Σπάνια συνέντευξη του Λουκιανού Ληκαηδόνη - Ο στρατός, ο Μπιθικώτσης και η κρίση της Ελλάδας

 
Σπάνια συνέντευξη του Λουκιανού Ληκαηδόνη - Ο στρατός, ο Μπιθικώτσης και η κρίση της Ελλάδας

Ενημερώθηκε: 07/02/17 - 14:18

Μια σπάνια συνέντευξη είχε δώσει ο γνωστός μουσικοσυνθέτης Λουκιανός Κηλαηδόνης που πέθανε τα ξημερώματα της Τρίτης 7 Φεβρουαρίου. Η συνέντευξη έγινε το 2013 για λογαριασμό του musicheaven.gr.

Ο Λουκιανός δεν δίστασε να μιλήσει για τα νεανικά του χρόνια, τις θετικές του σπουδές στο Πολυτεχνείο, τα δύσκολα χρόνια στον στρατό, τη γνωριμία του με τον Μπιθικώτση, τις επιρροές και συνεργασίες του που θα ζήλευε κάθε καλλιτέχνης καθώς και είπε την δική του άποψη για την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική κρίση στην Ελλάδα του 2013.

Πώς ήρθε η ενασχόληση με την μουσική με τόσες θετικές σπουδές;

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Νέα Κυψέλη επάνω στα βουνά. Έτυχε στην γειτονιά που μεγάλωσα μια φίλη της μητέρας μου να είναι καθηγήτρια πιάνου. Στο σπίτι δεν υπήρχε προϊστορία μουσικών. Αυτή η φίλη της μητέρας μου - είχα και έναν αδερφό λίγο μεγαλύτερο από εμένα - είπε στείλε μου τα παιδιά να τα ξεκινήσω πιάνο. Και ξεκινήσαμε και οι δυο μαζί. Επειδή όμως πηγαίναμε εκεί πέρα και οι δυο μαζί και κυρίως ασχολούμασταν να καταβρέχουμε ο ένας τον άλλον, να κυνηγιόμαστε, 5 χρονών εγώ, 8 ο άλλος, είπε «δεν μπορώ και τους δυο είναι ανυπόφοροι, να συνεχίσει ο ένας», και τυχαία συνέχισα εγώ.

Λοιπόν το ξεκίνημά μου ήταν κλασικές σπουδές. Μέχρι 12-14 χρονών τραβιόμουνα σε ωδεία. Κάπου 14 περίπου άρχισα τα ιδιαίτερα, γιατί ήταν πολύ χάσιμο χρόνου από την Κυψέλη στην Πειραιώς, εδώ στο ωδείο, οπότε ή η δασκάλα ερχόταν σπίτι, ή εγώ πήγαινα σε μια δασκάλα κάπως και τ' απλοποίησα...

Σε μια ηλικία γύρω στα 14 περίπου, γράφω τα πρώτα μου κομματάκια τα οποία είναι σκέτα πιανιστικά, με πολύ έντονες επιρροές και λίγο από κλασσική και λίγο από τα αμερικάνικα της εποχής του '50. Εγώ γεννημένος το '43 έζησα πολύ έντονα την δεκαετία του '50, δηλαδή, όλη την ιστορία των πάρτι και του rock'n'roll. Έτσι γύρω στο '56-'57 έγραψα τα πρώτα μου πραγματάκια, και συνεχίζω να έχω μια πολύ μεγάλη αγάπη στην μουσική. Κυρίως έπαιζα κομμάτια άλλων, αλλά πέρναγα καθημερινά πολλές ώρες στην εξάσκηση. Ήταν η διασκέδασή μου. Άκουγα κάτι προσπαθούσα να το βρω, [και μετά], να το κάνω...

