Τέσσερα χρόνια μετά την εκλογή του αριστερού Γκάμπριελ Μπόριτς, οι προεδρικές εκλογές αποτελούν ένα στοίχημα για το αν το πολιτικό εκκρεμές θα γυρίσει πάλι στον πινοτσετισμό. Ανάλυση DW.Στις αρχές του 2022 πολλοί μιλούσαν για το «ροζ κύμα» στη Λατινική Αμερική, ειρωνευόμενοι ως ένα βαθμό τον «κόκκινο κίνδυνο» που πάντα επικαλούνταν οι ΗΠΑ για τις παρεμβάσεις τους στη Λατινική Αμερική, πριν ακόμα από την επιχείρηση «Κόνδορας» της δεκαετίας του 1970, που ανέβασε δικτατορίες σε μια σειρά από χώρες της ηπείρου. Τότε η Αριστερά σε μια πιο «ήπια» μορφή της έμοιαζε να βρίσκεται σε άνοδο και να κυβερνά στην μεγάλη πλειοψηφία των κρατών της Νότιας Αμερικής και η επιστροφή του Ινάσιο Λούλα έμοιαζε σχεδόν σίγουρη.
Σημαντικό ρόλο στο να αποδοθεί αυτός ο χαρακτηρισμός είχε συντελέσει η νίκη του Γκάμπριελ Μπόριτς στη Χιλή. Ο 36χρονος νομικός και πρώην ηγέτης του φοιτητικού κινήματος είχε καταφέρει να ενώσει τις δυνάμεις της Αριστεράς σε έναν συνασπισμό με τον εύγλωττο τίτλο «Εγκρίνω την Αξιοπρέπεια», αξιοποιώντας και ένα ευρύ κύμα λαϊκής δυσαρέσκειας και να επικρατήσει του ακροδεξιού Χοσέ Αντόνιο Καστ, γιού ενός πρώην αξιωματικού της Βέρμαχτ και εκπρόσωπου της σκληρής συντηρητικής Δεξιάς και του πινοτσετισμού.
Ο Μπόριτς επαγγέλθηκε την «αλλαγή» και υποσχέθηκε κοινωνική δικαιοσύνη και ένα νέο Σύνταγμα για να εξαλειφθούν τα απομεινάρια της δικτατορίας του Πινοτσέτ, που συνέδεσε τον ακροδεξιό αυταρχισμό με τον σκληρό νεοφιλελευθερισμό της «σχολής του Σικάγο», με εμπνευστή τον Μίλτον Φρίντμαν.
Διαφορετικό το κλίμα
Την Κυριακή οι Χιλιανοί καλούνται και πάλι στις κάλπες για να εκλέξουν τον νέο τους πρόεδρο. Αυτή τη φορά όλα μοιάζουν διαφορετικά, όχι μόνο γιατί λόγω Συντάγματος, ο Μπόριτς δεν θα είναι υποψήφιος, αφού δεν του επιτρέπεται δεύτερη συναπτή θητεία.
Συνολικά το κλίμα στη Νότια Αμερική είναι διαφορετικό. Στην Αργεντινή κυβερνά ο Χαβιέ Μιλέι, ο ακραίος «νεοφιλελεύθερος με το πριόνι», στην Βολιβία πρόσφατα εξελέγη ένας συντηρητικός πρόεδρος με σύνθημα «καπιταλισμός για όλους».
Στην ίδια τη Χιλή ο Καστ είναι και πάλι υποψήφιος και αποφασισμένος να πάρει αυτή τη φορά την εκδίκησή του. Το πόσο πολωμένη είναι η κατάσταση αποδεικνύεται από το γεγονός ότι απέναντί του αυτή τη φορά βρίσκεται για το στρατόπεδο της Αριστεράς μια κομμουνίστρια, η Ζανέτ Χάρα, που επικράτησε στις εσωτερικές εκλογές της παράταξης και φιλοδοξεί να μπορέσει να συνεχίσει όσα άφησε στη μέση ο Μπόριτς. Ήταν μέχρι τώρα υπουργός Εργασίας στην κυβέρνησή του.
Υπήρξαν βεβαίως κάποιες βελτιώσεις για τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, χωρίς να απειληθεί η σταθερότητα της οικονομίας. Σταθεροί είναι και οι θεσμοί της χώρας, ενώ βήματα έχουν γίνει για να μπορέσει να αποκτήσει η χώρα τα πλήρη δικαιώματα στα κοιτάσματα λιθίου της, όπως επίσης για να υπάρξει μια αποκατάσταση των εγκλημάτων παλιότερων καθεστώτων απέναντι στη φυλή των ιθαγενών Μαπούτσε.
Πολλοί θεωρούν ότι το λάθος του Μπόριτς ήταν ότι από την αρχή είχε ανεβάσει πολύ ψηλά τον πήχη των προσδοκιών, τις οποίες ήταν δύσκολο να υλοποιήσει μέσα σε μια τετραετία, σε μια χώρα με βαρύ παρελθόν αυταρχικών κυβερνήσεων.
Υπάρχουν ακόμα δύο υποψήφιοι που τον εκπροσωπούν και διεκδικούν την είσοδό τους στον δεύτερο γύρο, κάποιοι μάλιστα διατηρούν σχέσεις με ευρωπαϊκά ακροδεξιά κόμματα, όπως η γερμανική AfD και το ισπανικό VOX. Η Έβελιν Ματέι (UDI), κόρη ενός άλλοτε στρατηγού του Πινοτσέτ, που στο παρελθόν είχε χαρακτηρίσει «αναγκαία» τα θύματα της χούντας και ο Γιοχάνες Κάιζερ (PNL) που παρουσιάζεται ως η χιλιανή εκδοχή του Αργνεντίνου Μιλέι.
Για την 51 ετών Ζανέτ Χάρα, που δεν εμφανίζεται βεβαίως πλέον με «καθαρές κομμουνιστικές» θέσεις, έχει μάλιστα σαφώς αποστασιοποιηθεί από τα καθεστώτα της Κούβας και της Βενεζουέλας, προκειμένου να εκπροσωπήσει όσο γίνεται ευρύτερα προοδευτικά στρώματα φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο να μπορέσει να επικρατήσει απέναντι σε αυτή την πολυμέτωπη επίθεση από τα Δεξιά, όσο και αν ποντάρει στην προσωπική της εικόνα, που παραμένει πολιτικά ελκυστική ειδικά για τη χιλιανή νεολαία.
Στην περίπτωση που βρεθεί στον δεύτερο γύρο απέναντι σε κάποιον από τους τρεις υποψήφιους της Δεξιάς είναι σαφές ότι θα έχει απέναντί της ένα συμπαγές αντι-αριστερό μέτωπο. Η προσπάθεια της είναι να απευθυνθεί στα περίπου πέντε εκατομμύρια των νέων ψηφοφόρων και συνολικά στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα, κατηγορώντας τους δεξιούς αντιπάλους της ότι εκπροσωπούν όνειρα από το παρελθόν, αλλά η Χιλή θα πρέπει να κοιτάξει το μέλλον.