Σε μια περίοδο γεμάτη γεωπολιτικές ανακατατάξεις, διεθνείς αναταράξεις και αβεβαιότητα, η δυναμική των ελληνοτουρκικών σχέσεων απασχολεί ολοένα και περισσότερο την ελληνική κοινότητα. Η συζήτηση που διοργάνωσε η εφημερίδα «Καθημερινή» στην Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου, προσέφερε μια πλατφόρμα για να εξεταστούν οι προοπτικές του διαλόγου, οι προκλήσεις που θέτουν οι νέες περιφερειακές ισορροπίες, καθώς και τα περιθώρια συνεννόησης και οι πιθανότητες αντιπαράθεσης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Οι ομιλητές, όλοι φορείς υψηλής εμπειρίας και γνώσης στον τομέα των διεθνών σχέσεων, έφεραν στο προσκήνιο κρίσιμα ζητήματα που αφορούν τη στρατηγική της χώρας μας.
Τάσος Χατζηβασιλείου: Η Τουρκία δεν ανταποκρίθηκε ποτέ στις δεσμεύσεις της Ευρώπης
Ο Τάσος Χατζηβασιλείου, βουλευτής ΝΔ και πρώην υφυπουργός Εξωτερικών, συμμετείχε στη συζήτηση σχετικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τις γεωπολιτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα. Με έντονη ανησυχία, υπογράμμισε την ανάγκη να λυθούν οι διαφορές με την Τουρκία προτού η χώρα μπορέσει να προχωρήσει σε στρατηγικές συζητήσεις σχετικά με το «άνοιγμα στη θάλασσα».
«Αν δεν λύσουμε τις διαφορές με την Τουρκία, πώς μπορούμε να μιλήσουμε για άνοιγμα στη θάλασσα;» διερωτήθηκε ο Χατζηβασιλείου, υπογραμμίζοντας τις εντάσεις που εμποδίζουν την πρόοδο στην εξωτερική πολιτική της χώρας. «Με τις ΗΠΑ, η νέα εποχή είναι μπίζνες και πολιτική - και η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να προσαρμοστεί σε αυτό το δόγμα», είπε, αναγνωρίζοντας ότι η συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι κρίσιμη. «Η καλύτερη εμπορική σχέση στον πλανήτη πρέπει να διαφυλαχθεί», προσέθεσε, εστιάζοντας την προσοχή των ακροατών στην αξία της ενεργειακής συνεργασίας.
Αναφερόμενος στις διαπραγματεύσεις για το LNG, τόνισε τη σημασία να εκμεταλλευτεί η Ελλάδα την ευκαιρία να καταστεί ο πιο αξιόπιστος εταίρος και σύμμαχος στην περιοχή, δηλώνοντας: «Γιατί να μην αρπάξει η Ελλάδα αυτή την ευκαιρία;».
Ο κ. Χατζηβασιλείου αναγνώρισε ότι η Ελλάδα έχει αναπτύξει στρατηγικές σχέσεις με χώρες όπως η Αίγυπτος, οικοδομώντας θετικά κεκτημένα στην περιοχή. «Η Ελλάδα δημιούργησε τις συνθήκες για να καταστεί ενεργειακός κόμβος - δεν έγινε από τύχη», ανέφερε, σημειώνοντας ότι οι σχεδιασμοί, όπως ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός, έχουν καταγραφεί και είναι δύσκολα αμφισβητήσιμοι.
Ο κ. Χατζηβασιλείου ανέφερε, στη συνέχεια, πως η Τουρκία αρνείται να αποδεχθεί το Διεθνές Δίκαιο, κάτι που εκτίμησε ότι επηρεάζει άμεσα τη δυνατότητα της Ελλάδας να πορευτεί με ασφάλεια. «Όσο η Τουρκία αρνείται και αμφισβητεί τη λογική του Διεθνούς Δικαίου, τίποτα δεν μπορεί να προχωρήσει», τόνισε, επαναφέροντας τη σημασία της νόμιμης διακυβέρνησης στη διεθνή πολιτική.
