FT για τα 10 χρόνια από το 2015: Πώς επέστρεψε η Ελλάδα από τον γκρεμό - Τα λάθη και η «δαπανηρή τακτική» Τσίπρα

 
ελλαδα

Πηγή Φωτογραφίας: Euronews

Ενημερώθηκε: 11/07/25 - 11:42

Τη διαδρομή της Ελλάδας, η οποία όπως αναφέρεται «επέστρεψε από τον γκρεμό» επιχειρούν να αποτυπώσουν οι Financial Times με αφορμή τη συμπλήρωση δέκα ετών από το δημοψήφισμα του 2015.

Όπως αναφέρεται στους FT, το 2015 ήταν «το σημείο καμπής του δράματος, που συγκλόνισε τις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές για χρόνια και απείλησε να διαλύσει την οικονομική και νομισματική ένωση, το μοναδικό επίτευγμα της ΕΕ».

«Αν η Ελλάδα είχε βγει από το ευρώ, αυτό θα σήμαινε το τέλος του ευρώ. Γιατί αυτό θα αποδείκνυε ότι το ενιαίο νόμισμά μας δεν είναι αιώνιο. Θα γινόταν απλώς μια ζώνη σταθερού επιτοκίου» λέει ο Πιερ Μοσκοβισί, που διετέλεσε Ευρωπαίος Επίτροπος Οικονομικής Πολιτικής από το 2014 έως το 2019.

Περιγράφοντας όσα συνέβησαν τον Ιούλιο του 2015 οι FT γράφουν ότι «οι Έλληνες ψήφισαν σε δημοψήφισμα την απόρριψη του διεθνούς σχεδίου διάσωσης της χώρας, υπό την πίεση της ακροαριστερής λαϊκιστικής κυβέρνησής τους. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος ανέβηκε στην εξουσία τον Ιανουάριο του 2015, εκμεταλλευόμενος το κύμα λαϊκής αποστροφής προς τα mainstream κόμματα, και ο διχαστικός υπουργός Οικονομικών του, Γιάννης Βαρουφάκης, ήθελαν να αποσπάσουν καλύτερους όρους από τους ευρωπαίους και διεθνείς πιστωτές της Ελλάδας».

Κατά το δημοσίευμα η τακτική Τσίπρα-Βαρουφάκη «έφτασε στα όρια της ρήξης έφερε τη χώρα στο χείλος της εξόδου από το ευρώ, της χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης και της οικονομικής καταστροφής. Ωστόσο, μέσα σε λίγες μόνο ημέρες, ο Τσίπρας έκανε πίσω και ο Βαρουφάκης αποχώρησε».

Η «κωλοτούμπα» Τσίπρα

Κάνοντας λόγο για «στροφή 180 μοιρών» ή «κωλουτούμπα» οι Financial Times σημειώνουν ότι «ήταν μια δαπανηρή τακτική που ανέκοψε την οικονομική ανάκαμψη και κατέστρεψε την αξιοπιστία της κυβέρνησης απέναντι στους ευρωπαίους εταίρους της. Ωστόσο, σηματοδότησε επίσης την αρχή μιας νέας εποχής συμμόρφωσης της Ελλάδας με τους όρους του προγράμματος διάσωσης και έθεσε τα θεμέλια της ανάκαμψης».

Όσον αφορά, δε, τα 10 χρόνια που έχουν περάσει από τότε, η βρετανική εφημερίδα καταγράφει ότι «η Ελλάδα έχει σημειώσει μια αξιοσημείωτη ανάκαμψη, εξήλθε από το πρόγραμμα διάσωσης, διατήρησε τη δημοσιονομική πειθαρχία και ξεπέρασε οικονομικά πλουσιότερες χώρες».

