23 Αυγούστου 1939: Υπογραφή του Γερμανοσοβιετικού Συμφώνου μη Επιθέσεως ή πιο γνωστό ως «Σύμφωνο Μολότωφ – Ρίμπεντροπ»

 
«Σύμφωνο Μολότωφ – Ρίμπεντροπ»

Ενημερώθηκε: 23/08/23 - 18:54

Του Λεωνίδα Σ. Μπλαβέρη

Η «Γερμανοσοβιετική Συνθήκη», όπως είναι η επίσημη ονομασία ή «Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επιθέσεως», όπως ευρέως ονομάζεται ή τέλος «Σύμφωνο Μολότωφ – Ρίμπεντροπ», όπως έμεινε στην Ιστορία, υπογράφτηκε στη Μόσχα, στις 23 Αυγούστου 1939 από τους Υπουργούς Εξωτερικών της Ναζιστικής ΓερμανίαςΓιοακίμ φον Ρίμπεντροπ και της Σοβιετικής Ενώσεως Βιατσεσλάβ Μολότωφ, και επικηρώθξηκε από το Ανώτατο Σοβιέτ της Σοβιετικής Ενώσεως στις 31 Αυγούστου 1939.

Θυμίζουμε ότι την επομένη, 1 η Σεπτεμβρίου, η Ναζιστική Γερμανία επιτέθηκε στην Πολωνία από τα Δυτικά για να ακολουθήσει δύο βδομάδες αργότερα και η Σοβιετική Ένωση στα ανατολικά της πολύπαθης αυτής χώρας.

Το ώθησε όμως δύο τόσο εκ διαμέτρου αντίθετες χώρες, σε ιδεολογικό και κοινωνικό επίπεδο, να συμμαχήσουν και να συνεργαστούν ομαλώς «επί του πεδίου» μέχρι που περίπου δύο χρόνια αργότερα η Ναζιστική Γερμανία επιτέθηκε στην κομμουνιστική («σοσιαλιστική» επισήμως) Σοβιετική Ένωση;

Το Σοβιετικό καθεστώς και ο ηγέτης του στη δεκαετία του ’30, ένιωθαν ότι
βρίσκονταν στην απομόνωση της Δύσεως, τόσο εξαιτίας του καθεστώτος αλλά και των όσων αυτό είχε προκαλέσει στους ίδιους τους λαούς της ΕΣΣΔ (λιμός στην Ουκρανία, με εκατομμύρια νεκρούς, δίκες της Μόσχας, προσπάθειες «εξαγωγής» του κομμουνισμού στη Δύση κλπ.

Την άνοιξη του 1939 οι ιθύνοντες κύκλοι της Αγγλίας και της Γαλλίας ματαίωσαν τις διεξαγόμενες στη Μόσχα διαπραγματεύσεις μεταξύ
Βρετανίας και Γαλλίας με τη Σοβιετική Ένωση για την υπογραφή συμφώνου
αλληλοβοηθείας κατά της φασιστικής επίθεσης.

Από την άλλη πλευρά, ήδη από τη δεκαετία του ’20 και πολύ περισσότερο στις αρχές της δεκαετίας του ’30, το γερμανικό επιχειρηματικό κατεστημένο, τα συμφέροντα του οποίου είχαν θιγεί καίρια από τα αποτελέσματα της Συνθήκης των Βερσαλλιών, με αποτέλεσμα η Γερμανία να δοκιμάζει τα πρώτα σχέδια των αρμάτων και των αεροσκαφών της στις αχανείς στέπες της Ρωσίας.

Επομένως οι «ρίζες» υπήρχαν για μία περαιτέρω συνεργασία. Κάτω από το πρίσμα αυτό, η ΕΣΣΔ δέχθηκε τη γερμανική πρόταση για
βελτίωση των γερμανο-σοβιετικών οικονομικών σχέσεων και για υπογραφή συμφώνου μη επίθεσης μεταξύ των δυο χωρών και προχώρησε στην αποδοχή της.

Στην πραγματικότητα ο Χίτλερ σχεδίαζε επίθεση κατά της Πολωνίας αλλά ήθελε να αποφύγει με κάθε τρόπο τον διμέτωπό αγώνα, όπως τον βίωσε η Γερμανία στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο.