Στο ίδιο πλαίσιο συζήτησης, ο κ. Χατζηβασιλείου σχολίασε πως «η οθωμανική αυτοκρατορία δεν υπάρχει πια», υποδεικνύοντας ότι οι τουρκικές αξιώσεις δεν έχουν βάση στη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα. «Αν μιλάμε για χαμένες ευκαιρίες, τις συνδέω με τις στιγμές που η Τουρκία επιχείρησε να προσεγγίσει την Ευρώπη αλλά ποτέ δεν αντεπεξήλθε στις δεσμεύσεις της», είπε, αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα για μια πιο ενεργή και σταθερή στρατηγική προσέγγιση.
Εξέφρασε την πεποίθηση ότι η Ελλάδα διαθέτει ένα γεωπολιτικό όραμα και στόχευση, καλώντας τη χώρα να επιδείξει ηγετική στάση και αυτοπεποίθηση σε ένα δύσκολο και τεταμένο διεθνές περιβάλλον. Εκτίμησε δε, ότι η ικανότητα της Ελλάδας να διαχειριστεί τις διαφορές με την Τουρκία και να διευρύνει τις διπλωματικές σχέσεις της θα είναι καθοριστικής σημασίας για την περιφερειακή ασφάλεια και τη συνεργασία.
«Η Ελλάδα πρέπει να αποδείξει ότι έχει τη βούληση να επιφέρει αλλαγές προς την κατεύθυνση της ενοποίησης και της σταθερότητας. Η συμμόρφωση με το Διεθνές Δίκαιο πρέπει να αποτελέσει θεμέλιο της πολιτικής μας», δήλωσε δείχνοντας ότι αυτή η προσέγγιση μπορεί να συμβάλει στην οικοδόμηση ενός πιο σταθερού και ασφαλούς μέλλοντος τόσο για την Ελλάδα όσο και για την περιοχή.
Τόνισε επίσης τη σημασία της στρατηγικής συνεργασίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη, αναγνωρίζοντας ότι σε ένα κόσμο που αλλάζει, η Ελλάδα πρέπει να είναι προετοιμασμένη να αγκαλιάσει νέες ευκαιρίες και προκλήσεις. «Αντί να φοβόμαστε τις διαφορές, πρέπει να τις χρησιμοποιήσουμε ως βάση για γόνιμο διάλογο και στέρεες συνεργασίες», κατέληξε, επισημαίνοντας την ανάγκη να επανασταθεί η χώρα στο διεθνές διπλωματικό σκηνικό.
Στην τελική του τοποθέτηση είπε ότι ιδανική συμφωνία δεν υπάρχει. «Πιστεύω στις καλύτερες δυνατές συμφωνίες, να διασφαλίζει τα δικαιώματα της Ελλάδας σε Ανατολική Μεσόγειο και Αιγαίο, να εξασφαλίζει βιώσιμη ειρήνη και διαγραφή γκρίζων ζωνών και casus belli. Δέον είναι να λυθεί και το θέμα της Κύπρου. Η Ελλάδα έχει δημιουργήσει πολλά και θετικά κεκτημένα. Η αμυντική ισχύς είναι εργαλείο - έχουμε αυξήσει την οικονομική μας δύναμη και έχουμε ενισχύσει την ενεργειακή μας θέση. Πότε ήταν πιο ισχυρή η Ελλάδα απέναντι στην Τουρκία στο παρελθόν; Νομίζω τώρα».
