Κάθε άλλο παρά τυπική ήταν η χθεσινή συνεδρίαση της Διακυβερνητικής Συνόδου Ελλάδας-Κύπρου στο Μέγαρο Μαξίμου, καθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Νίκος Χριστοδουλίδης αφενός επαναβεβαίωσαν την πολιτική τους δέσμευση για την υλοποίηση του GSI (του καλωδίου Ελλάδος-Κύπρου-Ισραήλ), αλλά παράλληλα αποφάσισαν και να τροποποιήσουν τις οικονομοτεχνικές παραμέτρους του project, ώστε να το θωρακίσουν έναντι των λεγόμενων «γεωπολιτικών κινδύνων». Κοινώς, της Τουρκίας, η οποία απειλεί με σκηνικά Κάσου, εφόσον το έργο μπει ξανά στις ράγες.
Οι κ. Μητσοτάκης και Χριστοδουλίδης είχαν συμφωνήσει και τον Σεπτέμβριο, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ως προς την ανάγκη το έργο να «τρέξει». Εν συνεχεία όμως ήρθε η άγρια σύγκρουση του ΑΔΜΗΕ με τον Κύπριο πρόεδρο και τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας της Κύπρου και απαιτήθηκαν λεπτοί χειρισμοί για να μην «τιναχθεί στον αέρα» το σημαντικό project.
Δεν είναι τυχαίο ότι στη χθεσινή μεγάλη Κυπριακή αποστολή, με 10 υπουργούς και υφυπουργους και 6 συνεργάτες της Προεδρίας, δεν συμμετείχε ο υπουργός Οικονομικών Μάκης Κεραυνός, ο οποίος είναι πολέμιος του έργου, επικαλούμενος μελέτες βιωσιμότητας, τις οποίες όμως δεν έχει δώσει στη δημοσιότητα.
Η κρίσιμη παράμετρος εν προκειμένω είναι η τροποποίηση των οικονομοτεχνικών παραμέτρων του έργου, ώστε να συμμετάσχουν ενδεχομένως κάποια αμερικανική ή και ισραηλινή εταιρεία. Κατά πληροφορίες, επαφές έγιναν και τις προηγούμενες μέρες στο περιθώριο του συνεδρίου PTEC στην Αθήνα, όπου συγκλήθηκε ξανά το σχήμα 3+1 σε επίπεδο υπουργών Ενέργειας, με τη συμμετοχή και του Αμερικανού υπουργού Κρις Ράιτ.
Η Αθήνα θεωρεί ότι οι εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος επιβεβαιώνουν ότι ο ενεργειακός χάρτης της περιοχής αναδιαμορφώνεται, με βάση νέους γεωπολιτικούς συσχετισμούς και σχεδιασμούς. Σε αυτό το νέο πλαίσιο, εκτιμούν στην κυβέρνηση, και το έργο ηλεκτρικής διασύνδεσης αποκτά αναβαθμισμένα χαρακτηριστικά ως προς τη σημασία του. Ο κ. Μητσοτάκης ήταν σαφής ως προς αυτό. Αναφέρθηκε στα νέα δεδομένα και μίλησε για εξελίξεις που «καταδεικνύουν τη στρατηγική σημασία και των δύο χωρών μας για το σύνολο της ευρωπαϊκής ηπείρου». Αναφέρθηκε, επίσης, στον «καταλυτικό ρόλο σχημάτων όπως το 3+1» (Ελλάδα - Κύπρος - Ισραήλ+ΗΠΑ), κάνοντας λόγο για «συμπράξεις ζωτικής σημασίας για τη διαμόρφωση τόσο του ενεργειακού όσο και του γεωπολιτικού χάρτη της επόμενης δεκαετίας και για τη συνολική σταθερότητα στην περιοχή μας». Και, αναφερόμενος μέσα σε αυτό το πλαίσιο στο καλώδιο, τόνισε: «Νομίζω ότι ο φίλος Πρόεδρος, ο φίλος Νίκος, συμμερίζεται την άποψη ότι αυτά τα νέα δεδομένα καθιστούν ακόμα πιο βαρύνουσα την προστιθέμενη αξία έργων διασυνδεσιμότητας τα οποία ήδη προωθούμε. Είναι έργα τα οποία έχουν εθνική διάσταση και για τις δύο χώρες, είναι έργα τα οποία, όμως, έχουν και ένα ευρύτερο γεωπολιτικό αποτύπωμα».