Μετά την υπογραφή του Συμφώνου, στις 23 Αυγούστου 1939, η Ναζιστική Γερμανία μπορούσε να συνεχίσει απρόσκοπτα τις προετοιμασίες της για την επικείμενη τότε επίθεσή της κατά της Πολωνίας, προς απόκτηση «ζωτικού χώρου» στα ανατολικά της σύνορα, χωρίς το φόβο της σοβιετικής επιθέσεως εναντίον της προς υποστήριξη της Βαρσοβίας! Όπερ και εγένετο.

Ταυτόχρονα η ΕΣΣΔ με την υπογραφή του προαναφερθέντος Συμφώνου κέρδισε πολύτιμο χρόνο για να προετοιμάσει τον Κόκκινο Στρατό, την οικονομία της, κάνοντας τις απαραίτητες μετεγκαταστάσεις πληθυσμού προς τα ανατολικά της χώρας και για την προστασία τους και για την προστασία των συνόρων από κοινότητες με επικινδυνότητα να συναφθεί μία συμμαχία με τον εχθρό, ώστε να μπορεί να αντισταθεί σε πιθανή επίθεση των ναζιστικών δυνάμεων.

Μεταπολεμικώς, ο Ρεϊμόν Καρτιέ, υποστήριξε ότι ο μεν Στάλιν υπέγραψε το Σύμφωνο με στόχο να κερδίσει χρόνο, ο δε Χίτλερ με την εκ των προτέρων απόφαση «να το ξεσχίσει».

Με βάση τους όρους του Συμφώνου αμφότερες οι χώρες υποχρεώνονταν να μην επιτεθεί η μία στην άλλη, καθώς και η κάθε μία εξ αυτών να παραμείνει ουδέτερη, αν η άλλη αναμιχθεί σε πόλεμο.

Εξαιρετικό ενδιαφέρον όμως παρουσιάζουν οι όροι του μυστικού
συμπληρωματικού πρωτοκόλλου, όπου υπήρξαν μυστικά προσαρτήματα στη συνθήκη αυτή, που προέβλεπαν ότι:

 Α) Η Πολωνία θα διαμελιστεί μεταξύτων δύο χωρών με σύνορα τους ποταμούς Νάρεφ, Βιστούλα και Σαν.

Β) Με εξαίρεση τη Λιθουνία, οι άλλες Βαλτικές χώρες (Λετονία και Εσθονία), η Φιλανδία και η Ρουμανία θα ανήκουν στη σοβιετική σφαίρα επιρροής.

Γ) Οι γερμανικές μειονότητες της σοβιετικής σφαίρας, που υπήρχαν στις βαλτικές χώρες, στη Βεσσαραβία και στη Μπουκοβίνα, θα πρέπει να την εγκαταλείψουν και να μετεγκατασταθούν στη Μητροπολιτική Γερμανία.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το γερμανικό αντίγραφο υπήρχε μόνο σε μικροφίλμ, καθώς το χάρτινο αντίγραφο καταστράφηκε στους βομβαρδισμούς του Βερολίνου και δόθηκε στη δημοσιότητα μεταπολεμικά, το 1946, μέσω του Βρετανικού και Αμερικανικού τύπου, ενώ το αντίστοιχο σοβιετικό αντίγραφο αποχαρακτηρίστηκε μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ενώσεως, το 1992, και δημοσιοποιήθηκε την επόμενη χρονιά 1993.

Φωτό επάνω και κάτω: Η κοινή Γερμανο–Σοβιετική στρατιωτική παρέλαση στο Μπρεστ-Λιτόφσκ (γερμανικά: Deutsch-sowjetische Siegesparade in Brest-Litowsk‎, ρωσικά: Совместный парад вермахта и РККА в Бресте‎ ) ήταν μια επίσημη στρατιωτική τελετή που πραγματοποιήθηκε από τα στρατεύματα της Ναζιστικής Γερμανίας και της Σοβιετικής Ένωσης στις 22 Σεπτεμβρίου του 1939, κατά την εισβολή στην Πολωνία, στην πόλη του Brest-Litovsk
Φωτό επάνω και κάτω: Η κοινή Γερμανο–Σοβιετική στρατιωτική παρέλαση στο Μπρεστ-Λιτόφσκ (γερμανικά: Deutsch-sowjetische Siegesparade in Brest-Litowsk‎, ρωσικά: Совместный парад вермахта и РККА в Бресте‎ ) ήταν μια επίσημη στρατιωτική τελετή που πραγματοποιήθηκε από τα στρατεύματα της Ναζιστικής Γερμανίας και της Σοβιετικής Ένωσης στις 22 Σεπτεμβρίου του 1939, κατά την εισβολή στην Πολωνία, στην πόλη του Brest-Litovsk


