Το πρώτο -προειδοποιητικό όπως αποδείχθηκε- «χτύπημα» ήρθε τον περασμένο Απρίλιο, όταν ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την επιβολή δασμών ύψους 20% στα αγαθά που εισάγονται στις ΗΠΑ από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Εκείνοι οι δασμοί μπορεί τελικώς να έμειναν στη θεωρία τους μήνες που ακολούθησαν, στο μεγαλύτερο μέρος τους τουλάχιστον, πλην όμως πυροδότησαν μια κούρσα διαπραγματεύσεων στον άξονα Ουάσιγκτον-Βρυξελλών η οποία ακόμη «μαίνεται»… με ορίζοντα πια την καταληκτική ημερομηνία της 1ης Αυγούστου.
Ο Ντόναλντ Τραμπ «ξαναχτύπησε» χθες, όταν ανακοίνωσε δασμούς ύψους 30% για τις εισαγωγές από την Ε.Ε. Σύμφωνα με όσα αναφέρει σε επιστολή που απέστειλε στην επικεφαλής της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, μια επιστολή την οποία ανάρτησε και στο δίκτυο Truth Social, ξεκινώντας από την 1η Αυγούστου όλες οι ευρωπαϊκής προέλευσης εισαγωγές θα υπόκεινται σε οριζόντιους δασμούς 30%, με ολίγες «τομεακές» εξαιρέσεις οι οποίες θα υπόκεινται σε 25%.
Στο πλαίσιο δηλώσεων που έκανε σήμερα, ο οικονομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου Κέβιν Χάσετ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να προκύψουν νέες συμφωνίες σχετικές με τους δασμούς πριν από τις αρχές Αυγούστου. «Αυτοί οι δασμοί θα επιβληθούν αν ο Αμερικανός πρόεδρος δεν λάβει μια συμφωνία την οποία θα θεωρεί αρκετά καλή. Οπως γνωρίζετε, οι συνομιλίες συνεχίζονται», δήλωσε ο Χάσετ, επιβεβαιώνοντας επί της ουσίας όσα είχε πει νωρίτερα την ίδια ημέρα και η ηγεσία της Κομισιόν. «Προτιμούμε μια λύση στη βάση διαπραγματεύσεων. Αυτό εξακολουθεί να ισχύει και θα χρησιμοποιήσουμε τον χρόνο που έχουμε έως την 1η Αυγούστου», δήλωνε από την πλευρά της η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, βάζοντας επί της ουσίας στον «πάγο» τα όποια ευρωπαϊκά αντίμετρα μέχρι να φανεί πού ακριβώς θα κάτσει η μπίλια με τα ποσοστά.
Παράλληλα ωστόσο, κι ενώ οι διαπραγματεύσεις είναι σε εξέλιξη, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες στέλνουν τα δικά τους -διαφορετικής έντασης και αποφασιστικότητας- μηνύματα.
Περισσότερο «ετοιμοπόλεμος» από άλλους, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν κάλεσε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή «να υπερασπιστεί με τρόπο αποφασιστικό τα συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ενωσης», «επιταχύνοντας την προετοιμασία αξιόπιστων αντιμέτρων» και κάνοντας χρήση «όλων των εργαλείων που έχει στη διάθεσή της». Σύμφωνα με τον Guardian, ο Μακρόν καλεί τώρα την Ε.Ε. να είναι έτοιμη ακόμη και για έναν εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ.
Σκληρός ήταν στην κριτική του και ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ, ο οποίος μίλησε για «αδικαιολόγητους δασμούς» που «καταστρέφουν την ευημερία».
Σε αντίθεση ωστόσο με τον Μακρόν που επέλεξε να ανεβάσει τους τόνους, άλλες ευρωπαϊκές ηγεσίες προτίμησαν να τους κρατήσουν πιο χαμηλά.