Θετικό σήμα για τη συνεργασία και τη συμπόρευση Αθήνας και Λευκωσίας όσον αφορά και το συγκεκριμένο έργο εξέπεμψε από την πλευρά του ο Νίκος Χριστοδουλίδης. «Σε αυτό το δύσκολο γεωπολιτικό περιβάλλον, Ελλάδα και Κύπρος βαδίζουν πλήρως συντονισμένα, τόσο σε διμερές όσο και σε περιφερειακό επίπεδο, σε μια πλειάδα τομέων: την ενέργεια, την οικονομία, τη διασυνδεσιμότητα, όπως ο Πρωθυπουργός έχει αναφέρει», τόνισε και μίλησε για «αποτελεσματική υλοποίηση έργων που θα έχουν απτό οικονομικό όφελος αλλά και γεωπολιτικό αποτύπωμα» για να επαναλάβει και αυτός από την πλευρά του την απόφαση για επικαιροποίηση των οικονομοτεχνικών παραμέτρων για το έργο.
Κατά πληροφορίες, το U.S. International Development Finance Corporation (DFC) σταθμίζει την πιθανή συμμετοχή του στο έργο. Υπενθυμίζεται ότι ενδιαφέρον έχει δείξει εδώ και έναν χρόνο και η γαλλική εταιρία Meridien. Την εξέλιξη φωτογράφισε και ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος ανέφερε ότι «μπορεί αυτό δυνητικά να ενισχυθεί και με την είσοδο νέων ισχυρών επενδυτών, κάτι το οποίο θα είναι, προφανώς, προς όφελος όλων μας».
Για τις παρεμβάσεις στο project θεωρείται δεδομένο ότι θα εμπλακεί και διεθνής εταιρία συμβούλων που θα κληθεί να επαναξιολογήσει το έργο, ώστε να μπορούν στη συνέχεια να «κουμπώσουν» σε αυτό επενδυτές που θα το θωρακίζουν και γεωπολιτικά.
Για τις εξελίξεις ενημέρωσαν χθες και τις Βρυξέλλες που συγχρηματοδοτεί το project ο υπουργός Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου με τον Κύπριο ομόλογό του Γιώργο Παπαναστασίου, οι οποίοι είχαν βρεθεί και προ εβδομάδος στην Αθήνα. Μάλιστα, ο κ. Παπασταύρου έδειξε ότι τα πράγματα θα κινηθούν γρήγορα, αναφέροντας ως προτεραιότητα «την εξεύρεση αυτού του οίκου που θα κάνει τη συγκεκριμένη μελέτη, ώστε να μπορέσουμε να βάλουμε αυτό το τεχνοοικονομικό στο νέο περιβάλλον, το οποίο είναι η εξεύρεση ισχυρών παικτών και ταμείων τα οποία θα μπορούν να ενισχύσουν οικονομικά το έργο».
Μηνύματα για το Κυπριακό
Αθήνα και Λευκωσία, υπό το πρίσμα της αναγνώρισης του ρόλου τους ως πυλώνες σταθερότητας και αξιοπιστίας στην περιοχή προτάσσουν το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας.
Στο Κυπριακό, οι δύο ηγέτες εκπέμπουν μηνύματα στην ηγεσία της Άγκυρας, υπό το πρίσμα της αλλαγής ηγεσίας στην τουρκοκυπριακή κοινότητα.
«Είναι στο χέρι άλλων να αποδείξουν αν πραγματικά εννοούν αυτά τα οποία ενδεχομένως να έχουν ήδη ακουστεί στον δημόσιο διάλογο, ότι επιθυμούν μία διαδικασία επανεκκίνησης των συνομιλιών, στα πλαίσια όμως πολύ σαφών κατευθύνσεων οι οποίες καθορίζονται από τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Αλλά, βέβαια, και στα πλαίσια του συνολικού πλαισίου των ευρωτουρκικών σχέσεων», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης.
Ο κ. Χριστοδουλίδης ανέφερε ότι «μέγιστη εθνική προτεραιότητα αποτελεί φυσικά ο τερματισμός της κατοχής και η επανένωση της Κύπρου στη βάση των ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών, των αρχών και αξιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και πορευόμαστε μαζί προς επίτευξη αυτής της ιστορικής εθνικής αναγκαιότητας».