Τελικώς, όπως είναι γνωστό, στις 22 Ιουνίου 1941 οι δυνάμεις της Ναζιστικής Γερμανίας επιτέθηκαν και εναντίον της ως τότε Συμμάχου τους Σοβιετικής Ενώσεως, αποδεικνύοντας όμως εμπράκτως ότι το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότωφ προσέφερε στους Σοβιετικούς το χρόνο και τη δυνατότητα να επανεξοπλιστούν, και να αναδιοργανωθούν, καθώς ως τον Ιούνιο του 1941 είχαν καταφέρει, με ένα μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα στρατιωτικοποιήσεως που ακολουθούσαν, να ανανεώσουν ένα τμήμα του διαλυμένου από τις εκκαθαρίσεις των προηγουμένων ετών Κόκκινου Στρατού.

Έπειτα από 16 μέρες από τη γερμανική εισβολή στην Πολωνία, επιτέθηκε και η ΕΣΣΔ στα ανατολικά της Πολωνίας με αποτέλεσμα ο Κόκκινος Στρατός να επικρατήσει του αντίστοιχου Πολωνικού λόγω αριθμητικής, στρατηγικής και τακτικής υπεροχής του, συλλαμβάνοντας 230.000 Πολωνούς στρατιώτες και αξιωματικούς, πολλοί από τους οποίους εκτελέστηκαν κατά τη Σφαγή στο Κατύν, τον Απρίλιο και Μάιο του 1940, με αποτέλεσμα η Πολωνία να διαιρεθεί σε κατεχόμενο τμήμα από τη ναζιστική Γερμανία και σε αντίστοιχο από τη Σοβιετική Ένωση.

Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα αυτόματα περίπου 13,5 εκατομμύρια Πολωνοί πολίτες να μετατραπούν εν μία νυκτί σε «Σοβιετικούς πολίτες», μετά από εικονικές εκλογές που οργάνωσε η διαβόητη NKVD σε κλίμα τρόμου. Στο πλαίσιο αυτό τροποποιήθηκε το αρχικό Σύμφωνο και η Λιθουνία πέρασε και αυτή στη Σοβιετική σφαίρα επιρροής όπως και οι άλλες δύο Βαλτικές χώρες, ενώ η Γερμανία έλαβε ως αντάλλαγμα μεγαλύτερο μέρος της κατακτημένης Πολωνίας και πιο συγκεκριμένα
μέχρι τον ποταμό Μπουγκ.

Στη συνέχεια, το 1940, η Σοβιετική Ένωση εισήλθε στρατιωτικά σε τμήματα της Ρουμανίας (Βεσσαραβία και βόρεια Βουκοβίνα, που σήμερα ανήκει στην Ουκρανία, ενώ επίσης το 1940 εισέβαλε στρατιωτικώς και στις τρεις Βαλτικές χώρες
(Λιθουανία, Λετονία και Εσθονία), που έτσι ενσωματώθηκαν ως «Σοσιαλιστικές Δημοκρατίες» στη Σοβιετική Ένωση.

Τέλος, όπως προελέχθη, στις 22 Ιουνίου 1941 η Ναζιστική Γερμανία
παραβίασε το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότωφ και επιτέθηκε στη Σοβιετική Ένωση, στο πλαίσιο της «επιχειρήσεως Μπαρμπαρόσσα»!
Στις 23.8.1939 υπογράφεται στη Μόσχα, η Γερμανοσοβιετική συμφωνία "μη επίθεσης".

Θα ονομαστεί "Σύμφωνο Ρίμπεντροπ - Μολότοφ" απο τα ονόματα των
υπουργών εξωτερικών των δύο χωρών που την υπογράφουν.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