Σοκ και θρήνο έχει προκαλέσει στην Αυστραλία η πολύνεκρη ένοπλη επίθεση που σημειώθηκε στην παραλία Μποντάι του Σίδνεϊ, κατά τη διάρκεια εορτασμού της εβραϊκής γιορτής της Χανουκά. Η αστυνομία ανακοίνωσε ότι ο 24χρονος δράστης αντιμετωπίζει 59 κατηγορίες, μεταξύ των οποίων 15 για ανθρωποκτονία και μία για τέλεση τρομοκρατικής πράξης, σε σχέση με το μαζικό πυροβολισμό που κόστισε τη ζωή σε τουλάχιστον 15 ανθρώπους και τραυμάτισε δεκάδες άλλους. Το περιστατικό έχει χαρακτηριστεί από τις αρχές ως τρομοκρατική ενέργεια, με έντονα αντισημιτικά και ιδεολογικά κίνητρα.
Η επίθεση θεωρείται από τις πλέον αιματηρές στην Αυστραλία τα τελευταία χρόνια και εκδηλώθηκε όταν οι δράστες άνοιξαν πυρ κατά των συμμετεχόντων στην εκδήλωση, προκαλώντας πανικό και χάος. Οι αστυνομικές δυνάμεις επενέβησαν άμεσα: ένας εκ των δραστών έπεσε νεκρός από πυρά της αστυνομίας επί τόπου, ενώ ο 24χρονος τραυματίστηκε σοβαρά και μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο, όπου πλέον νοσηλεύεται υπό αυστηρή φρούρηση.
Κατά τη διάρκεια των ερευνών, οι αρχές εντόπισαν στο όχημα των δραστών αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς και υλικό που παραπέμπει σε εξτρεμιστική ιδεολογία, ενισχύοντας τις εκτιμήσεις για οργανωμένη και προσχεδιασμένη ενέργεια. Παράλληλα, εξετάζονται τα ταξίδια και οι επαφές των δραστών το προηγούμενο διάστημα, προκειμένου να διαπιστωθεί αν υπήρξαν διασυνδέσεις με εξτρεμιστικά δίκτυα εκτός Αυστραλίας.
Η τραγωδία έχει αφήσει βαθιά πληγή στην τοπική κοινωνία. Μεταξύ των θυμάτων συγκαταλέγονται γυναίκες, ηλικιωμένοι και ένα παιδί, ενώ αρκετοί τραυματίες νοσηλεύονται σε κρίσιμη κατάσταση. Μάρτυρες περιέγραψαν σκηνές απόλυτου τρόμου, με ανθρώπους να τρέχουν πανικόβλητοι στην παραλία ή να προσπαθούν να βρουν καταφύγιο.
Σε κλίμα εθνικού πένθους, έχουν ξεκινήσει οι τελετές μνήμης για τα θύματα, ενώ οι αρχές βρίσκονται σε κατάσταση αυξημένης επιφυλακής. Η αυστραλιανή κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα επανεξετάσει τα μέτρα ασφαλείας και τις πολιτικές πρόληψης της ριζοσπαστικοποίησης, καθώς και το ισχύον πλαίσιο ελέγχου της οπλοκατοχής.
Η επίθεση έχει συγκλονίσει τη διεθνή κοινή γνώμη και έχει ανοίξει εκ νέου τη συζήτηση για την αντιμετώπιση της βίαιης εξτρεμιστικής δράσης, σε μια χώρα που μέχρι σήμερα θεωρούνταν σχετικά ασφαλής από τέτοιου είδους μαζικές επιθέσεις.