«Οι Ευρωπαίοι ήθελαν αδασμολόγητο εμπόριο για αυτοκίνητα και άλλα βιομηχανικά προϊόντα, αλλά τώρα τους απειλεί ένας δασμός 30% για όλες τις εξαγωγές τους προς τις ΗΠΑ: Μετά από εβδομάδες άκαρπων διαπραγματεύσεων, η εμπορική διαμάχη μεταξύ Βρυξελλών και Ουάσινγκτον κλιμακώθηκε το Σαββατοκύριακο. Σε επιστολή προς την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν σε φιλικό τόνο, αλλά αυστηρό επί της ουσίας, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε έναν ενιαίο δασμό 30% στις ΗΠΑ και απείλησε με περαιτέρω αύξηση σε περίπτωση πιθανών ευρωπαϊκών αντιμέτρων. Η επίθεση αιφνιδίασε την ΕΕ. Μήπως τελικά ο Τραμπ κήρυξε εμπορικό πόλεμο στην Ευρώπη; Ή μήπως η επιστολή του είναι απλώς ένας ακόμα ελιγμός για να πετύχει μια καλύτερη συμφωνία;» αναρωτιέται η tageszeitung του Βερολίνου.
Η εφημερίδα αναρωτιέται για το πώς θα αντιδράσει η Ευρώπη, σημειώνοντας τις διαφορές απόψεων εντός της ΕΕ. «Μήπως τελικά η ΕΕ αποφασίσει να πιέσει; Η Γερμανία συνεχίζει να πατάει φρένο. Η υπουργός Οικονομίας, Κατερίνα Ράιχε, ζητά μια γρήγορη και ρεαλιστική λύση μέσω διαπραγματεύσεων. Το διαπραγματευτικό πόκερ μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ εισέρχεται στην αποφασιστική φάση, δήλωσε ο Γιούργκεν Χαρντ, αναπληρωτής επικεφαλής της Κ.Ο. της Χριστιανικής Ένωσης στην Μπούντεσταγκ. Οι δύο πολιτικοί υποστηρίζουν έτσι την ομοϊδεάτη τους φον ντερ Λάιεν για μια πιο ήπια γραμμή. Ελπίζουν σε μια συμφωνία μέχρι τα τέλη Ιουλίου, που θα μπορούσε να μειώσει τον δασμολογικό συντελεστή – πιθανώς στο 20%. Ωστόσο, η υποχωρητικότητα θα μπορούσε να ενθαρρύνει τον Τραμπ να χτυπήσει ακόμα πιο σκληρά».
Μια συνέντευξη με κενά
Ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς ήταν αυτός που εγκαινίασε τις καλοκαιρινές συνεντεύξεις που συνηθίζεται να δίνουν κάθε καλοκαίρι οι πολιτικοί αρχηγοί στη δημόσια τηλεόραση ARD. Φυσικά και ρωτήθηκε για το θέμα των δασμών: «Μια περαιτέρω αύξηση των δασμών από τον Τραμπ θα έπληττε σκληρά τη γερμανική εξαγωγική βιομηχανία και θα τορπίλιζε τις προσπάθειες της κυβέρνησής μας στην οικονομική πολιτική» παραδέχτηκε. Ωστόσο, εμφανίστηκε βέβαιος ότι μπορεί να βρεθεί λύση μέσω διαπραγματεύσεων. Οι συνομιλίες με την κυβέρνηση των ΗΠΑ έχουν προχωρήσει αρκετά, όπως είπε. Ο Γερμανός καγκελάριος προσπάθησε επίσης να υποβαθμίσει το πρόβλημα που προέκυψε με την εκλογή των μελών του Συνταγματικού Δικαστηρίου από τη Βουλή, λέγοντας ότι θα βρεθεί λύση μετά τις διακοπές και αρνούμενος να δεχτεί ότι η κυβέρνηση συνασπισμού περνάει κρίση.
Πάντως. η ιστοσελίδα tagesschau στον «έλεγχο» που έκανε στα λεγόμενά του διέγνωσε κάποια κενά ή λάθη. Ο καγκελάριος υποστήριξε ότι ο φόρος μεγάλης περιουσίας έχει κριθεί αντισυνταγματικός στο παρελθόν,κάτι που δεν ισχύει, ενώ δήλωσε ότι οι Σοσιαλδημοκράτες στο Ευρωκοινοβούλιο έχουν συνεργαστεί συχνότερα με την Ακροδεξιά, από ό.τι το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, κάτι που επίσης δεν μπορεί να τεκμηριωθεί.
Τι ήθελε ο Λαβρόφ στην Πιονγκ Γιανγκ;
Η Frankfurter Allgemeine σχολιάζει την επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας Σεργκέι Λαβρόφ στη Βόρεια Κορέα ως ένα ακόμα δείγμα για την απομάκρυνση της Μόσχας από τη Δύση.
«Η Ρωσία σταδιακά αποσυνδέεται όλο και περισσότερο από τις προηγούμενες κατευθυντήριες γραμμές της εξωτερικής πολιτικής της, οι οποίες κάποτε χρησίμευαν ως επιχείρημα στη Δύση ότι ήταν δυνατή η συνεργασία με το καθεστώς του Βλάντιμιρ Πούτιν προς το συμφέρον της παγκόσμιας ασφάλειας. Για πολύ καιρό, η Ουάσινγκτον και οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες πίστευαν ότι η Μόσχα ήθελε επίσης να αποτρέψει το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα από το να αναπτύξουν πυρηνικά όπλα. Το ίδιο το Κρεμλίνο τροφοδότησε αυτές τις ελπίδες. Ακόμα και όταν οι σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Δύσης ήταν ήδη πολύ τεταμένες μετά την έναρξη της ρωσικής επιθετικότητας κατά της Ουκρανίας το 2014, ο Πούτιν επέβαλε εκτεταμένες κυρώσεις κατά της Βόρειας Κορέας.
Ο Σεργκέι Λαβρόφ επαινεί τώρα το κομμουνιστικό καθεστώς στη Βόρεια Κορέα επειδή απέκτησε πυρηνικά όπλα «έγκαιρα» υπό το φως των ισραηλινών και αμερικανικών επιθέσεων στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Δηλώνει έμμεσα ότι η πολιτική που υποστήριζε ως υπουργός Εξωτερικών πριν από λίγα χρόνια είναι λανθασμένη. Δεδομένης της ανοιχτής συντροφικότητας μεταξύ Μόσχας και Πιονγκ Γιανγκ, αυτό δεν αποτελεί πλέον έκπληξη. Αλλά δείχνει ξεκάθαρα ότι υπάρχουν πολλά περισσότερα από τον επιθετικό πόλεμο κατά της Ουκρανίας που χωρίζουν το ρωσικό καθεστώς και τη Δύση και πόσο μάταιο είναι να ελπίζουμε σε μια νέα ύφεση».