«Ουσιαστικά χάσαμε το 25% του ΑΕΠ μας και φτάσαμε πολύ κοντά στο να διαχειριστούμε μια πλήρη κοινωνική κατάρρευση, αν είχαμε αναγκαστεί να αποχωρήσουμε από την ευρωζώνη», λέει από την πλευρά του στους FT ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. «Αλλά νομίζω ότι είναι επίσης απόδειξη της ανθεκτικότητας της ελληνικής κοινωνίας και του πολιτικού συστήματος που καταφέραμε να ανακάμψουμε» προσθέτει ο κ. Μητσοτάκης.

«Οι δύσκολες μεταρρυθμίσεις που τελικά υιοθέτησε η Ελλάδα μετά την κρίση έχουν μεταμορφώσει την τύχη της. Η επαφή με την καταστροφή αναδιαμόρφωσε επίσης βαθιά την ευρωζώνη, ωθώντας την να ενισχύσει το εύθραυστο ενιαίο νόμισμα με νέα εργαλεία και θεσμούς. Ωστόσο, παραμένουν πολλά να γίνουν. Μια δεκαετία μετά την κορύφωση της κρίσης, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας εξακολουθεί να ανέρχεται μόλις στο 70% του μέσου όρου της ΕΕ και τα προβλήματα παραγωγικότητας παραμένουν οξέα. Εν τω μεταξύ, η ΕΕ εξακολουθεί να στερείται μιας κατάλληλης τραπεζικής ένωσης και ενός προϋπολογισμού αρκετά μεγάλου για να απορροφήσει τους οικονομικούς κραδασμούς» συνεχίζει το δημοσίευμα των FT υπενθυμίζοντας την παρέμβαση Ντράγκι για 800 δισ. ευρώ ετησίως σε επενδύσεις σε καινοτομία και υποδομές, μέρος των οποίων θα πρέπει να προέλθει από κοινό δανεισμό της ΕΕ

«Η Ελλάδα έχει προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις, αλλά δεν έχει μετασχηματιστεί. Το ίδιο ισχύει και για την ευρωζώνη. Μπορούμε πλέον να αντιμετωπίσουμε τα γνωστά άγνωστα, αλλά εξακολουθούμε να είμαστε πολύ κολλημένοι στα μικρά εθνικά μας κουτιά», δηλώνει ο Τόμας Βίζερ, πρώην υψηλόβαθμος Ευρωπαίος αξιωματούχος.

Ζήτησαν κομμάτι από τις σάρκες της Ελλάδας

Επιστρέφοντας στο 2010 η βρετανική εφημερίδα υπενθυμίζει ότι «αποκομμένη από τις αγορές μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, η Ελλάδα έγινε γρήγορα ο πιο αδύναμος κρίκος της ευρωζώνης. Η χώρα είχε διαρθρωτικές αδυναμίες και υποεκτίμησε σε μεγάλο βαθμό το επίπεδο του δημόσιου ελλείμματος, το οποίο το 2009 ήταν πέντε φορές υψηλότερο από το όριο του 3% της ΕΕ».

Ο πρώην υψηλόβαθμος αξιωματούχος της Διεύθυνσης Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μάρκο Μπούτι, αναφέρει ότι «η πραγματική αιτία της κρίσης το 2009 και το 2010 ήταν η παραποίηση των στοιχείων. Αυτό οδήγησε στο πρότυπο του ηθικού κινδύνου και σήμαινε ότι ορισμένα κοινοβούλια της ΕΕ απαίτησαν "να αποσπαστεί ένα κομμάτι σάρκας από την Ελλάδα"».

«Η Ελλάδα δεν κατάφερε να βάλει σε τάξη τα οικονομικά της και χρειάστηκε τρία διεθνή πακέτα διάσωσης σε οκτώ χρόνια για να παραμείνει στη ζωή, εφαρμόζοντας επανειλημμένα σκληρά μέτρα λιτότητας, ενώ αντιμετώπιζε πολιτική αστάθεια και κοινωνικές αναταραχές» αναφέρεται, επίσης, στο αφιέρωμα των Financial Times.