Γιάννης Βαληνάκης: Η εμμονή με το διεθνές δίκαιο δεν μας οδηγεί πουθενά
Ο Γιάννης Βαληνάκης, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και πρώην υφυπουργός Εξωτερικών, υπογράμμισε την ανάγκη για έναν ρεαλιστικό και ενεργητικό διακυβερνητικό σχεδιασμό. «Η Ελλάδα πρέπει να έχει τρεις μεγάλους στόχους: την άρση των τουρκικών διεκδικήσεων, τη διεκδίκηση ΑΟΖ μέχρι 500.000 τ.χλ. και την υποστήριξη μιας Κυπριακής Δημοκρατίας που δεν ελέγχεται από την Τουρκία», δήλωσε χαρακτηριστικά. Τόνισε ότι «η εμμονή με το διεθνές δίκαιο δεν μας οδηγεί πουθενά. Αντί να περιμένουν παρεμβάσεις από συμμάχους ή διεθνείς οργανισμούς, οι Έλληνες πρέπει να διαπραγματεύονται ενεργά τα εθνικά τους συμφέροντα. Όλος ο κόσμος διαπραγματεύεται», είπε, καλώντας την Ελλάδα να μπει δυναμικά στο «παιχνίδι» της διεθνούς πολιτικής, αναγνωρίζοντας την περασμένη τάση των ΗΠΑ να απέχουν από ισχυρές παρεμβάσεις. «Βρισκόμαστε σε έναν κόσμο άναρχο και επικίνδυνο», προσέθεσε, καλώντας τους πολιτικούς ηγέτες να σκέφτονται πώς να αποκτούν οφέλη σε αυτή τη νέα κατάσταση.
Συνεχίζοντας, αναφέρθηκε στις πολιτικές του Κώστα Σημίτη στο Ελσίνκι. «Η πολιτική του Ελσίνκι δεν ήταν ιστορική ευκαιρία, καθώς η Κυπριακή Δημοκρατία θα εντασσόταν στην Ε.Ε. χωρίς προϋπόθεση επίλυσης», υπογράμμισε. Ανέφερε επίσης ότι η Τουρκία δεν έχει αξιοποιήσει τις διερευνητικές επαφές, κάτι που θα μπορούσε να βοηθήσει στην επίλυση των διαφορών.
Η ανάλυση του κ. Βαληνάκη περιλάμβανε και την αποτυχία των προηγούμενων στρατηγικών. «Μετά την ήττα των Ιμίων, τα δεδομένα άλλαξαν. Ακόμα και σε αυτή τη μεγάλη κρίση, η στρατηγική αποτροπής δεν έχει αποδείξει την αποτελεσματικότητά της», είπε, προσδιορίζοντας τη σημασία του ελέγχου των ελληνικών εδαφών έναντι τουρκικών διεκδικήσεων. «Η Τουρκία θέλει να αλλάξει τα σύνορα και αυτό πρέπει να μας προβληματίσει», είπε με έμφαση. Αναγνώρισε την αναγκαιότητα να εισαχθούν οι ελληνικές θέσεις σε ένα μεγαλύτερο διεθνές πλαίσιο, επιμένοντας ότι «το σημείο εκκίνησης πρέπει να είναι η άρση των τουρκικών διεκδικήσεων επί ελληνικού εδάφους».
Στην τελική του τοποθέτηση είπε ότι η ιδανική συμφωνία απαιτεί μαξιμαλιστική εκκίνηση και διαπραγμάτευση. «Μία ιδανική συμφωνία πρέπει να υπηρετεί τρεις στόχους: άρση των διεκδικήσεων της Τουρκίας επί ελληνικού εδάφους, απόφαση για μία ΑΟΖ που μπορεί να φτάσει μέχρι τις 500.000 τ.χλ. και να αποτιναχθεί η εμπλοκή των επεμβατικών δικαιωμάτων της Τουρκίας επί των ελεύθερων εδαφών της Κύπρου. Βασική αρχή για να φτάσεις σε μία συμφωνία είναι να ξεκινάς μαξιμαλιστικά και να μην αποκαλύπτεις τον βασικό σου στόχο. Ξεκινάς με μαξιμαλιστικές θέσεις, για να μπορείς να κάνεις ένα σκόντο. Δεν γίνεται τίποτα χωρίς διαπραγμάτευση, όλα λύνονται συναλλακτικά. Η Τουρκία νομίζω ότι έχει κουραστεί με την ελληνική αναβλητικότητα. Είμαστε σε ένα σημείο που η Τουρκία θέλει να πιέσει αφόρητα την Ελλάδα να κάτσει στο τραπέζι, για να συζητήσει όσα δεν θέλει να συζητήσει. Η Τουρκία αντιλαμβάνεται τα ήρεμα νερά ως επίλυση θεμάτων».
