Τη μετατόπιση του κέντρου βάρους της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής προς εκείνους που ο Ντόναλντ Τραμπ θεωρεί πιο στενούς συμμάχους —και με τους οποίους μπορεί να συναλλάσσεται με τον τρόπο που ο ίδιος γνωρίζει— σηματοδοτεί το πρώτο ταξίδι του στο εξωτερικό κατά τη δεύτερη θητεία του στον Λευκό Οίκο, επιλέγοντας ως σταθμούς τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Η παράδοση ήθελε η πρώτη επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου μετά την ανάληψη των καθηκόντων του να είναι σε κάποιον από τους γείτονες ή στενούς συμμάχους, όπως ο Καναδάς, το Μεξικό, το ΝΑΤΟ ή οι Βρυξέλλες. Ο Ντόναλντ Τραμπ επέλεξε τα βασίλεια του Κόλπου, στέλνοντας με ξεκάθαρο τρόπο το μήνυμα ότι η εξωτερική πολιτική του θα κινείται «εκτός πλαισίου», ότι δεν υπάρχουν σταθερές και δεσμεύσεις, και επίσης ότι οι στρατηγικές του επιλογές συνδέονται στενά με την εξασφάλιση ισχυρών οικονομικών ανταλλαγμάτων.
Οι δεσμεύσεις του Ριάντ, πρώτος σταθμός της περιοδείας του, για συμφωνίες ύψους 600 δισ. δολαρίων, ώστε το συνολικό πακέτο να φτάσει το 1 τρισ. δολάρια τους επόμενους μήνες, και το πακέτο αγορών εξοπλισμών αξίας 140 δισ. δολαρίων, προφανώς δεν άφησαν ασυγκίνητο τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει μακρά παράδοση σε αυτού του είδους τις συναλλακτικές σχέσεις με τους Άραβες.
Στην αρχή της θητείας του φιλοξένησε στο ιδιόκτητο γήπεδο γκολφ του στις ΗΠΑ τη σαουδαραβική υπερπολυτελή διοργάνωση LIV Golf Tour, ενώ η εταιρεία του γαμπρού του, Τζάρεντ Κούσνερ, εξασφάλισε 2 δισ. δολάρια από το Δημόσιο Επενδυτικό Ταμείο της Σαουδικής Αραβίας. Η εταιρεία Τραμπ ανακοίνωσε πριν λίγες εβδομάδες ότι σχεδιάζει την ανέγερση πολυτελών κτιρίων στην Ντόχα και στο Ντουμπάι. Οι προσωπικές σχέσεις με το Κατάρ είναι επίσης στενές, με αποκορύφωμα την απόφαση του εμίρη του Κατάρ να προσφέρει στον πρόεδρο Τραμπ ένα «δώρο»: το υπερπολυτελές Boeing 747-8 αξίας 400 εκατομμυρίων δολαρίων, ώστε να το χρησιμοποιεί μέχρι την παράδοση του νέου Air Force One.
Όμως η επίσκεψή του, που δείχνει αυτή τη μετατόπιση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, αφήνει ένα μεγάλο κενό: το πώς ακριβώς θα ισορροπήσει, αν βεβαίως επιθυμεί κάτι τέτοιο, με τον μέχρι σήμερα ισχυρότερο σύμμαχο των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, το Ισραήλ, για το οποίο υπάρχει και στρατηγική δέσμευση για την ασφάλειά του από πλευράς ΗΠΑ.
Μετά από σειρά γεγονότων που δείχνουν την αποστασιοποίηση του Τραμπ από το Ισραήλ και τον Μπενιαμίν Νετανιάχου τις τελευταίες εβδομάδες, η εξαίρεση του Ισραήλ από μια τέτοια περιοδεία, αλλά και το γεγονός ότι στη διάρκεια μίας ώρας ομιλίας του στο Ριάντ ο πρόεδρος Τραμπ δεν αναφέρθηκε ούτε μία φορά στο Ισραήλ, συνιστούν ένα ιδιαίτερα ανησυχητικό μήνυμα, όχι μόνο για το Ισραήλ, αλλά και για όλους τους συμμάχους των ΗΠΑ, που πλέον βλέπουν ότι ακόμη και οι παραδοσιακά ισχυρές στρατηγικές σχέσεις με την Ουάσιγκτον τίθενται υπό δοκιμασία.