Τα λάθη του πρώτου προγράμματος

Στο ίδιο κείμενο γίνεται, επίσης, λόγος για «σοβαρά λάθη» με τα οποία ξεκίνησε η πορεία προς την ανάκαμψη: «Το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας, που ξεκίνησε βιαστικά το 2010, διαμορφώθηκε περισσότερο από την επείγουσα ανάγκη παρά από την ακρίβεια. Βασισμένο σε μεγάλο βαθμό στις παρεμβάσεις του ΔΝΤ στη Λατινική Αμερική και την υποσαχάρια Αφρική, απαιτούσε περικοπές χρηματοδότησης, αλλά δεν έλαβε υπόψη τους περιορισμούς μιας χώρας που ανήκει σε μια νομισματική ένωση χωρίς ανεξάρτητη συναλλαγματική ισοτιμία ή νομισματική πολιτική. Σήμερα αναγνωρίζεται ευρέως — από Έλληνες, Ευρωπαίους και αξιωματούχους του ΔΝΤ — ότι το πρόγραμμα αυτό ήταν θεμελιωδώς λανθασμένο τόσο στο σχεδιασμό όσο και στην εκτέλεση.

Όπως λέει ο πρώην υπουργός Οικονομίας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Χουλιαράκης, το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης «επέβαλε μια πολύ σκληρή εξυγίανση, με μη ρεαλιστικούς δημοσιονομικούς στόχους, και έθεσε το πλήρες βάρος της προσαρμογής στην Ελλάδα».

«Η οικονομία κατέρρευσε, συρρικνώνοντας κατά 26% μεταξύ 2008 και 2013. Η ανεργία εκτοξεύθηκε στο 28%» υπενθυμίζουν οι FT προσθέτοντας, επίσης, ότι «η ανάπτυξη είχε επιστρέψει όταν ο ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, ανέλαβε την εξουσία το 2015, υποσχόμενος να καταργήσει τη συμφωνία της Ελλάδας με τους πιστωτές της. Η στάση του βρήκε απήχηση στους κουρασμένους Έλληνες, που έβλεπαν το πραγματικό τους εισόδημα να μειώνεται για χρόνια. Με το χρόνο για το δεύτερο πακέτο διάσωσης να τελειώνει, η Αθήνα ξεκίνησε μια αντιπαράθεση με τους πιστωτές της, που θα διαρκούσε επτά μήνες».

«Ποτέ δεν θέλησαν να διαπραγματευτούν»

Αναφερόμενοι στις θέσεις Βαρουφάκη και των άλλων «ριζοσπαστών» του ΣΥΡΙΖΑ, οι FT σχολιάζουν πως «πίστευαν ότι ο κίνδυνος που ενέχει η έξοδος της Ελλάδας για την υπόλοιπη ευρωζώνη τους έδινε το πλεονέκτημα να αποσπάσουν νέα χρήματα με καλύτερους όρους. Ο Βαρουφάκης έχασε γρήγορα την εμπιστοσύνη των ομολόγων του στην ευρωζώνη».

«Ποτέ δεν ήταν σε διαπραγματευτική διάθεση. Ποτέ δεν ήταν σε θέση συμβιβασμού. Πάντα έδινε μαθήματα με μια ναρκισσιστική προσέγγιση... [Ήταν] ένας καταστροφικός υπουργός Οικονομικών» θυμάται ο Μοσκοβισί.

Από την πλευρά του ο Ευκλείδης Τσακαλώτος περιγράφει ότι «θα ήταν πολύ δύσκολο να επιτευχθεί συμβιβασμός με μια σημαντική λιτότητα χωρίς δημοψήφισμα», υποστηρίζοντας, επίσης, ότι το τρίτο πακέτο διάσωσης στο οποίο συμφώνησε με τους πιστωτές ως υπουργός Οικονομικών του Αλέξη Τσίπρα ήταν «αναμφίβολα καλύτερό» επειδή κατά τον ίδιο «οι δημοσιονομικοί στόχοι ήταν λιγότερο απαιτητικοί».