Παναγιώτης Τσάκωνας: Η Ελλάδα διαμορφώνει στρατηγική όταν συνδέει το ευρωπαϊκό πλαίσιο με τα Ελληνοτουρκικά
Ο Παναγιώτης Τσάκωνας, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Σπουδών Ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, επεδίωξε να αναδείξει την ανάγκη για στρατηγικά βήματα που θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να καθορίσει και να καθοδηγήσει την ατζέντα της σχέσης της με την Τουρκία. Δήλωσε ότι «η Ελλάδα έχει ασκήσει εξισορροπητική εμπλοκή με την Τουρκία, σπρώχνοντάς την σε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση». Ωστόσο, τόνισε ότι αυτή η προσέγγιση πρέπει να συμπληρωθεί μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προσκαλώντας τους Ευρωπαίους να συμμετάσχουν σε μια λογική δέσμευσης σχετικά με την Τουρκία. «Η Ε.Ε. δεν έχει στρατηγική για την Τουρκία, και πρέπει να είμαστε εμείς εκείνοι που θα συνεργαστούμε για να συν-διαμορφώσουμε την ατζέντα», υπογράμμισε, προτείνοντας μια πιο συναλλακτική προσέγγιση.
Αναφέρθηκε επίσης στην ανάγκη να σκεφτούμε ευρύτερα, περιλαμβάνοντας τις Βαλτικές χώρες σε μια ομπρέλα προστασίας, είτε απέναντι στη Ρωσία είτε στην Τουρκία. «Η περιφερειακή συνεργασία είναι το κλειδί στη νέα παγκόσμια πολιτική σκηνή», δήλωσε, τονίζοντας την σπουδαιότητα της ομαδικής δράσης.
Ο κ. Τσάκωνας απευθύνθηκε και στο ζητούμενο της επέκτασης των χωρικών υδάτων, αναφέροντας ότι είναι «το μοναδικό θέμα που υπάρχει επί δεκαετίες» και διαρκώς συνεχίζει χωρίς συνέπειες. «Υπάρχει ο μύθος ότι συζητούμε για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών και μετά τίποτα», επεσήμανε. Ανέφερε ότι είναι δυνατό να βρισκόμαστε σε συζητήσεις που να αποφέρουν παραγωγικά οφέλη, ευελπιστώντας ότι η επιλεκτική επέκταση, που είχε αναφερθεί από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, μπορεί να οδηγήσει σε θετικές εξελίξεις.
«Με την Τουρκία μπορούμε να συζητούμε ό,τι θέλουμε, χωρίς αυτό να σημαίνει αποδοχή της άλλης θέσης», τόνισε, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για αυτοπεποίθηση και στρατηγική σκέψη. Ο Τσάκωνας ανέφερε ότι το σημερινό πλαίσιο των διερευνητικών επαφών είναι διαφορετικό από αυτό του 2002-2003, όταν η Τουρκία δεν βρισκόταν υπό πίεση. «Από το 2004 έχουμε μπει σε ένα καθεστώς όπου συμβαίνουν διαβουλεύσεις δίχως σκοπό», είπε, ενώ ανέφερε τις σχολές πρόσληψης των Ελληνοτουρκικών σχέσεων στην Ελλάδα. Δύο ή τρεις από αυτές κινούνται προς την κατεύθυνση της επίλυσης, αλλά εντοπίζει επίσης μια κουλτούρα αναβλητικότητας που μεταθέτει την επίλυση στους επόμενους. «Πρέπει να ενεργήσουμε με προοπτική και να μην φοβόμαστε τον διάλογο με την Τουρκία", κατέληξε.
