Κομβικό ρόλο στη λειτουργία της εγκληματικής οργάνωσης που εξαπατούσε το Δημόσιο αποκομίζοντας εκατομμύρια ευρώ είχε ο λογιστής φερόμενος ως αρχηγός. Και αυτό γιατί κατείχε την απαιτούμενη τεχνογνωσία, προκειμένου να συναλλάσσεται με τις αρμόδιες Αρχές και να πραγματοποιεί τις απαιτούμενες διαδικασίες για την έγκριση των υποβληθέντων αιτήσεων και την εξαπάτηση των δημόσιων φορέων.
Η δράση του κυκλώματος που κατάφερε να «τσεπώσει» σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ. περισσότερα από 5 εκατομμύρια ευρώ περιγράφεται αναλυτικά στη δικογραφία που έχει σχηματιστεί για την υπόθεση.
Απάτη μέσω 40 εταιρειών
Όπως αποκαλύφθηκε από την έρευνα των στελεχών της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων, οι κατηγορούμενοι είχαν αναπτύξει ένα δίκτυο 40 εταιρειών μέσω των οποίων «έβαζαν» χέρι στο δημόσιο χρήμα. Ειδικότερα, μεταξύ των εν λόγω νομικών προσώπων κατήρτιζαν εικονικά συμβάσεις μίσθωσης ακινήτων, ορίζοντας υπερβολικά υψηλά μισθώματα που δεν δικαιολογούνταν από την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη. Για την παράνομη αυτή δραστηριότητα χρησιμοποιούσαν 55 ακίνητα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται οι οικίες τους κατηγορουμένων, ακόμα κι ένα γιαπί.
Η εικονικότητα των συμβάσεων καθίσταται πρόδηλη ιδίως αν ληφθεί υπόψη το ύψος των μισθωμάτων σε συνδυασμό με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των μίσθιων, όπως η αντικειμενική αξία της ζώνης που ανήκαν και η επιφάνεια αυτών. Ενδεικτικό είναι το γεγονός πως δήλωναν ότι νοίκιαζαν ένα σπίτι στη Νίκαια 57 τμ έναντι 20.000 ευρώ τον μήνα.
Παράλληλα, το χρονικό διάστημα που λάμβαναν χώρα οι υπό έρευνα συμβάσεις, ήτοι η περίοδος έξαρσης του covid, η οποία συνοδεύθηκε από αξιοσημείωτη οικονομική ύφεση, επιβεβαιώνουν την εικονικότητα τους, ιδίως αν πέρα από τα ανωτέρω χαρακτηριστικά ληφθεί υπόψη η δηλωθείσα χρήση του μίσθιου (όπως λ.χ. Υπηρεσίες διοργάνωσης ψυχαγωγικών εκδηλώσεων). Ακολούθως, εκμεταλλευόμενοι τα κατεπείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών του κινδύνου διασποράς του κορωνοϊου, προέβαιναν σε ψευδείς δηλώσεις covid, αιτούμενοι την καταβολή των ως άνω μισθωμάτων, τα οποία είχαν προηγουμένως δηλώσει εικονικά, με μοναδικό σκοπό την ζημία του Ελληνικού Δημοσίου και την αποκόμιση αντίστοιχα παράνομου περιουσιακού οφέλους.
Παράλληλα, παρατηρήθηκε ότι, στις απόπειρες απάτης, ήτοι στις υποβολές ψευδών δηλώσεων covid που δεν τελεσφόρησαν και απορρίφθηκαν προέβαιναν κατά περίπτωση σε αγωγές σε βάρος των αντισυμβαλλόμενών του στις μισθώσεις ακινήτων για μη καταβολή των μισθωμάτων, προκειμένου να αποφύγουν τυχόν άλλες έννομες συνέπειες, όπως η επιβολή των προβλεπόμενων φόρων και η απαλλαγή τους από τυχόν περαιτέρω ελέγχους από τις φορολογικές Αρχές.
Εκτός από τις δηλώσεις covid προέβαιναν και σε ψευδείς αιτήσεις σε άλλους δημόσιους φορείς, τροφοδοτώντας αυτούς με πλασματικά στοιχεία έχοντας ως σκοπό την παραπλάνησή τους, εκμεταλλευόμενοι το ανωτέρω δίκτυο εταιρειών, προκειμένου είτε να εντάξουν τις τελευταίες σε αναπτυξιακά προγράμματα του υπουργείου ανάπτυξης (ΕΣΠΑ κ.α.) λαμβάνοντας επιδοτήσεις, είτε να λάβουν παρανόμως περαιτέρω ενισχύσεις ως επιστρεπτέες προκαταβολές, χρησιμοποιώντας προς τούτο ψευδή στοιχεία και εικονικά παραστατικά όσον αφορά τον κύκλο εργασιών, τα διαθέσιμα κεφάλαια και άλλα οικονομικά στοιχεία αυτών.
Μεταξύ των πλαστογραφημένων εγγράφων περιλαμβάνονται αποδεικτικά τραπεζικών συναλλαγών έγγραφα της ΑΑΔΕ κ.α. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ανέγερσης, μέσω προγράμματος ΕΣΠΑ, ακινήτου – βίλα με πρόσχημα την εκμετάλλευση του ως ενοικιαζόμενο κατάλυμα, το οποίο στην πραγματικότητα χρησιμοποιούταν ως οικία δύο εκ των συλληφθέντων.
