Η Ανατολική Μεσόγειος εισέρχεται σε μια φάση όπου οι ισορροπίες δεν καθορίζονται πλέον από κοινές δηλώσεις προθέσεων, αλλά από συγκεκριμένες δυνατότητες άμεσης αντίδρασης. Το τριμερές σχέδιο στρατιωτικής συνεργασίας Ελλάδας–Κύπρου–Ισραήλ για το 2026 δεν ανακοινώνει τη συγκρότηση μιας τυπικής «κοινής δύναμης» με ενιαία διοίκηση· οικοδομεί όμως κάτι ουσιαστικότερο: μια μόνιμη επιχειρησιακή αρχιτεκτονική αποτροπής, σχεδιασμένη πρωτίστως απέναντι στις τουρκικές πρακτικές επιβολής τετελεσμένων.
Από τη διαχείριση κρίσεων στην ενεργό αποτροπή
Σύμφωνα με αναλύσεις του Institute for National Security Studies, οι κυριότερες απειλές στην Ανατολική Μεσόγειο δεν εκδηλώνονται πλέον με τη μορφή συμβατικού πολέμου, αλλά ως υβριδικές επιχειρήσεις χαμηλής έντασης: παρενοχλήσεις ερευνητικών σκαφών, αμφισβήτηση θαλασσίων ζωνών, χρήση UAVs και πίεση σε ενεργειακές και υποθαλάσσιες υποδομές.
Ακριβώς σε αυτό το πεδίο έχει επενδύσει συστηματικά η Τουρκία, εφαρμόζοντας το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» όχι ως θεωρητική στρατηγική, αλλά ως καθημερινή πρακτική φθοράς. Η τριμερής συνεργασία απαντά με ταχύτητα, διαλειτουργικότητα και κοινά πρωτόκολλα αντίδρασης, μειώνοντας δραστικά τον χρόνο που απαιτείται για συντονισμένη στρατιωτική απάντηση.
Ειδικές δυνάμεις και τεχνολογική υπεροχή
Η καρδιά του σχεδιασμού βρίσκεται στη σύγκλιση μονάδων ειδικών επιχειρήσεων των τριών χωρών. Χωρίς να ανακοινώνεται θεσμικά μια «ενιαία δύναμη», οι ελληνικές, κυπριακές και ισραηλινές ειδικές δυνάμεις εκπαιδεύονται πλέον με κοινό επιχειρησιακό δόγμα, συμβατά συστήματα επικοινωνιών και σενάρια που προσομοιώνουν πραγματικές τουρκικές τακτικές.
Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην αντιμετώπιση των τουρκικών UAVs, ενός από τα βασικά εργαλεία προβολής ισχύος της Άγκυρας. Η ενσωμάτωση ισραηλινής τεχνογνωσίας σε συστήματα επιτήρησης και anti-drone άμυνας δημιουργεί μια «ομπρέλα» προστασίας που ακυρώνει το πλεονέκτημα του χαμηλού κόστους και της μαζικής χρήσης drones.
Η Κύπρος παύει να είναι «αδύναμος κρίκος»
Αναλυτές του ΕΛΙΑΜΕΠ τονίζουν ότι η μεγαλύτερη γεωπολιτική μεταβολή αφορά την Κύπρο. Η Λευκωσία, που για χρόνια βρισκόταν εκτεθειμένη σε τουρκικές πιέσεις χωρίς άμεσο στρατιωτικό αντίβαρο, εντάσσεται πλέον σε έναν τριμερή μηχανισμό έμπρακτης αποτροπής.
Η προστασία της Κυπριακής ΑΟΖ, των ενεργειακών ερευνών και κρίσιμων έργων όπως το ηλεκτρικό καλώδιο GSI παύει να αποτελεί αντικείμενο διπλωματικών ανακοινώσεων. Μετατρέπεται σε κόκκινη γραμμή με επιχειρησιακό περιεχόμενο, την οποία η Άγκυρα καλείται να λάβει σοβαρά υπόψη.
Το μήνυμα προς την Άγκυρα – και προς τη Δύση
Το μήνυμα είναι διπλό. Προς την Τουρκία, ότι η πολιτική των «γκρίζων ζωνών» και των ελεγχόμενων κρίσεων δεν βρίσκει πλέον απέναντί της μόνο την Ελλάδα ή την Κύπρο μεμονωμένα, αλλά έναν συντονισμένο άξονα με ισραηλινή στρατιωτική ισχύ και τεχνολογική υπεροχή.
Προς τη Δύση, και ειδικά τις ΗΠΑ στο πλαίσιο του 3+1, ότι η Ανατολική Μεσόγειος αποκτά έναν αξιόπιστο περιφερειακό πυλώνα ασφάλειας, ικανό να συγκρατήσει την τουρκική αναθεωρητική δυναμική χωρίς διαρκή αμερικανική στρατιωτική παρουσία.
Η ουσία είναι ξεκάθαρη: χωρίς να προκαλεί θεσμικά, χωρίς να εκτίθεται σε διαψεύσεις, η τριμερής Ελλάδα–Κύπρος–Ισραήλ συγκροτεί ένα πλέγμα αποτροπής που αλλάζει τους συσχετισμούς ισχύος. Και αυτό είναι ακριβώς που ανησυχεί περισσότερο την Άγκυρα.