Στην τελική τους τοποθέτηση είπε ότι μία συμφωνία πρέπει να είναι βιώσιμη, δικαιοδοτική και με συναίνεση. «Για να είναι βιώσιμη, θα προκύψει μέσα από μια παρέμβαση από την ΕΕ, αλλά πάντως να προκύψει ως αποτέλεσμα από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Πρέπει να δούμε πώς θα φτάσουμε ως αυτό το σημείο. Χρειάζεται συναίνεση, τόσο από το πολιτικό σύστημα όσο και από την κοινωνία, για τους όρους της συμφωνίας - αν έπρεπε να είναι έντιμος συμβιβασμός, κάποιοι θα κουνούσαν το κεφάλι τους. Και απαιτούνται τρία στοιχεία: βιωσιμότητα, προερχόμενη από δικαιοδοτικά όργανα, συναίνεση».
Μάνος Καραγιάννης: Η Ελλάδα πρέπει να επαναπροσδιορίσει τη θέση της σε έναν κόσμο που αλλάζει
Ο Μάνος Καραγιάννης, Καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και το King's College London, έθιξε σημαντικά ζητήματα που αφορούν τη στρατηγική θέση της Ελλάδας και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία. Επισήμανε ότι «η Ελλάδα ανήκει στη Δύση, αλλά βρίσκεται γειτονικά με την Ανατολή», υπογραμμίζοντας την ανάγκη για επαναπροσδιορισμό της θέσης της χώρας στη διεθνή σκηνή. «Θεωρώ ότι το έχουμε παρακάνει με τη Ρωσία - δεν συμφέρει αυτό», δήλωσε, προσθέτοντας ότι «το τι θα γίνει αύριο με τη Ρωσία πρέπει να μας απασχολεί». Η έλλειψη θεσμικής μνήμης είναι κάτι που πρέπει να μας απασχολήσει, καθώς οι συνέπειες των σημερινών επιλογών μπορεί να έχουν μακροχρόνιο αντίκτυπο.
Αναφέρθηκε στη στρατηγική σχέση της Ελλάδας με το Ισραήλ, η οποία, παρά το γεγονός ότι είναι σημαντική, δεν είναι απαλλαγμένη από προκλήσεις. «Αντιμετωπίζουν φιλικά το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Αντιμετωπίζουν διακρίσεις και εχθρικές συμπεριφορές», είπε, υποδεικνύοντας ότι η συνεργασία δεν μπορεί να περιορίζεται σε ανταλλαγές τουριστών και προμήθεια οπλικών συστημάτων. «Η Ελλάδα έχει τον ρόλο της γέφυρας», ανέφερε, προσδιορίζοντας ότι η χώρα μας δεν έχει αξιοποιήσει πλήρως την "soft power" που έχει λόγω της εκκλησίας και της γλώσσας στην Αφρική, εκεί όπου οι Έλληνες μπορούν να έχουν σημαντική επιρροή. «Σε έναν κόσμο που τίποτα δεν είναι δεδομένο, η Ελλάδα δεν πρέπει να έχει περιορισμούς, πρέπει να ανοιχτεί στον κόσμο», πρόσθεσε, τονίζοντας την ανάγκη για μια ενεργητική εξωτερική πολιτική.
Ο κ. Καραγιάννης αναφέρθηκε στους μύθους που περιβάλλουν την πολιτική του Ελσίνκι και τη διαδικασία εξευρωπαϊσμού της Τουρκίας. «Δεν έχω πειστεί ότι η Τουρκία είναι ευρωπαϊκή χώρα», σημείωσε, αναφερόμενος στη θέση της γειτονικής χώρας. «Το Ελσίνκι βασίστηκε σε μια προβληματική υπόθεση εργασίας και δεν υπήρχε καμία περίπτωση να ενταχθεί η Τουρκία στην Ε.Ε.", προσέθεσε, επισημαίνοντας ότι η τουρκική πραγματικότητα είναι πολύπλοκη και διόλου απλή. Επεσήμανε ότι υπάρχουν μύθοι σχετικά με την πιθανότητα επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών μετά την κρίση των Ιμίων. «Η Τουρκία ζητά πράγματα που δεν μπορούμε να αποδεχθούμε - και πιστεύω ότι εννοούν όσα λένε», δήλωσε, υπογραμμίζοντας την έλλειψη πολιτικής βούλησης στην Τουρκία για διάλογο. «Στην Τουρκία δεν υπάρχει καν συζήτηση για την επίλυση των Ελληνοτουρκικών. Αυτό πρέπει να μας προβληματίσει», κατέληξε, ενισχύοντας την άποψη ότι η Ελλάδα χρειάζεται να διαχειριστεί με υπευθυνότητα και σοβαρότητα τις προκλήσεις που συνιστούν οι γειτονικές σχέσεις.
