Ο θρύλος του Χόλιγουντ Ρόμπερτ Ρέντφορντ, ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς της γενιά του, σκηνοθέτης και παραγωγός, έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 89 ετών.
Το πάθος του για του κινηματογράφο τον οδήγησε στη δημιουργία του Sundance Institute, ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού που στηρίζει τον ανεξάρτητο κινηματογράφο και το θέατρο, και είναι γνωστός για το ετήσιο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Sundance.
Ως ηθοποιός - και κυρίως ως σκηνοθέτης - ο Ρέντφορντ απαιτούσε οι ταινίες του να έχουν βάρος, πραγματευόμενες συχνά σοβαρά ζητήματα, όπως η πολιτική διαφθορά.
Κατά την διάρκεια της καριέρας του κέρδισε την αναγνώριση, την αγάπη του κοινού παγκοσμίως και δεκάδες βραβεία – εκτός από ένα Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου.
Αντίθετα, είχε κερδίσει δύο βραβεία Όσκαρ: το πρώτο (1980) για τη σκηνοθεσία της ταινίας Συνηθισμένοι άνθρωποι (Ordinary People) και το δεύτερο (2002) για τη συνολική του προσφορά στο χώρο του κινηματογράφου.
Οι εμβληματικές ταινίες του
Ο Ρέντφορντ έκανε το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο στην ταινία War Hunt (1962) ενώ τα προηγούμενα χρόνια έπαιζε ως ηθοποιός στα θέατρα του Μπρόντγει και έκανε επιτυχημένες τηλεοπτικές εμφανίσεις σε διάσημες σειρές.
Ο γοητευτικός σταρ με τα γαλάζια μάτια αρχικά γνώρισε την επιτυχία ως πρωταγωνιστής σε ταινίες όπως το «Ξυπόλυτοι στο Πάρκο» ( Barefoot in the Park, 1967), Butch Cassidy and the Sundance Kid (1969) και την πολιτική σάτιρα «Ο υποψήφιος» (The Candidate 1972).
Ο Ρέντφορντ έγραψε κινηματογραφική ιστορία με την Μπάρμπαρα Στρέιζαντ στο ρομαντικό δράμα του 1973 "The Way We Were", παίζοντας με τη Μία Φάρρου στον «Υπέροχο Γκάτσμπι» (The Great Gatsby,1974) και συμπρωταγωνιστώντας με την Φαίη Ντάναγουεϊ στο κατασκοπευτικό θρίλερ στις «Οι τρεις μέρες του Κόνδορα» (Three Days of the Condor,1975).
Μάλιστα, για την ερμηνεία του στην αστυνομική ταινία "The Sting" (Το Κεντρί, 1973) ήταν υποψήφιος για Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου.
Η ταινία «Όλοι οι Άνθρωποι του Προέδρου» (1976) - στην οποία ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ και ο Ντάστιν Χόφμαν υποδύονται τους δημοσιογράφους της Washington Post που κάλυπταν το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ - ήταν μια ταινία-ορόσημο για τον σταρ.
Η ταινία έλαβε οκτώ υποψηφιότητες για Όσκαρ, συμπεριλαμβανομένων αυτών για Καλύτερη Ταινία και Καλύτερη Σκηνοθεσία (Άλαν Τζ. Πακούλα), ενώ κέρδισε και το Όσκαρ Καλύτερου Σεναρίου (Γκόλντμαν).
Το 1985 έπαιξε με την Μέριλ Στριπ στο ρομαντικό δράμα «Πέρα από την Αφρική» (Out of Africa), συγκινώντας εκατομμύρια θεατές σε όλο τον κόσμο.
Τα επόμενα χρόνια ο Ρέντφορντ αφοσιώθηκε κυρίως στη σκηνοθεσία και το φεστιβάλ Sundance αλλά συνέχιζε να εμφανίζεται σποραδικά και ως ηθοποιός.
Ο Ρέντφορντ υποδύθηκε τον Αλεξάντερ Πιρς στις ταινίες Captain America: The Winter Soldier (2014) και Avengers: Endgame (2019).
Η τελευταία του ενασχόληση με τον κινηματογράφο ήταν ως εκτελεστικός παραγωγός στην τηλεοπτική σειρά Dark Winds, από το 2022.

Ποιος ήταν ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ
Ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ γεννήθηκε στη Σάντα Μόνικα της Καλιφόρνιας, στις 18 Αυγούστου του 1936. Ο πατέρας του ήταν, αρχικά, γαλατάς και, στη συνέχεια, λογιστής, ενώ η μητέρα του ήταν νοικοκυρά. Η καταγωγή των προγόνων του είναι από την Ιρλανδία. Κατά τα σχολικά του χρόνια, ήταν συμμαθητής με το διάσημο παίκτη του μπέιζμπολ Ντον Ντιρσντέιλ.
Μόλις αποφοίτησε από το σχολείο, κέρδισε υποτροφία για το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, χάρις στην ικανότητά του στον αθλητισμό και -κυρίως- στο μπέιζμπολ. Εκείνο το χρονικό διάστημα δούλευε ως σερβιτόρος σε ένα εστιατόριο-μπαρ. Έπειτα, ξεκίνησε να δουλεύει στις πετρελαιοπηγές της Καλιφόρνιας, ώστε να μαζέψει χρήματα, για να μπορέσει να κάνει ένα ταξίδι στην Ευρώπη. Κατάφερε να μείνει στη Γηραιά Ήπειρο για ένα -περίπου- χρόνο. Τον περισσότερό του καιρό τον πέρασε στο Παρίσι, ενώ γράφτηκε και στη Σχολή Καλών Τεχνών της Φλωρεντίας.
Όμως, οι κακές κριτικές των καθηγητών του, τον οδήγησαν στην επιστροφή του στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αργότερα, μετέβη στο Μπρούκλιν, για να κάνει μαθήματα ζωγραφικής στο Ινστιτούτο Πρατ, κάτι που επηρέασε αρκετά τη ζωή του και τον ίδιο, αφού για μια περίοδο είχε αποκτήσει ένα αρκετά μποέμικο στυλ.
Στη συνέχεια, πήγε στην Αμερικανική Ακαδημία Δραματικών Τεχνών της Νέας Υόρκης, μετά από παρότρυνση ενός φίλου του. Στην ακρόασή του, κατάφερε να εκπλήξει τους κριτές, οι οποίοι ανέφεραν πως: "διαθέτει μια φυσική άνεση στην έκφραση, ζωηρή φαντασία, ένα χάρισμα". Η επαφή του αυτή με την υποκριτική τον κέρδισε και τον έκανε να ασχοληθεί σοβαρά με το αντικείμενο.