Γιατί ο Μπάιντεν φαίνεται να «κρατάει» τον Ερντογάν

 
Γιατί ο Μπάιντεν φαίνεται να «κρατάει» τον Ερντογάν

Ενημερώθηκε: 22/02/21 - 00:18

Του Μιχάλη Ψύλου

Αρθρογράφος: Μιχάλης Ψύλος

Και τι δεν κάνει ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μήπως και συγκινήσει τον Αμερικανό ομόλογό του Τζο Μπάιντεν! Δεν είναι και λίγο άλλωστε σχεδόν τέσσερις μήνες μετά την νίκη του στις προεδρικές εκλογές, ο Μπάιντεν να έχει συνομιλήσει τηλεφωνικά σχεδόν με όλους τους σημαντικούς ηγέτες στον κόσμο, εκτός από τον Ερντογάν!

Επιτέλους, φαίνεται να είπε το περασμένο Σάββατο ,ο Τούρκος Πρόεδρος: «Θέλουμε μια σχέση “win-win” με τις Ηνωμένες Πολιτείες. «Τα κοινά συμφέροντα της Τουρκίας και των Ηνωμένων Πολιτειών είναι περισσότερα από τις διαφορές τους» πρόσθεσε ο Ερντογάν ,σε ένα βίντεο που ανέβασε η τουρκική προεδρία στο twitter. Μάταιος κόπος! Ούτε φωνή ούτε ακρόαση από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Οσο και αν τα γεωπολιτικά συμφέροντα είναι μεγάλα στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, ο Μπάιντεν δύσκολα θα ξεχάσει την προνομιακή σχέση που είχε αναπτύξει ο Ερντογάν με τον προκάτοχό του στην αμερικανική προεδρία, Ντόναλντ Τραμπ. Και θα συνεχίσει να θεωρεί την Τουρκία του Ερντογάν «αποκαλούμενο σύμμαχο»…

Είδε και απόειδε ο Τούρκος Πρόεδρος και αποφάσισε να μισθώσει μια διάσημη συμβουλευτική εταιρεία lobbying στην Ουάσιγκτον μήπως και αποκαταστήσει τις σχέσεις του με την νέα αμερικανική κυβέρνηση. Ο τουρκικός κυβερνητικός οργανισμός που είναι υπεύθυνος για την προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού (SSB), υπέγραψε λοιπόν σύμβαση με την συμβουλευτική εταιρεία Arnold & Porter.

Επισήμως, το Τουρκικό κράτος ζητάει από την αμερικανική εταιρεία lobbying να προσπαθήσει να πείσει το Αμερικανικό Πεντάγωνο ώστε να μπορέσει η Αγκυρα να παραλάβει τα αμερικανικά αεροσκάφη F-35- μια σύμβαση που ματαιώθηκε λόγω της αγοράς από την Τουρκία των ρωσικών πυραύλων S-400.

H Άγκυρα θα πληρώσει μάλιστα στην αμερικανική συμβουλευτική εταιρεία πάνω από 750.000 ευρώ τους επόμενους έξι μήνες, όπως αποκαλύπτει η ιστοσελίδα www.foreignlobby.com. Οσο και αν το ποσό αυτό δεν είναι και πολύ μεγάλο βέβαια, δείχνει όμως ότι η Αγκυρα συμπιέζεται ασφυκτικά ανάμεσα στο δίλλημα: «Να συνεχίσει να στηρίζεται στη Μόσχα αμυντικά με τους S-400 ή να γυρίσει την πλάτη και να στραφεί στην Ουάσιγκτον για να πάρει τα F-35;».

Οι πύραυλοι S-400 εξακολουθούν να είναι το πιο προηγμένο σύστημα αεροπορικής άμυνας, αλλά και τα F-35 εξακολουθούν να θεωρούνται τα πιο προηγμένα πολεμικά αεροσκάφη. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου και ο υπουργός Αμυνας, Χουλουσί Ακάρ λένε ότι είναι έτοιμοι να συζητήσουν την απενεργοποίηση των ρωσικών πυραύλων, αλλά η Ουάσιγκτον δεν συζητά ούτε αυτό. Απλά .η νέα αμερικανική διοίκηση δεν εμπιστεύεται τον Ερντογάν, για πολλούς λόγους…

Αντίθετα συμφέροντα με τους Κούρδους

Ο Μουσταφά Γκερμπούζ, καθηγητής στο πρόγραμμα Αραβικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον, πιστεύει ότι είναι απίθανη η συνεργασία μεταξύ Τουρκίας και Ηνωμένων Πολιτειών, λόγω των διαμετρικά αντίθετων απόψεων για τον ρόλο των Κουρδικών δυνάμεων στη βορειοανατολική Συρία.

