Το μεγάλο «όπλο» της ΕΕ στον εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ λέγεται «Anti Coercion Instrument» (ACI), ωστόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση το αντιμετωπίζει ως την απολύτως έσχατη λύση.
Πρόκειται για το ισχυρότερο εργαλείο εμπορικής άμυνας της ΕΕ, η ενεργοποίηση του οποίου δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Η νομοθεσία, γνωστή ως μηχανισμός κατά του εξαναγκασμού (ACI), έχει ως στόχο να λειτουργεί αποτρεπτικά για τρίτες χώρες που στοχοποιούν την ΕΕ ή τα κράτη μέλη της.
Συγκεκριμένα, δίνει στην ΕΕ την εξουσία να προτείνει αντίμετρα, όπως ειδική φορολογία σε αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς, περιορισμούς σε επενδύσεις ή αποκλεισμό πρόσβασης σε τμήματα της ευρωπαϊκής αγοράς και δημόσιες συμβάσεις στην Ευρώπη.
Όμως, παρόλο που το ACI σχεδιάστηκε κυρίως ως μέσο αποτροπής, μπορεί να λειτουργήσει και ως άμεση απάντηση σε χώρες που προσπαθούν να επηρεάσουν τις κυρίαρχες πολιτικές επιλογές της ΕΕ μέσω εμπορικών πιέσεων.
Τα δύο «αγκάθια» του ACI
Το ACI αποτελεί ένα ισχυρό «όπλο», ωστόσο έχει δύο σημεία που απαιτούν προσεκτικές κινήσεις.
Το ένα είναι ότι η απόφαση για την ενεργοποίησή του ανήκει στα κράτη μέλη και χρειάζεται αρκετό χρόνο. Συγκεκριμένα, η διαδικασία απαιτεί πως η ΕΕ θα διερευνήσει πιθανές περιπτώσεις εξαναγκασμού προτού ζητήσει από τα κράτη μέλη να επιβεβαιώσουν τα ευρήματά της.
Στη συνέχεια, απαιτείτααι ειδική πλειοψηφία (τουλάχιστον 15 από τα 27 κράτη της) για να τεθεί υπέρ της υιοθέτησης μέτρων αντιμετώπισης της ACI και ακόμη και πριν τεθούν σε εφαρμογή, η Επιτροπή θα πρέπει να πραγματοποιήσει συνομιλίες με τον φερόμενο ως παραβάτη για να προσπαθήσει να επιλύσει τη διαφορά.
Από την άλλη, τα μέτρα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ακόμα πιο έντονη κλιμάκωση στην κόντρα μεταξύ των δύο.
Συγκεκριμένα, μπορεί να οδηγήσει στην απαγόρευση της πρόσβασης των Αμερικανών προμηθευτών στην αγορά της ΕΕ από την ΕΕ, αποκλείοντάς τους από τη συμμετοχή σε δημόσιους διαγωνισμούς στην Ένωση, καθώς και στην επιβολή περιορισμών στις εξαγωγές και εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, ενώ επιτρέπει επίσης περιορισμούς στα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και στις άμεσες ξένες επενδύσεις.
Πόσο κοντά είμαστε σε μια συμφωνία
Μέχρι στιγμής, ΕΕ και ΗΠΑ συνεχίζουν να διεξάγουν συνομιλίες της τελευταίας στιγμής για την επίτευξη εμπορικής συμφωνίας, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να στοχεύει σε μια βασική δασμολογική συμφωνία 10% και στην προστασία βασικών βιομηχανιών, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία, η γεωργία, τα μηχανήματα και η αεροδιαστημική.
«Ενώ η ΕΕ θα δεχτεί έναν βασικό δασμό 10% με εξαιρέσεις και ποσοστώσεις που προστατεύουν τις μεγάλες βιομηχανίες της ΕΕ, ένας αμοιβαίος συντελεστής μεγαλύτερος από 15% πιθανότατα θα οδηγήσει σε κάποια αντίποινα από την ΕΕ», ανέφεραν σε σημείωμα οι αναλυτές του Eurasia Group, σύμφωνα με το CNBC.
«Η απειλή του Τραμπ να τριπλασιάσει τον συντελεστή θεωρείται ως διαπραγματευτική τακτική και όχι ως ζώνη προσγείωσης από την ΕΕ.
Ωστόσο, η ΕΕ θα απειλήσει να πλήξει τις αμερικανικές εξαγωγές αξίας έως και 116 δισ. ευρώ με αντιδασμούς και να χρησιμοποιήσει πρόσθετα εμπορικά μέτρα - συμπεριλαμβανομένου του ισχυρού Μέσου Κατά του Καταναγκασμού (ACI) του μπλοκ που θα μπορούσε να στοχεύσει τις εξαγωγές υπηρεσιών των ΗΠΑ - για να δώσει κίνητρα στην κυβέρνηση Τραμπ για μια συμφωνία».
Αξίζει να σημειωθεί πως η αμερικανική πλευρά δηλώνει από την 1η Αυγούστου θα τεθούν σε εφαρμογή δασμοί ύψους 30% για το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών της ΕΕ προς τις ΗΠΑ.
Τι ισχύει σήμερα
Εκτός από τον καθολικό δασμό, ο Αμερικανός πρόεδρος έχει ήδη επιβάλει επιβαρύνσεις 25% στα αυτοκίνητα και τα ανταλλακτικά τους, ενώ έχει διπλασιάσει τους δασμούς στον χάλυβα και το αλουμίνιο.
Παράλληλα, έχει απειλήσει να στοχεύσει τα φάρμακα και τους ημιαγωγούς με νέους δασμούς από τον επόμενο μήνα, ενώ πρόσφατα ανακοίνωσε επιβάρυνση 50% στον χαλκό.
Συνολικά, η Κομισιόν υπολογίζει ότι οι υφιστάμενοι αμερικανικοί δασμοί καλύπτουν περίπου 380 δισ. ευρώ ($442 δισ.), δηλαδή σχεδόν το 70% των ευρωπαϊκών εξαγωγών προς τις ΗΠΑ.