Νέες πληροφορίες έρχονται στο φως σχετικά με τη δράση της οργάνωσης, τα μέλη της οποίας δραστηριοποιούνταν στην εμπορία αλλοδαπών με σκοπό την εργασιακή τους εκμετάλλευση σε καλλιέργειες. Μέχρι στιγμής η ΕΛ.ΑΣ. έχει προβεί σε δέκα συλλήψεις υπηκόων Πακιστάν, μεταξύ των οποίων και ένα από τα αρχηγικά μέλη, ενώ στη δικογραφία περιλαμβάνονται άλλα δέκα άτομα.
Τα μέλη του κυκλώματος στόχευαν, μέσω διαφημίσεων σε κοινωνικά δίκτυα, υπηκόους –κυρίως Νεπάλ– που διέμεναν σε χώρες των Βαλκανίων και με την υπόσχεση καλύτερων χρηματικών απολαβών τους έφερναν στη χώρα μας. Μεταφέρονταν σε χώρους προσωρινής διαμονής, όπου συχνά τους αφαιρούσαν τα ταξιδιωτικά έγγραφα ως μέσο πίεσης, και στη συνέχεια τους έστελναν σε περιοχές όπου εργάζονταν χωρίς ωράρια και διαβιούσαν σε συνθήκες εξαθλίωσης.
Από τα σύνορα… στα χωράφια
Σύμφωνα με την έρευνα της ΕΛ.ΑΣ., τουλάχιστον από τον Νοέμβριο του 2024, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης δραστηριοποιούνταν στη στρατολόγηση αλλοδαπών με σκοπό το παράνομο οικονομικό όφελος μέσω της εκμετάλλευσης της εργασίας τους.
Κύριο ρόλο στη στρατολόγηση διαδραμάτιζε 29χρονη υπήκοος Νεπάλ, η οποία λαμβάνοντας καθοδήγηση από 39χρονο, εμφανιζόταν ως «διαμεσολαβήτρια» για την εύρεση εργασίας στη χώρα μας, στοχεύοντας ομοεθνείς της, που εργάζονταν σε χώρες των Βαλκανίων, κυρίως στη Ρουμανία.
Για να πετύχει τον σκοπό της, αναρτούσε σχετικές «διαφημίσεις» σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, όπου με σκηνοθετημένο περιεχόμενο υποσχόταν καλύτερες χρηματικές απολαβές. Μάλιστα, το προφίλ αριθμούσε δεκάδες χιλιάδες ακόλουθους, με εκατομμύρια προβολές χρηστών σε περισσότερα από 150 βίντεο.
Η εργασία που προβαλλόταν αφορούσε κυρίως τον αγροτικό τομέα, χωρίς να γίνεται κάποια αναφορά στους όρους απασχόλησης και στις παροχές διαβίωσης.
Η υπόσχεση για μια καλύτερη ζωή
Οταν οι ενδιαφερόμενοι έρχονταν σε επικοινωνία μαζί της, η 29χρονη αποσπούσε τη συναίνεσή τους να ταξιδέψουν στη χώρα μας, έναντι αμοιβής που θα εξοφλούνταν σταδιακά μέσω της εργασίας τους, δημιουργώντας δεσμό οικονομικής εξάρτησης και χρέους.
Ακολούθως, τα θύματα εισέρχονταν στην Ελλάδα αεροπορικώς ή μέσω των χερσαίων συνόρων με τη Βόρεια Μακεδονία και στη συνέχεια, με τη συνδρομή μελών της εγκληματικής οργάνωσης, μεταφέρονταν σε περιοχές στην επαρχία.
Προηγουμένως, μεταφέρονταν σε διαμερίσματα ή άλλους χώρους προσωρινής διαμονής υπό συνεχή επιτήρηση, όπου διάφορα άτομα τους αφαιρούσαν τα ταξιδιωτικά έγγραφα ως μέσο πίεσης.
Σωματική βία και απειλές
Μάλιστα, κατά τη μεταφορά τους ορισμένοι αλλοδαποί εξαναγκάζονταν σε καταβολή χρημάτων ή υφίσταντο σωματική βία και απειλές, ενώ σε άλλες περιπτώσεις απάγονταν και κατακρατούνταν παράνομα με σκοπό την καταβολή χρηματικών ποσών στους δράστες, ως αντάλλαγμα για την απελευθέρωσή τους.
Στις περιοχές που απασχολούνταν οι αλλοδαποί, όπως η Αργολίδα, η Ηλεία, η Αρκαδία, η Λακωνία, η Μεσσηνία, η Λάρισα και η Βοιωτία, διέμεναν σε πρόχειρα καταλύματα ή αποθήκες και απασχολούνταν σε εξαντλητικές αγροτικές εργασίες υπό την εποπτεία επιστατών, οι οποίοι λειτουργούσαν ως ενδιάμεσοι και διαχειρίζονταν τη διαμονή, την εργασία και την επιτήρηση των εργατών.
Οι συνθήκες εργασίας ήταν εξαιρετικά σκληρές, χωρίς ωράρια ή ανάπαυση, ενώ οι διακινούμενοι λάμβαναν ελάχιστα ή καθόλου χρήματα με το πρόσχημα της αποπληρωμής του «χρέους». Οσοι αντιδρούσαν αντιμετώπιζαν απειλές, εκφοβισμό ή σωματική βία.
Δέκα συλλήψεις, 25 περιπτώσεις εμπορίας αλλοδαπών
Στο πλαίσιο της αστυνομικής επιχείρησης, συνελήφθησαν δέκα υπήκοοι Πακιστάν, μεταξύ των οποίων και ένα από τα αρχηγικά μέλη, ενώ στη δικογραφία περιλαμβάνονται ακόμα δέκα άτομα.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία –κατά περίπτωση– για εγκληματική οργάνωση, εμπορία ανθρώπων – εργασιακή εκμετάλλευση, καθώς και για παράβαση του Κώδικα Μετανάστευσης και της νομοθεσίας για τα ναρκωτικά.
Συνολικά, από την έρευνα, διακριβώθηκαν 25 περιπτώσεις εμπορίας αλλοδαπών ανδρών, υπηκόων Νεπάλ, οι οποίοι διαβιούσαν σε ανθυγιεινές και εξευτελιστικές συνθήκες.
Εικόνες από τα παραπήγματα που ζούσαν οι εργάτες