Η Τουρκία θεωρεί την Κουρδική πολιτοφυλακή (SDF) ως απειλή για την εθνική της ασφάλεια, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούν τους Συρο-Κούρδους αντάρτες αναπόσπαστο τμήμα στην προσπάθεια για τη σταθεροποίηση και την εξασφάλιση των συμφερόντων τους στη βορειοανατολική Συρία. Η νέα αμερικανική διοίκηση θέλει να διασφαλίσει τον έλεγχο των Ηνωμένων Πολιτειών στη βόρεια Συρία, καθώς οποιοδήποτε κενό ισχύος θα μπορούσε να καλυφθεί από το Ιράν.

«Με τις νέες διαπραγματεύσεις με την Τεχεράνη να είναι το πιο ευαίσθητο ζήτημα για τη διοίκηση Μπάιντεν, κάθε πιθανή αδυναμία στη Συρία θεωρείται υπερβολικά επικίνδυνη», λέει ο καθηγητής Γκερμπούζ. «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα στελέχη της διοίκησης Μπάιντεν πιθανότατα θα είναι λιγότερο ανεκτικά στις τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στη βόρεια Συρία», προσθέτει. Σε αντίθεση με την διοίκηση Τραμπ ,που είχε δώσει το πράσινο φως στον Ερντογάν και στο συριακό μέτωπο.

Σε κάθε περίπτωση , οι γεωστρατηγικές αλλαγές στην περιοχή θα έχουν «τεκτονική» διάσταση. Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν μάλιστα ότι για τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι Κούρδοι έχουν τελειώσει και αυτό θα φανεί σύντομα. Υποστηρίζουν ότι οι Αμερικανοί, για την ώρα, σε συμφωνία με τους Γερμανούς, έχουν αφήσει την περιοχή αυτή στους Ρώσους , οι οποίοι με την σειρά τους θα δώσουν κάποια «εργολαβία» στους Τούρκους.Τουλάχιστον ,όσον αφορά την βορειοανατολική Συρία, που συνορεύει με την Τουρκία.

Την ίδια ώρα οι Κούρδοι πάντως δεν κάθονται με σταυρωμένα τα χέρια και προσέλαβαν και αυτοί την Covington & Burlington -μια αμερικανική εταιρεία lobbying- για να παροτρύνει την κυβέρνηση Μπάιντεν και το νέο Κογκρέσο να συνεχίσουν να υποστηρίζουν τα συμφέροντα του Κουρδικού λαού, που ζει σε διάφορες χώρες της Μέσης Ανατολής, όπως Τουρκία, Ιράκ, Συρία και Ιράν, γράφει ο ιστότοπος Foreign Lobby Report .

«Νομίζω ότι τώρα που έχουμε μια νέα διοίκηση, υπάρχει ελπίδα να διορθώσουμε κάποια προβλήματα και να βεβαιωθούμε ότι η παραδοσιακή υποστήριξη των ΗΠΑ για τον κουρδικό λαό σε όλη την περιοχή θα συνεχιστεί», δήλωσε εκπρόσωπος της εταιρείας στο Foreign Lobby Report.

Οι Αμερικανοί «κρατάνε» τον Ερντογάν

Οι Αμερικανοί φαίνεται επίσης να «κρατάνε» τον Ερντογάν σχετικά με την πρόσφατη τουρκική στρατιωτική επιχείρηση στην περιοχή Γκάρα, στο βόρειο Ιράκ, όπου σκοτώθηκαν 13 Τούρκοι πράκτορες της ΜΙΤ και στρατιωτικοί, που είχαν απαχθεί εδώ και χρόνια από το ΡΚΚ.

Μια επιχείρηση που έχει ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων από την τουρκική αντιπολίτευση ,που θεωρεί ότι οι 13 όμηροι θα μπορούσαν να είχαν σωθεί.

Ο υπουργός Άμυνας Άκαρ παραδέχθηκε ότι η επιχείρηση ξεκίνησε «σε επαφή με τους συμμάχους» και ως εκ τούτου, «μπορούμε να υποθέσουμε ότι οι Αμερικανικές υπηρεσίες την παρακολουθούσαν ζωντανά μέσω δορυφόρων, κατασκοπευτικών αεροσκαφών και καταγράφοντας όλες τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες» γράφει στην ιστοσελίδα Yetkinreport, ο πολύ γνωστός Τούρκος δημοσιογράφος Μουράτ Γετκίν.

Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει τις αμφιβολίες της Ουάσιγκτον αν όντως η σφαγή των 13 ομήρων διαπράχθηκε από τους Κούρδους αντάρτες του ΡΚΚ.

Ο Γετκίν Μουράτ εκτιμά μάλιστα ότι «αυτό το περιβάλλον αμφιβολίας στις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις θα συνεχιστεί και ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η Τουρκία θα λάβουν στρατηγικές αποφάσεις βραχυπρόθεσμα».

Η αραβική εφημερίδα Asharq al-Awsat που εδρεύει στο Λονδίνο , αποκαλύπτει ότι ο υπό την ηγεσία των Αμερικανών συνασπισμός ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος σκοπεύει να δημιουργήσει μια μεγάλη στρατιωτική βάση στην περιοχή Αϊν Ντιβάρ της Συρίας, πολύ κοντά στα σύνορα με την Τουρκία. Στην ίδια περιοχή μάλιστα είναι γνωστό ότι υπάρχουν και Ρώσοι στρατιώτες.

Ο συνταξιούχος πρέσβης Ουλούτς Εζιλκέρ λέει μάλιστα στην Cumhuriyet ότι και η Ρωσία σκοπεύει να δημιουργήσει μια βάση στην περιοχή Αϊν Ντιβάρ: «Υπάρχουν αναφορές ότι οι Ρώσοι συμφώνησαν με τις ΗΠΑ και ετοιμάζονται και αυτοί να δημιουργήσουν μια βάση σε αυτήν την περιοχή» σημειώνει ο Εζιλκέρ.

Απειλεί το «μαντρόσκυλο» του Ερντογάν

Ο απόστρατος Τούρκος στρατηγός Αλί Ερ μιλώντας επίσης στην Cumhuriyet τονίζει ότι «η βάση αυτή συνιστά ένα προκλητικό βήμα προς την Τουρκία. Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία ότι στόχος είναι η αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους αφού στην περιοχή Αϊν Ντιβάρ δεν υπάρχει παρουσία του ISIS» σημειώνει ο Τούρκος στρατηγός και προσθέτει: «Αυτή η περιοχή είναι πολύ κοντά στον δρόμο που συνδέει το Ιράκ με τη Συρία και επομένως, μια τέτοια βάση στέλνει ένα πολιτικό μήνυμα στην Αγκυρα και αποτελεί απειλή για την εθνική ασφάλεια της Τουρκίας».

Ο Ερντογάν, που στηρίζεται πλέον μόνο στους Γερμανούς στο Δυτικό στρατόπεδο, ανησυχεί ιδιαίτερα πλέον βλέποντας αυτές τις κινήσεις των Αμερικανών και ενώ ο ίδιος παρακαλεί τον Μπάιντεν για «συνεργασία», βάζει το «μαντρόσκυλό» του, τον ακροδεξιό κυβερνητικό του εταίρο Ντεβλέτ Μπαχτσελί να απειλεί την Αμερική επειδή -σύμφωνα με δημοσίευμα του Ινστιτούτου Brookings- ζητάει την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων στην Τουρκία ως προϋπόθεση για οποιαδήποτε ουσιαστική βελτίωση των σχέσεων Ουάσιγκτον-Άγκυρας.

«Πρόκειται για απειλές και επιθέσεις εναντίον της τουρκικής κυβέρνηση» κραύγασε ο ακροδεξιός εθνικιστής Μπαχτσελί – ο αρχηγός των Γκρίζων Λύκων, στον οποίο ο Ερντογάν στηρίζει πολλές ελπίδες μήπως και επανεκλεγεί πρόεδρος στις εκλογές του 2023.

Παίρνοντας μαθήματα από τον Τραμπ και τον ακροδεξιό όχλο του στις πρόσφατες ταραχές στην Ουάσιγκτον, ο Μπαχτσελί δεν θα διστάσει άλλωστε να επιχειρήσει να καταλύσει τη δημοκρατία με τις φασιστικές του ομάδες, αν δει ότι ο συνεταίρος του Ερντογάν χάνει τις εκλογές.

ΠΗΓΗ: Εφημερίδα «Δημοκρατία»