Μετά την αιφνιδιαστική απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει βαρείς δασμούς στην Κίνα, το Πεκίνο απάντησε αρχικά με επιθετικότητα και σκληρή ρητορική, διακηρύσσοντας ότι δεν πρόκειται να υποχωρήσει σε «ιμπεριαλιστικούς εκβιασμούς».
Ωστόσο, στο παρασκήνιο, ανώτατοι Κινέζοι αξιωματούχοι άρχισαν να ανησυχούν βαθιά για τις οικονομικές συνέπειες του εμπορικού πολέμου και τον κίνδυνο διεθνούς απομόνωσης κι έτσι, σύμφωνα με αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Reuters, άρχισαν να διαπραγματεύονται με την Ουάσιγκτον.
Η απόφαση του Πεκίνου να αποστείλει τον κορυφαίο οικονομικό αξιωματούχο της κυβέρνησης, Χε Λιφένγκ, στην Ελβετία για συνομιλίες με την αμερικανική πλευρά βασίστηκε σε τρεις βασικούς άξονες: την εσωτερική οικονομική πίεση, την επιθυμία για μείωση της έντασης και την ανάγκη να αποφευχθεί η περιθωριοποίηση από άλλους εμπορικούς εταίρους που διαπραγματεύονται με την Ουάσιγκτον.
Παράλληλα, η ρητορική Τραμπ απέναντι στο Πεκίνο έχει παρουσιάσει σχετική αποκλιμάκωση τις τελευταίες εβδομάδες, ενώ οι πρώτες επαφές είχαν ξεκινήσει κατά τις εαρινές συνόδους του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, με την κινεζική πλευρά να αναζητά επαφή στο ανώτατο δυνατό επίπεδο.
Η αρχική πρόταση για διάλογο με τον Κινέζο υπουργό Εμπορίου Γουάνγκ Γουεντάο απορρίφθηκε από την Ουάσιγκτον ως ανεπαρκής, με τις ΗΠΑ να απαιτούν συνομιλητή με άμεση πρόσβαση στον Σι Τζινπίνγκ.
Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, η Ελβετία προσφέρθηκε ως ουδέτερη χώρα για την πρώτη συνάντηση, η οποία χαρακτηρίζεται από το Πεκίνο «προδιαπραγματευτική».
«Κύματα πτωχεύσεων»
Κινεζικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν ήδη κύματα πτωχεύσεων, κυρίως στον κλάδο των παιχνιδιών, του επίπλου και της κλωστοϋφαντουργίας.
Η αδυναμία αντικατάστασης της αμερικανικής αγοράς με αναδυόμενες οικονομίες θεωρείται υπαρξιακή απειλή για δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις, με αναλυτές να προειδοποιούν για απώλεια έως και 16 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας.
Το Πεκίνο διαπιστώνει επίσης πως σημαντικοί εμπορικοί του εταίροι, όπως η Ινδία, το Βιετνάμ και η Ιαπωνία, ανοίγουν διαύλους με την Ουάσιγκτον, γεγονός που αυξάνει τον φόβο περιθωριοποίησης.
Ενα επιπλέον εμπόδιο ήταν η επιστολή που απέστειλαν οι ΗΠΑ στα τέλη Απριλίου, ζητώντας από την Κίνα σειρά μέτρων για την καταπολέμηση των πρόδρομων ουσιών φαιντανύλης.
Πηγή από την κινεζική πλευρά χαρακτήρισε την επιστολή «αλαζονική» και προσβλητική, λέγοντας πως υπενθυμίζει «απαράδεκτες απαιτήσεις στο εσωτερικό πολιτικό σύστημα της Κίνας».
Εντονες αντιδράσεις
Η κινεζική κυβέρνηση αντέδρασε έντονα, επισημαίνοντας ότι οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν το ζήτημα των ναρκωτικών ως πρόσχημα για την επιβολή δασμών. Παρ’ όλα αυτά, αξιωματούχοι και από τις δύο πλευρές αναγνωρίζουν ότι η φαιντανύλη θα τεθεί αναπόφευκτα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στη Γενεύη.
Παρά την κλιμάκωση, η επιθυμία και των δύο πλευρών να δείξουν ότι δεν είναι υπεύθυνες για ενδεχόμενη κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας λειτούργησε ως καταλύτης.
Η Κίνα αποφάσισε να στείλει τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Χε Λιφένγκ, πρόσωπο με άμεση πρόσβαση στον Σι, ικανοποιώντας το αμερικανικό αίτημα για συνομιλίες σε υψηλό επίπεδο, χωρίς όμως να εκθέτει πολιτικά τον ίδιο τον Κινέζο πρόεδρο.
Οι προσδοκίες του Πεκίνου παραμένουν συγκρατημένες: Εσωτερικά, το Πεκίνο έχει υποβαθμίσει το επίπεδο των συνομιλιών σε «συνάντηση» και όχι επίσημες διαπραγματεύσεις.
Στο τραπέζι ενδέχεται να τεθούν προτάσεις αγοράς LNG και αγροτικών προϊόντων από τις ΗΠΑ, αντίστοιχες με εκείνες της συμφωνίας «Φάση Ενα» του 2019.
Παρότι η κατάργηση του αμερικανικού φορολογικού ορίου για εισαγωγές κάτω των 800 δολαρίων και η υπόθεση TikTok βρίσκονται στο προσκήνιο των διμερών εντάσεων, δεν αναμένεται να έχουν κεντρικό ρόλο στις συζητήσεις του Σαββατοκύριακου.
Reuters