Πάω για λίγο καιρό φαντάρος, (λέω για λίγο καιρό γιατί δεν μπορούσα τον στρατό), πήρα Ι5 πήγα καθάρισα με τον στρατό, είπα δεν το μπορώ αυτό το πράγμα, και έτσι έχοντας πια ελεύθερο χρόνο, δεν είχα τίποτα να κάνω, άρχισα να γράφω τα πρώτα μου τραγούδια, με δικούς μου στίχους, ή κάποιων φίλων –ούτε αυτοί ήταν επαγγελματίες ούτε εγώ. Κάποια στιγμή, λοιπόν, μια φίλη από την παρέα, μου λέει «Ξέρω τον Μπιθικώτση - θα στον φέρω μια μέρα εδώ» και τον οποίο λάτρευα. Λέω «Έλα ρε Μαριάννα».

Μου φέρνει τον Μπιθικώτση. Και [του] παίζω μερικά τραγουδάκια, και μου λέει [ο Μπιθικώτσης] «Ρε εσύ, εσύ είσαι ο καινούριος Ψηλός» (εννοώντας τον Θεοδωράκη) ...αυτά το 1969... Χούντα. «Τίποτα παρέα θα τα κάνουμε όλα» [μου έλεγε ο Μπιθικώτσης]. Εκείνη την εποχή μια άλλη φίλη η Κωστούλα η Μητροπούλου όπου έχει γράψει και τους στίχους στο πρώτο μου LP στην "Πόλη μας", με προτείνει στην Ραλλού Μάνου που είχε το Ελληνικό Λαϊκό χορόδραμα, απ' όπου είχε περάσει Θεοδωράκης, Χατζιδάκις κ.ά. μεγάλη ιστορία του Ελληνικού Λαϊκού πενταγράμμου. Με προτείνει λοιπόν και κάνουμε μια συνεργασία (την πρώτη μας), θα το έλεγα musical αλλά με την καλή εκδοχή της έννοιας που λεγόταν "Η Πόλη μας". Τα κείμενα ήταν της Κωστούλας της Μητροπούλου, και δικιά μου μουσική. Αυτό έγινε παράσταση, παίχτηκε λίγο καιρό στην Αθήνα, και με αυτό το υλικό, η Ραλλού Μάνου με πάει στον Τάκη τον Λαμπρόπουλο από την Columbia. Εγώ ζήτησα για τον δίσκο τον Μπιθικώτση, αλλά αυτός ήταν περιοδεία στο εξωτερικό, και μου είπε ο Λαμπρόπουλος «αν θες να έχεις ένα δίσκο τις γιορτές, να τα πει ο Μητσιάς, γιατί ο Γρηγόρης είναι σε Καναδά, Νέα Υόρκη κλπ». Εγώ τρελαμένος να κάνω ένα δίσκο-να κάνω έναν δίσκο, ξεκινάω τελικά με τον Μητσιά. Κάνω την "Πόλη μας", που είχε την τύχη να έχει δυο τραγουδάκια. Το "Όσο αγαπιόμαστε τα δυο" και το "Μη χτυπάς", τα οποία πολύ γρήγορα βγήκαν σε 45άρι. Εκείνη την εποχή υπήρχανε χιλιάδες jukebox. Μπαίνει λοιπόν εκείνο το 45άρι εκεί πέρα και για μια χρονιά ολόκληρη, ήταν το δισκάκι που τυπωνόταν συνεχώς στην Columbia. Για μια χρονιά, δεν προλάβαιναν να τυπώνουν. Τύπωναν τρείς βάρδιες. Αυτό μου ανοίγει λίγο τον ορίζοντα, και ο Λαμπρόπουλος μου λέει για την επόμενη δουλειά θα συνεργαστείς με τον Γκάτσο, ο οποίος ήταν αποκλειστικός συνεργάτης της Columbia. Και είχα την τύχη, στην δεύτερη μου δουλειά, να συνεργαστώ με τον Γκάτσο. Τί άλλο καλύτερο. Και κάναμε την "Κόκκινη κλωστή" με τον Γκάτσο το 1972, πάλι με τον Μητσιά και την Γαλάνη, όπου πήγε καλά, είχε μέσα το "Μιά Κεφαλλονίτισα" και διάφορα σουξέ για την εποχή και έτσι μπαίνω σε έναν δρόμο. Η επόμενη δουλειά που πρότεινα και δύσκολα πείστηκε η Columbia να μου την κάνει, ήταν τα "Μικροαστικά" τα οποία "Μικροαστικά" επειδή ήταν αριστερά τραγούδια εντελώς, ενώ ήταν γραμμένα το 1971, το 1973 ένα μήνα πριν το Πολυτεχνείο, κυκλοφορεί ο δίσκος σε κόκκινο βινύλιο. Σε κόκκινο βγήκε. Εντελώς δηλαδή "μπαμ" μέσα στην χούντα. Κόψανε μερικά στην λογοκρισία αλλά και αυτά που βγήκανε ήταν αρκετά.

