Στις 3 Σεπτεμβρίου 1843, ο τότε Βασιλεύς της χώρας Όθων Α’ παραχωρεί το πρώτο Σύνταγμα, ως αποτέλεσμα ενός πολιτικο-στρατιωτικού Κινήματος που είχε ξεσπάσει καθώς μέχρι τότε ο Βασιλεύς κυβερνούσε ως απόλυτος μονάρχης, χωρίς να λογοδοτεί κατ’ ουδένα τρόπο στους υπηκόους του ως «ελέω Θεού Μονάρχης».
Σχεδόν 15 χρόνια μετά το πέρας της Επαναστάσεως του 1821, το 1843, είχαν επέλθει οι πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες για την εισαγωγή του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος στην Ελλάδα, απαραίτητη προϋπόθεση του οποίου ήταν η ύπαρξη Συντάγματος, κάτι που είχε τεθεί από φιλελεύθερους της εποχής των Αγγλικού και Γαλλικού κομμάτων ήδη από την εποχή του Καποδίστρια, χωρίς όμως να εισακουσθούν, όπως επίσης και οι παραγκωνισμένοι από τον Όθωνα πρόκριτοι και αγωνιστές του '21, του Ρωσικού κόμματος, οι οποίοι ήθελαν με τον τρόπο αυτό να ακουστεί εκ νέου η φωνή τους, που τότε είχε παραγκωνιστεί.
Ήταν η εποχή που η Ελλάδα τελούσε υπό τη Δαμόκλειο σπάθη των πιστωτών της, καθώς από τις αρχές του 1843 αδυνατούσε να εκπληρώσει τις δανειακές της υποχρεώσεις και οι πιστωτές τής επέβαλαν μια δυσβάστακτη οικονομική συμφωνία, που – μεταξύ άλλων – περιλάμβανε δραστική μείωση των κρατικών δαπανών, περικοπές μισθών και απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, αθρόες αποστρατεύσεις αξιωματικών, όχι όμως και των Βαυαρών, καθώς και κλείσιμο Πρεσβειών της Ελλάδος σε ξένες πρωτεύουσες, ένα είδος «Μνημονίου» δηλαδή για να το επικαιροποιήσουμε με τα πιο πρόσφατα και γνωστά σε εμάς γεγονότα. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα ο Βασιλεύς Όθων να φαίνεται ότι δεν μπορούσε να ελέγξει την κατάσταση.
Το Κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, όπως έμεινε στην Ιστορία, ήταν προϊόν συνωμοσίας τριών ανθρώπων: του Κεφαλλονίτη αγωνιστή και διπλωμάτη που έφερε τον τίτλο του Κόμη, Ανδρέα Μεταξά (Ρωσικό Κόμμα), του Αιγιώτη αγωνιστή Ανδρέα Λόντου (Αγγλικό Κόμμα) και του Στρατηγού Ιωάννη Μακρυγιάννη (Γαλλικό Κόμμα). Αργότερα, στο Κίνημα μυήθηκαν και στρατιωτικοί, όπως ο Συνταγματάρχης του Ιππικού Δημήτριος Καλλέργης, τον οποίο οι συνωμότες πέτυχαν να μεταθέσουν από το Ναύπλιο που υπηρετούσε στην Αθήνα. Οι αρχές είχαν πληροφορίες για επικείμενο στασιαστικό κίνημα, πήραν κάποια μέτρα, τα οποία όμως αποδείχθηκαν αναποτελεσματικά.
Τελικώς, εξαιτίας όλων αυτών, η εκδήλωση του Κινήματος επισπεύσθηκε και αντί για την 25η Μαρτίου 1844, που ήταν αρχικώς προγραμματισμένη, εκδηλώθηκε τελικώς τις πρωινές ώρες της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, με τη στάση που εκδηλώθηκε στα στρατόπεδο της Φρουράς Αθηνών, που ήταν τότε στο Μοναστηράκι με Διοικητή της τον Συνταγματάρχη Δημήτριο Καλλέργη. Ο τελευταίος, μετά την αναφορά, έβγαλε όλους τους στρατιώτες έξω και παρατάχθηκε στην έμπροσθεν των Ανακτόρων πλατεία, που τότε ήταν στο κτίριο της σημερινής Βουλής. Ταυτοχρόνως, πλήθος κόσμου με επικεφαλής τον Ιωάννη Μακρυγιάννη κατέφθασε μπροστά από τα ανάκτορα, κραυγάζοντας συνεχώς «Ζήτω το Σύνταγμα». Ένας κινηματίας αξιωματικός εισήλθε στα ανάκτορα και ανακοίνωσε στον Όθωνα την Επανάσταση του Στρατού. Ο Όθων απέστειλε προς τους επαναστάτες τον Υπουργό των Στρατιωτικών για να πληροφορηθεί και επισήμως τα αιτήματά τους, ο οποίος όμως συνελήφθη αμέσως από αυτούς. Η Βασίλισσα Αμαλία όμως, καλύτερα πληροφορημένη από τις δικές της «πηγές», ενημέρωση τον Όθωνα ότι οι επαναστάτες ζητούσαν Σύνταγμα και πολιτικές ελευθερίες, συμβουλεύοντάς τον μάλιστα να κάνει αμέσως αποδεκτά όλα τους τα αιτήματα.
