 15%.

Απογότευση στη γερμανική βιομηχανία

Ο Φρίντριχ Μερτς χαιρέτισε τη συμφωνία, λέγοντας ότι απέτρεψε μια εμπορική σύγκρουση που θα είχε πλήξει την εξαγωγική οικονομία της Γερμανίας και τον μεγάλο τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας της.

Άλλωστε, οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες -όπως η VW, η Mercedes και η BMW- έχουν πληγεί σε μεγάλο βαθμό από τον δασμό 27,5% που επιβάλλουν οι ΗΠΑ στις εισαγωγές αυτοκινήτων και ανταλλακτικών.

Όμως, η ισχυρή ομοσπονδία βιομηχανικών ομίλων BDI εξέφρασε ανοιχτά την απογοήτευσή της. «Ακόμα και ένας δασμός 15% θα έχει τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις στη γερμανική βιομηχανία που βασίζεται στις εξαγωγές», ανέφερε ο Βόλφγκανγκ Νίντερμαρκ, μέλος της ηγεσίας της ομοσπονδίας. Η ένωση χημικών βιομηχανιών VCI δήλωσε ότι η συμφωνία άφησε τους δασμούς «υπερβολικά υψηλούς».

Ο αντίκτυπος των δασμών είναι πιθανό να είναι σημαντικός για ορισμένες εταιρείες, με τη Volkswagen να αναφέρει ότι υπέστη ζημιά 1,3 δισ. ευρώ στα κέρδη της κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους, λόγω των υψηλότερων δασμών.

Παραμένουν σε υψηλά επίπεδα οι δασμοί σε σχέση με το παρελθόν

Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν χαρακτήρισε τη συμφωνία ως «καλή που θα φέρει σταθερότητα και προβλεψιμότητα», ο αρχικός στόχος των Βρυξελλών στις διαπραγματεύσεις, ήταν να υπάρξει κοινή γραμμή πλεύσης για μηδενικούς δασμούς, που εν τέλει παραμένουν σε υψηλά επίπεδα σε σύγκριση με το παρελθόν.

«Η παραλυτική αβεβαιότητα έχει σε μεγάλο βαθμό τελειώσει, η συμφωνία είναι ανεκτή για την ΕΕ», υπογράμμισε ο Χόλγκερ Σμίντινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας Μπέρενμπεργκ. «Ο Τραμπ μπορεί να ισχυριστεί ότι η ασύμμετρη συμφωνία είναι "νίκη" για τον ίδιο. Αλλά, φυσικά, το αποτέλεσμα εξακολουθεί να είναι κακό σε σχέση με την κατάσταση που επικρατούσε πριν ο Αμερικανός πρόεδρος ξεκινήσει τους δασμούς», πρόσθεσε.

Τέλος, είναι πολύ πιθανό ότι οι Αμερικανοί καταναλωτές θα επωμιστούν το κόστος των δασμών, καθώς οι εταιρείες αυξάνουν τις τιμές, κάτι για το οποίο προειδοποίησαν πολλοί οικονομολόγοι.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