Ταυτόχρονα, στις ανωτέρω εταιρείες εκμεταλλευόμενοι την μετακύλιση της ευθύνης (αστικής, ποινικής, διοικητικής) στους αχυρανθρώπους, ασφάλιζαν κατά περίπτωση σε αυτές προσωπικό, χωρίς να καταβάλλουν την αξία των ασφαλιστικών εισφορών (εργατικών & εργοδοτικών) παραπλανώντας τον ΕΦΚΑ ως προς τον πραγματικό διαχειριστή τους και αποστερώντας από αυτόν τη δυνατότητα ανάκτησης της αξίας των εισφορών.
Άλλες δικλείδες και μέτρα ασφαλείας που τους εξασφάλιζαν στην εγκληματική οργάνωση τη διαρκή και απρόσκοπτη δράση της από το 2020 μέχρι και σήμερα, ήταν η πολυπλοκότητα της δράσης αυτής μέσω της χρήσης πολλών διαφορετικών εικονικών εταιρειών/ατομικών οντοτήτων που δήλωναν ως πελάτες/προμηθευτές τους και εμφάνιζαν τύποις μόνο συναλλαγές. Τη συσκότιση τυχόν ερευνών επεδίωκαν και με τις κινήσεις που διενεργούσαν μέσω του χρηματοπιστωτικού φορέα.
Πιο συγκεκριμένα, τα έσοδα από την παράνομη δραστηριότητά τους, απορροφούνταν από το ανωτέρω δίκτυο εταιρειών και τοποθετούνταν/αναμιγνύονταν στους ίδιους τραπεζικούς λογαριασμούς που πιστώνονταν τα κέρδη από τη νόμιμη δραστηριότητα των εταιρειών.
Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., από την ανάλυση των τραπεζικών τους κινήσεων διαπιστώθηκε η χρήση πολλών λογαριασμών διαφορετικών προσώπων και εταιρειών, καθώς και μεγάλο πλήθος συνεχών μεταφορών των ίδιων ποσών μεταξύ των λογαριασμών τους, γεγονός που δε συνάδει με τα συναλλακτικά ήθη και φαίνεται ότι, πραγματοποιούνταν για τη απόκρυψη της ροής και της προέλευσης των χρημάτων και τη τελική νομιμοποίηση τους. Εκτός των λογαριασμών του αρχηγικού μέλους και των εταιρειών του χρησιμοποιήθηκαν και οι εταιρικοί τραπεζικοί λογαριασμοί των άλλων μελών της ε.ο, καθώς και συγγενικών τους προσώπων.
Τα χρήματα στη συνέχεια φαίνεται ότι, είτε επενδύονταν πίσω στις εταιρείες με την επέκταση της νόμιμης δραστηριότητας τους (αύξηση εταιρικών κεφαλαίων, ανέγερση ακινήτων κ.α.), που συντελούσε ωστόσο και στην περαιτέρω ανάπτυξη του εγκληματικού τους δικτύου και στην τέλεση περισσοτέρων απατών σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Διέθεταν 122 τραπεζικούς λογαριασμούς
Ειδικότερα, για τη νομιμοποίηση των εσόδων τους, είχαν εγκαταστήσει ένα δαιδαλώδες διατραπεζικό κανάλι αποτελούμενο από 122 τραπεζικούς λογαριασμούς που ανήκαν στο δίκτυο των εταιρειών που είχαν συστήσει εικονικών και μη.
Μέσω αυτών και πραγματοποιώντας 57.253 τουλάχιστον συναλλαγές, μετέφεραν τα ποσά που εισέπραξαν από τις αιτήσεις covid (εικονικές μισθώσεις ακινήτων), τις επιστρεπτέες αναλήψεις και τις επιδοτήσεις ΕΣΠΑ., προβαίνοντας σε συνεχείς κινήσεις μεταξύ αυτών για να αποκρύψουν την παράνομη προέλευσή τους και να προσδώσουν νομιμοφάνεια στα εν λόγω έσοδα.
Ακολούθως, τα μέλη του κυκλώματος προέβαιναν σε αναλήψεις των χρημάτων αυτών, τα οποία είτε χρησιμοποιούνταν για την ανέγερση πολυτελών ακινήτων, είτε επανατοποθετούνταν/πιστώνονταν σε έτερους λογαριασμούς του ως άνω δικτύου εταιρειών για την αύξηση των εταιρικών τους κεφαλαίων και την εκ νέου τέλεση αδικημάτων.
Τα χρήματα αυτά προέκυψε ότι ανακυκλώνονταν στο ανωτέρω δίκτυο ανάλογα των σκοπών της ομάδας πετυχαίνοντας έτσι παράλληλα τη νομιμοποίησή τους.
Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν μεταφορές μεταξύ των τραπεζικών λογαριασμών των εμπλεκομένων εταιρειών και των κατηγορουμένων που ανέρχονται τουλάχιστον στα 10.897.157 ευρώ καθώς και αναλήψεις μετρητών που ανέρχονται συνολικά στο ποσό των 13.042.601 ευρώ και πραγματοποιήθηκαν κυρίως από τους κατηγορουμένους.