Αυτή τη στιγμή ο Βασιλεύς Όθων εμφανίζεται σε ένα παράθυρο των Ανακτόρων (το τέταρτο δεξιά των Προπυλαίων της Βουλής, πάνω από το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη), ανοίγοντας διάλογο με τον έφιππο Συνταγματάρχη Καλλέργη, ο οποίος του εξήγησε ότι λαός και στρατός απαιτούν την άμεση σύγκληση Εθνοσυνελεύσεως για την κατάρτιση Συντάγματος. Ο Βασιλεύς προσπάθησε να κερδίσει χρόνο, υποσχόμενος την εκπλήρωση των Αιτημάτων των Επαναστατών την επομένη μέρα, κάτι όμως για το οποίο ο Καλλέργης ήταν ανένδοτος, ζητώντας την άμεση ικανοποίηση των αιτημάτων, την παραίτηση της κυβερνήσεως, αλλά και τον σχηματισμό κυβερνήσεως που θα απολάμβανε την εμπιστοσύνης του λαού, με ταυτόχρονη αποπομπή των Βαυαρών από τη δημόσια διοίκηση, εκτός όσων ήταν αποδεδειγμένα φιλέλληνες.
Τότε ο Όθων επέστρεψε στο γραφείο του και ζήτησε να προσέλθουν οι ξένοι πρεσβευτές για διαβουλεύσεις, ενέργεια την οποία εμπόδισε ο Καλλέργης, με αποτέλεσμα ο Όθων να αποκοπεί από κάθε έξωθεν επιρροή και συμβουλές. Προς στιγμήν σκέφθηκε να παραιτηθεί, αλλά τελικώς αναγκάστηκε να αποδεχθεί τα αιτήματα των επαναστατών και τα ξημερώματα της ίδιας ημέρας υπέγραψε τα αναγκαία διατάγματα για τη σύγκληση Εθνοσυνελεύσεως.
Ακολούθως, διόρισε πρωθυπουργό τον αρχηγό του Ρωσικού Κόμματος, Ανδρέα Μεταξά, με επίλεκτα μέλη του κινήματος να τον πλαισιώνουν ως βασικοί του υπουργοί, όπως οι Ανδρέας Λόντος στο Στρατιωτικών, Κωνσταντίνος Κανάρης στο Ναυτικών, Ρήγας Παλαμήδης στο Εσωτερικών και Δρόσος Μανσόλας στο Οικονομικών).
Το κίνημα, που ήταν αναίμακτο, έληξε και τυπικώς περί τις 15:00, όταν το συγκεντρωμένο πλήθος διαλύθηκε και οι στρατιώτες επέστρεψαν στο στρατόπεδό τους στο Μοναστηράκι.
Τέλη Οκτωβρίου του 1843 διεξήχθησαν οι πρώτες εκλογές στην Ελλάδα, με τη Βουλή που προέκυψε να συνεδριάζει για πρώτη φορά στις 8 Νοεμβρίου 1843, με πρόεδρό της τον υπέργηρο Πανούτσο Νοταρά και αποφασίζει να λάβει το όνομα «Η της Γ' Σεπτεμβρίου εν Αθήναις Εθνική των Ελλήνων Συνέλευσις», με κύριο έργο της τη σύνταξη του Συντάγματος, το οποίο τελικώς ψηφίστηκε στις 18 Μαρτίου 1844 και αποτέλεσε τη βάση για όλα τα επόμενα Ελληνικά Συντάγματα.
Η έμπροσθεν των Ανακτόρων πλατεία, στην οποία συγκεντρώθηκαν οι επαναστατημένοι στρατιώτες και ο λαός, φωνάζοντας για την παραχώρηση Συντάγματος, θα μετονομασθεί εξ αφορμής του γεγονότος αυτού σε «Πλατεία Συντάγματος», ονομασία που εξακολουθεί να φέρει μέχρι σήμερα!