Η πρωθυπουργός της Ιταλίας, Τζόρτζια Μελόνι, η οποία φημίζεται για καλές σχέσεις που έχει με τον Ντόναλντ Τραμπ, παρουσιάστηκε πεπεισμένη ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί «μια δίκαιη συμφωνία» με τις ΗΠΑ. «Δεν θα είχε νόημα να πυροδοτηθεί ένας εμπορικός πόλεμος μεταξύ των δύο πλευρών του Ατλαντικού», είπε η Ιταλίδα πρωθυπουργός, ενώ σε ανάλογο πνεύμα κινήθηκε και ο Ιρλανδός ηγέτης Σάιμον Χάρις ο οποίος δήλωσε ότι «δεν υπάρχει ανάγκη κλιμάκωσης της».
Ο Ολλανδός πρωθυπουργός Ντικ Σουφ υποστήριξε, από την πλευρά του, ότι η Ε.Ε. «πρέπει να παραμείνει ενωμένη και αποφασιστική» με στόχο να καταλήξει σε μια «αμοιβαία επωφελή» συμφωνία με τις ΗΠΑ, ενώ το Βερολίνο θα υποστήριζε, δια της υπουργού Οικονομίας Κατερίνα Ράιχε, ότι «η Ευρωπαϊκή Ενωση πρέπει τώρα, στον χρόνο που απομένει (σ.σ. ως τις αρχές Αυγούστου), να διαπραγματευτεί με πραγματιστικό τρόπο μια λύση με τις Ηνωμένες Πολιτείες».
Οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ Ευρωπαϊκής Ενωσης και ΗΠΑ ανέρχονται σε περίπου 1,4 τρισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Ωστόσο, μόνον τρεις χώρες -η Γερμανία, η Ιταλία και η Ιρλανδία– εξάγουν στις ΗΠΑ περισσότερα από όσα εισάγουν.
Το 30% με το οποίο απειλεί τώρα ο Τραμπ δεν εκλαμβάνεται από τους Ευρωπαίους ως κυριολεκτικός στόχος αλλά πιο πολύ ως μέσο πίεσης εκ μέρους των ΗΠΑ ενώ ακόμη είναι σε εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις. Ωστόσο, στο παρασκήνιο υπάρχει όντως εκνευρισμός αλλά και ανησυχία αναφορικά με τα ποσοστά που «πετάει» ανά περίοδο ο Αμερικανός πρόεδρος.
Μόλις πριν από λίγα 24ωρα, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Ε.Ε. είχαν αρχίσει να βλέπουν ως πρακτικά πιθανή την επιβολή δασμών ύψους 10% σε όλα τα αγαθά που εξάγονται στις Ηνωμένες Πολιτείες και ήλπιζαν να διαπραγματευτούν εξαιρέσεις για ορισμένα προϊόντα. «Ωστόσο, τα πράγματα άλλαξαν με την ανακοίνωση του κ. Τραμπ το Σάββατο για έναν ενιαίο δασμό 30% και την απειλή του να αυξήσει αυτόν τον συντελεστή ακόμη περισσότερο σε περίπτωση που το ευρωπαϊκό μπλοκ προβεί σε αντίποινα», γράφουν οι NY Times, υπογραμμίζοντας ότι η ανησυχία είναι ακόμη μεγαλύτερη για τις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, στους Ιταλούς εξαγωγείς κρασιού και στις ιρλανδικές φαρμακευτικές.
Από την πλευρά του πάντως, ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς δήλωσε την Κυριακή, μιλώντας στο γερμανικό δίκτυο ARD, ότι είναι «πραγματικά αφοσιωμένος» στον στόχο της εξεύρεσης μιας εμπορικής λύσης με τις ΗΠΑ και ότι θα εργαστεί εντατικά προκειμένου να τον επιτύχει μαζί με την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν τις επόμενες εβδομάδες.
Με πληροφορίες από the Guardian, the New York Times, Reuters