Πιθανότατα, ο εκνευρισμός του Τραμπ με το Ισραήλ οφείλεται στο ότι ο Νετανιάχου, με την αλαζονεία που του δημιουργούσε η τυφλή στήριξη των ΗΠΑ και την πεποίθηση πως ο Τραμπ θα υιοθετήσει πλήρως το δόγμα της εξάλειψης της Χαμάς με κάθε κόστος, δεν συμπορεύθηκε με τον Αμερικανό πρόεδρο στην προώθηση μιας συμφωνίας εκεχειρίας στη Γάζα — πρωτοβουλία που προωθεί το Κατάρ και στηρίζει η Σαουδική Αραβία.
Ο πρίγκιπας διάδοχος Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, μάλιστα, απαντώντας στις παραινέσεις του Τραμπ για υπογραφή των Συμφωνιών του Αβραάμ για την αποκατάσταση διπλωματικών σχέσεων με το Ισραήλ, έθεσε ως όρο την επίτευξη εκεχειρίας και την έναρξη της διαδικασίας για την ίδρυση Παλαιστινιακού κράτους. Υποστηρίζει δε το αραβικό σχέδιο για την ανοικοδόμηση και ανασυγκρότηση της Γάζας, συνολικού κόστους 53 δισ. δολαρίων.
Η πρόταση για εκεχειρία συνέπεσε με τη στιγμή που ο Νετανιάχου, για λόγους που σχετίζονται και με την προσωπική του στρατηγική, προανήγγειλε νέα μαζική επίθεση στη Γάζα και κατάληψη μέρους της από τις Ισραηλινές δυνάμεις, που θα έχει ως συνέπεια την έξοδο των Παλαιστινίων από τη Λωριδα. Έτσι, ο Ν. Τραμπ δεν μπόρεσε στη διάρκεια αυτής της επίσκεψης να πανηγυρίσει την ολοκλήρωση ουσιαστικά του μεγάλου σχεδίου που ξεκίνησε στην πρώτη θητεία του, με την ένταξη και της Σαουδικής Αραβίας στις Συμφωνίες του Αβραάμ. Όμως, για το Ισραήλ ήταν επίσης ανησυχητικό το μήνυμα ότι οι Αμερικανοί, όπως φάνηκε και από τις παρασκηνιακές διαβουλεύσεις για την απελευθέρωση του Αμερικανοϊσραηλινού ομήρου την παραμονή της επίσκεψης Τραμπ στο Ριάντ, έχουν έμμεσες επαφές με τη Χαμάς μέσω μη διπλωματικών διαύλων.
Την προηγούμενη εβδομάδα, ο Ν. Τραμπ εξέπληξε δυσάρεστα το Ισραήλ όταν ανακοίνωσε συμφωνία «ανακωχής» με τους Χούθι, οι οποίοι συνεχίζουν να στοχοποιούν με βαλλιστικούς πυραύλους το Ισραήλ. Στο θέμα του Ιράν, ενώ ο Μ. Νετανιάχου περίμενε τη συνδρομή των ΗΠΑ για ένα αποφασιστικό πλήγμα στο ιρανικό οπλοστάσιο της Τεχεράνης, είδε τον Πρόεδρο Τραμπ , μέσω των προσωπικών απεσταλμένων του, να ξεκινούν συνομιλίες με το Ιράν.
Όμως και οι εξαγγελίες του Ν. Τραμπ για τη Συρία είναι ένας ακόμη λόγος ανησυχίας για το Ισραήλ.