Πώς ήρθε η συνεργασία με τους Apurimac την δεκαετία του '80;

Είχα ένα χώρο το "Texas" στην πλατεία Μαβίλη για δυο χρονιές το οποίο ήταν ένα είδος βαριετέ με διάφορα είδη διασκέδασης σε καμπαρέ που τελευταία κιόλας είναι στην μόδα αυτά στην Αμερική. Έχοντας λοιπόν διάφορες μνήμες από τσίρκο, από Φελίνι, εκτός που τραγουδούσα τα δικά μου τραγούδια, έβαλα σε έναν χώρο που δεν ήταν τεράστιος, και μάγο και ακροβάτη, και κλακετίστες και τον διάολο μέσα μου, εν πάσει περιπτώσει. Μεταξύ των άλλων, συνεργάστηκα και με μια μπάντα από το Ζαΐρ, που ήταν φοιτητές εδώ, και παίζανε "Ζουκ" ένα δικό τους είδος και μετά κάποιος μου πρότεινε τους Apurimac που είναι Λατινοαμερικάνοι. Να 'ρθούνε και οι Apurimac. Ήρθαν και οι Apurimac. Δουλέψαμε κάναμε μια σεζόν -ούτε- και λιγότερο, μέσα σε όλα τα άλλα μου είπανε έχουμε τον "Μαύρο τον θεό", βάζεις εσύ τα ελληνικά να το πούμε; Αυτό ήταν. Ούτε πριν, ούτε μετά είχα [τίποτ' άλλο] με τους Apurimac.

Έχουμε δει, και κυρίως ακούσει ότι καταφέρατε το πετυχημένο πάντρεμα όλων αυτών των ειδών μουσικής που σας επηρέασαν και αγαπήσατε. Πόσο δύσκολο ήταν από πλευράς ενδοιασμών αν θα είναι εύπεπτο στο κοινό, και πόσο δύσκολο ήταν από τεχνικής άποψης η κάθε τέτοια παραγωγή;

Έκανα πάντα του κεφαλιού μου. Αδιαφορώντας για τον κόσμο. Απόδειξη, ότι το 1975-'76 έκανα την "Media Luz" ήταν soundtrack μιας ταινίας noir, όταν όλη η Ελλάδα τραγουδούσε Θεοδωράκη και αντάρτικα. Δηλαδή, έλεγα αυτό θα κάνω και όσοι πιστοί προσέλθετε. Τα "Μικροαστικά" πάλι, όταν τα έβγαλα, όλη η Ελλάδα τραγουδούσε "Επιπόλαιο με λες" και κάτι τέτοια. Ήτανε χούντα και ήταν ο Κατσαρός, "Ο Σταμούλης ο λοχίας" κλπ. Στֹ' αρχίδια μου. Εγώ είπα, τώρα αυτό θα κάνω. Το ίδιο έκανα και με τον "Καουμπόυ" και με τα άλλα... δεν με ενδιέφερε η μόδα. Δεν με ενδιέφερε η μόδα στο ντύσιμο, δεν με ενδιέφερε στα μαλλιά. Μου έλεγε ο κουρέας μου -χρόνια με έψηνε- ότι δεν είναι της μόδας τώρα τα μακριά μαλλιά, μετά από καιρό μου έλεγε τώρα ήρθανε τα μακριά μαλλιά, εγώ είχα μακριά μαλλιά. Το ίδιο και στο ντύσιμο. Το ίδιο και στα τραγούδια. Το έκανα για πάρτη μου. Που λέει και ο Μπόρχες κάπου, -ο μέγας Μπόρχες ο συγγραφέας- , «γράφω για μένα, για μερικούς φίλους μου, και για να απαλύνω την ροή του χρόνου».