«Πολλοί άλλοι Έλληνες και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι αμφισβητούν έντονα αυτό το επιχείρημα, λέγοντας ότι η κυβέρνηση Τσίπρα πέτυχε μόνο μικρές παραχωρήσεις, αλλά με τεράστιο κόστος, επειδή η πολιτική της ακραίων θέσεων εξουδετέρωσε την αναδυόμενη εμπιστοσύνη στην ανάκαμψη» παρουσιάζουν τον αντίλογο οι FT παραθέτοντας και την εκτίμηση Στουρνάρα ότι το κόστος από «τις λεγόμενες διαπραγματεύσεις Βαρουφάκη» ήταν 85 δισ. ευρώ σε τρέχουσες τιμές, με βάση την επιδείνωση της προβλεπόμενης θέσης του χρέους της Ελλάδας από το ΔΝΤ μεταξύ του τέλους 2014 και του μέσου του 2015.

Ακολούθησαν τα capital controls, η επιστροφή στην ύφεση και το brain drain Ελλήνων προς το εξωτερικό «ωστόσο, τα επόμενα τέσσερα χρόνια, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ εφάρμοσε πιστά τους όρους του τρίτου προγράμματος διάσωσης της Ελλάδας» με τον Χουλιαράκη να λέει ότι η κυβέρνηση Τσίπρα έπρεπε να «υπερβεί τις προσδοκίες» για να πείσει τους επενδυτές ότι οι δυσοίωνες προβλέψεις του ΔΝΤ ήταν λανθασμένες

Η επιστροφή στην ανάπτυξη

«Μετά την επιστροφή της ΝΔ στην εξουσία το 2019, η μέτρια ανάπτυξη επιταχύνθηκε, οδηγώντας τη χώρα σε μια εντυπωσιακή δημοσιονομική ανάκαμψη. Η Ελλάδα έχει πλέον πρωτογενές πλεόνασμα 4,8%, ενώ το δημόσιο χρέος μειώνεται ραγδαία — όχι μόνο λόγω του πληθωρισμού, αλλά και χάρη στις πρόωρες αποπληρωμές» γράφουν οι FT.

«Μιλάμε για μια οικονομία διαφορετική από αυτή που κληρονομήσαμε το 2019 όσον αφορά τη δημοσιονομική της υγεία και την ανταγωνιστικότητά της. Πολλά μένουν ακόμη να γίνουν» σημειώνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Το δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας καταγράφει τις επιδόσεις της ΝΔ σε τομείς όπως «η εξάλειψη της γραφειοκρατία ψηφιοποιώντας τμήματα του δημόσιου τομέα και ο περιορισμός της φοροδιαφυγής, η εξυγίανση των τραπεζών και η αναμόρφωση της ΔΕΗ»

Επισημαίνοντας τον ρόλο του Ταμείου Ανάκαμψης, οι Financial Times σημειώνουν ότι «η αύξηση του ΑΕΠ της Ελλάδας ξεπέρασε πρόσφατα αυτή των πλουσιότερων ευρωπαϊκών χωρών. Οι εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν διπλασιαστεί από το 2008. Ωστόσο, παρόλο που οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν αυξηθεί στο 15%, εξακολουθούν να υπολείπονται σημαντικά του μέσου όρου της ΕΕ, που είναι περίπου 20%».

Ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Σπύρος Θεοδωρόπουλος, σημειώνει ότι η Ελλάδα έχει καθαρό επενδυτικό έλλειμμα άνω των 100 δισ. ευρώ — κληρονομιά από χρόνια υποεπενδύσεων και υποτίμησης του κεφαλαίου. «Χάσαμε μια δεκαετία παραγωγικών επενδύσεων», λέει.

«Η μέση ωριαία παραγωγικότητα είναι λιγότερο από το μισό του μέσου όρου της ΕΕ, ένα στοιχείο που ενισχύει τις ευρύτερες ανησυχίες για την ανταγωνιστικότητα και τη στασιμότητα των μισθών. Η χώρα εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τομείς όπως ο τουρισμός και τα ακίνητα — ένα συγκριτικό πλεονέκτημα για την ηλιόλουστη Ελλάδα, αλλά όχι απαραίτητα ευνοϊκό για τη δημιουργία μακροπρόθεσμης αξίας» επισημαίνεται στο δημοσίευμα.