Στην τελική του τοποθέτηση, είπε ότι η Ελλάδα θα πρέπει να ζει με την Τουρκία όπως με τους σεισμούς και να έχει ένα ισχυρό πλέγμα συμμαχιών. Πρέπει να ξοδέψουμε για την άμυνα για να κοιμόμαστε ήσυχοι. «Φοβόμαστε την Τουρκία γιατί είναι αναθεωρητική δύναμη και πολλές φορές όσα λέει, τα κάνει πράξη»
Στο τέλος της συζήτησης, πρώην υπουργοί προσέφεραν τις απόψεις τους, βάσει της εμπειρίας τους, με τον Ευάγγελο Αποστολάκη να εστιάζει στη σημασία του ρεαλισμού.
«Η στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσουμε πρέπει να είναι γνωστή. Οι διεθνείς σχέσεις και οι επαφές μας πρέπει να κατευθύνουν τα πράγματα ώστε να έχει συμφέρον η χώρα», είπε ο πρώην υπουργός.
Ο Τάσος Γιαννίτσης, πρώην υπουργός Εξωτερικών, τόνισε ότι "παρά τις δυσκολίες, υπάρχει χώρος συμφωνίας μεταξύ μας, με την Τουρκία όμως πολύ δύσκολα μπορεί να υπάρξει χώρος συμφωνίας". Προειδοποίησε ότι οι διεθνείς σχέσεις απαιτούν προσεκτικούς χειρισμούς, υποστηρίζοντας ότι "παίζαμε το παιχνίδι της Τουρκίας για χρόνια με το διεθνές δικαστήριο, ενώ εκείνη επιδιώκει πολιτική διαπραγμάτευση". Ο κ. Γιαννίτσης ζήτησε να βρεθεί ένας "κάποιος" που θα μπορούσε να πιέσει και τις δύο πλευρές να εγκαταλείψουν τις "απίστευτες θέσεις" τους.
Ο Χρήστος Ροζάκης, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών, εστίασε στην ανάγκη να υποστηριχθούν οι ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες. «Το Ελσίνκι δεν το υποστηρίξαμε όσο πρέπει. Εκείνη την εποχή η Τουρκία επρόκειτο να μπει στην Ε.Ε. και οι δύο πλευρές ήθελαν. Δεν είναι θέμα μόνο οικονομικής προετοιμασίας, είναι και θέμα προθέσεων. Η Κύπρος είναι αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Μετά, η απόφαση για παρέμβαση ενός τρίτου μέρους είναι μείζον γεγονός που δεν πρέπει να υποτιμάται. Η Τουρκία πρέπει να επιλύσει τις διαφορές της, αλλιώς να πάει στο δικαστήριο. Ήταν όρος καθοριστικός. Μετά άρχισαν οι διερευνητικές επαφές.», είπε ο κ. Ροζάκης.
Η συζήτηση ολοκληρώθηκε με την επισήμανση ότι η στρατηγική της Ελλάδας πρέπει να εστιάσει στην ειρηνική και συναινετική επίλυση των διαφορών. Οι ομιλητές συμφώνησαν στην ανάγκη μιας συνεκτικής στρατηγικής αντίληψης που να περιλαμβάνει την ανάπτυξη της θαλάσσιας πολιτικής και τη διασφάλιση ενός ισχυρού ρόλου της χώρας στην περιοχή.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