Ο Ν. Τραμπ, αιφνιδιάζοντας τους πάντες, ανακοίνωσε χθες ότι, κατόπιν των παρακλήσεων του Σαουδάραβα πρίγκιπα και του Τ. Ερντογάν, αποφάσισε την άρση των κυρώσεων στη Συρία και θα συναντηθεί σήμερα με τον προσωρινό πρόεδρο της χώρας, Αλ Σαράα, στην πρώτη τέτοια συνάντηση Αμερικανού προέδρου με Σύρο αξιωματούχο εδώ και 25 χρόνια. Αυτή η εξέλιξη έρχεται τη στιγμή που το Ισραήλ πιέζει ασφυκτικά τη Δαμασκό, έχοντας μάλιστα καταλάβει και εδάφη στο νότιο τμήμα της χώρας και βομβαρδίζοντας στόχους στο έδαφός της. Ο ίδιος ο Αλ Σαράα έχει δηλώσει ότι δεν είναι αντίθετος στην προσχώρηση στις Συμφωνίες του Αβραάμ, υπό όρους, με στόχο φυσικά να αποφύγει την άμεση αντιπαράθεση με το Ισραήλ.
Τώρα, το Τελ Αβίβ βλέπει όχι μόνο να μπαίνει στο παιχνίδι ο Αλ Σαράα, νομιμοποιούμενος από την Ε.Ε., τον Πρόεδρο Μακρόν και τον Πρόεδρο Τραμπ, αλλά και στη γειτονική χώρα να υπάρχουν πλέον ανταγωνισμός για την επιβολή επιρροής μεταξύ της Τουρκίας, του Κατάρ και της Σαουδικής Αραβίας. Το άλλο αρνητικό μήνυμα που έχει εκπέμψει τις τελευταίες εβδομάδες ο Ν. Τραμπ είναι η θετική προσέγγιση προς την Τουρκία και τον Πρόεδρο Ερντογάν, που αποτελεί ίσως τον πιο φανατικό πολέμιο του Ισραήλ.
Ο τρόπος με τον οποίο αναφέρεται στον Τούρκο πρόεδρο ο Ν. Τραμπ, αλλά και τα θερμά λόγια για την επιλογή της Κωνσταντινούπολης ως τόπου μιας ενδεχόμενης ρωσοουκρανικής συνάντησης, καθώς και η εκδήλωση ενδιαφέροντος να επισκεφθεί την Τουρκία ο ίδιος για να παραστεί στις συνομιλίες (που μάλλον ακυρώνεται ως σχέδιο λόγω της μη δεδομένης συμμετοχής του Β. Πούτιν), είναι ενδεικτικά μιας νέας αμερικανικής προσέγγισης προς την Τουρκία.
Και αν τελικά ο Πρόεδρος Τραμπ, για λόγους που έχουν να κάνουν με την ιδιοσυγκρασία του, με τη συναλλακτική αντίληψη της εξωτερικής πολιτικής, αλλά και με την εικόνα του παγκόσμιου ειρηνοποιού που έχει για τον εαυτό του, θέλει να δει μια Μέση Ανατολή με συμφιλιωμένους τους Άραβες, την Τουρκία και το Ισραήλ, είναι προφανές ότι αυτό μπορεί να περάσει μόνο μέσα από τη λύση του Παλαιστινιακού. Κάτι για το οποίο το Ισραήλ, ο μέχρι τώρα στενότερος σύμμαχος των ΗΠΑ, δεν φαίνεται να είναι έτοιμο…
Το πρώτο ταξίδι του Ν. Τραμπ στη δεύτερη θητεία του ως Προέδρου των ΗΠΑ, ήδη από την πρώτη ημέρα του, δείχνει ότι τίποτα πια δεν θα είναι το ίδιο με όσα γνωρίζαμε για τις διεθνείς σχέσεις και τις παγκόσμιες ισορροπίες.
Πηγή: protothema.gr