«Η κυβέρνηση αυτή έπρεπε να λύσει τα διαχρονικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η χώρα σε οικονομικό, πολιτικό και θεσμικό επίπεδο, όλα τα ζητήματα που συζητούνταν εδώ και δεκαετίες», δηλώνει ο υπουργός Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης. «Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση εκλέγεται και πρέπει να αντιμετωπίσει όλες τις προκλήσεις και τις κρίσεις που έχουν προκύψει τα τελευταία έξι χρόνια» συμπληρώνει.

«Για τον Χουλιαράκη η επιστροφή στην προ της κρίσης ευημερία εξακολουθεί να είναι ένας μακρινός στόχος, παρά τα στοιχεία ανάπτυξης που παρουσιάζει σήμερα η Ελλάδα. Η χώρα μπορεί να υπερτερεί των ομολόγων της, αλλά η ζημιά που προκλήθηκε κατά τη διάρκεια των ετών της κρίσης ήταν τόσο βαθιά που η σύγκλιση θα απαιτήσει μια γενιά συνεχούς υπεραπόδοσης» συνεχίζεται το δημοσίευμα με τον πρώην ΥΠΟΙΚ να λέει ότι «θα πρέπει να αναπτυχθούμε κατά 1% περισσότερο από την υπόλοιπη ΕΕ για άλλα 15 χρόνια για να φτάσουμε στο επίπεδο του 2007».

Η μεταμόρφωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης

«Η κρίση της Ελλάδας άφησε πίσω της μια διαφορετική χώρα, αλλά μεταμόρφωσε και την ΕΕ, αν και μετά από μια ασταθή αρχή. Καθώς η κρίση εξαπλώθηκε στην Ιρλανδία, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Κύπρο και απειλούσε την υπόλοιπη ευρωζώνη, η Ένωση συμφώνησε τελικά να δημιουργήσει το δικό της μόνιμο ταμείο διάσωσης, το οποίο έγινε ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας. Θέσπισε ένα νέο σύστημα για την εκκαθάριση των χρεοκοπημένων τραπεζών. Και η ΕΚΤ έγινε ο δανειστής έσχατης ανάγκης με την ιστορική δέσμευση του προέδρου Ντράγκι να «κάνει ό,τι χρειαστεί» για να σώσει το ευρώ.

«Λόγω της Ελλάδας, η Ευρώπη άλλαξε. Η Ελλάδα ήταν η μαία της ιστορίας» σχολιάζει χαρακτηριστικά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας.

Όταν ξέσπασε η πανδημία το 2020, η κληρονομιά των διασωτικών πακέτων της Ελλάδας υπογράμμισε την ανάγκη για αλληλεγγύη της ΕΕ και ένα ταμείο ανάκαμψης ύψους 800 δισ. ευρώ. Ένας ανώτερος αξιωματούχος της ΕΕ λέει ότι το μοντέλο του ταμείου ανάκαμψης από την πανδημία, που προβλέπει επενδύσεις σε αντάλλαγμα για μεταρρυθμίσεις που προτείνονται από τις εθνικές πρωτεύουσες, διαμορφώθηκε με βάση τα διδάγματα από την Ελλάδα.

Ωστόσο, η ευρωζώνη εξακολουθεί να μην διαθέτει σημαντικό προϋπολογισμό ή μόνιμο ταμείο για την αντιμετώπιση των κλυδωνισμών. Οι κινήσεις για τη δημιουργία μιας τραπεζικής ένωσης, συμπεριλαμβανομένου ενός πανευρωπαϊκού συστήματος εγγύησης καταθέσεων για τη μείωση του κινδύνου οι πληγείσες τράπεζες να οδηγήσουν σε κατάρρευση τις υπερχρεωμένες κυβερνήσεις και αντίστροφα, έχουν κολλήσει.

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