Να κάνουμε και δυο/τρεις ερωτήσεις για την κατάσταση των ημερών μας;

Πράγματι, είναι μια εποχή μεγάλων ανακατατάξεων. Πράγμα που περνάει και η Ελλάδα. Το θέμα της οικονομικής κρίσης είναι μόνο μία παράμετρος, υπάρχει πολιτιστική κρίση, είναι γενικότερο το πρόβλημα. Είναι ένα πράγμα που βράζει, το οποίο μπορεί να πάρει κάποια χρόνια για να ξεκαθαρίσει, για να βγει κάτι καινούριο και λαμπερό. Αν σκεφτεί κανείς ότι ένα μεγάλο μπαμ ήταν η αρχαιότητα η δικιά μας, το επόμενο μεγάλο μπαμ ήταν η Αναγέννηση, είναι 1500 χρόνια περίπου που μεσολάβησαν, αυτή την στιγμή αυτό το βράσιμο μπορεί να πάρει π.χ. άλλα 600 χρόνια, δεν ξέρουμε. Είμαι σίγουρος πάντως ότι τα πράγματα θα πάνε καλά. Γιατί είμαι σίγουρος; Ε είμαι σίγουρος!

Τώρα σας τρομάζουν τα νέα μέτρα και αυτοί που τα βάζουν;

Όχι βέβαια... Δεν μας τρομάξανε άλλες εποχές. Κάτσε να σου δείξω κάτι που είναι προφητικό. Το '79 κάνω τον δίσκο "Ψυχραιμία παιδιά" και έχω μέσα και το "Δεν μας τρομάζουνε τα νέα μέτρα". Έχω έναν φίλο εξαιρετικό, ο οποίος έχει κάνει το εξώφυλλο, όπου έχει θέματα από τα τραγούδια που υπάρχουνε μέσα στον δίσκο. Για τα νέα μέτρα δες τί έχει εδώ... Νέα μέτρα... Πιο νέα μέτρα... Ακόμα πιο νέα μέτρα... Το '79... Λοιπόν οι ανατολίτες λένε «Πλούσιος είναι αυτός που είναι ευχαριστημένος με όσα έχει». Εγώ είμαι από αυτούς.

Ποιό πιστεύετε ότι είναι αυτό το σάπιο που έλεγε ότι "υπάρχει εδώ" ο Μαυρογιαλούρος στον Γκρούεζα στο τέλος της ταινίας "Υπάρχει και φιλότιμο";

Δεν βλέπω Ελληνικές ταινίες - δεν ξέρω. Δεν βλέπαμε ποτέ. Η γενιά μου δεν έβλεπε Ελληνικές ταινίες. Η γενιά μου έβλεπε καουμπόικα και αστυνομικά. Τα αγόρια. Τα κορίτσια μπορεί να βλέπανε και ελληνικό σινεμά. Εμείς δεν έχουμε δει καθόλου ελληνικό σινεμά. Και δεν τα μπορώ στην τηλεόραση. Μου φαίνονται χοντροκομμένα και βλακώδη. Εκτός από τον Φωτόπουλο και κανέναν δυο που συμπαθώ, όλα τα άλλα δεν τα αντέχω.