Το υπουργείο Δικαιοσύνης της διοίκησης Τραμπ καλείται να δημοσιοποιήσει έως σήμερα έναν εκτεταμένο όγκο εγγράφων που αφορούν τις έρευνες για τον χρηματιστή και καταδικασμένο σεξουαλικό εγκληματία Τζέφρι Επσταϊν, μετά την ψήφιση σχετικού νόμου από το Κογκρέσο τον περασμένο μήνα.
Η απόφαση του Κογκρέσου έβαλε τέλος σε μήνες πολιτικής αντιπαράθεσης και εσωτερικής δυσαρέσκειας στους κόλπους των υποστηρικτών του Τραμπ, οι οποίοι είχαν εκφράσει απογοήτευση για την αρχική απροθυμία της κυβέρνησης να δώσει στη δημοσιότητα τα αρχεία. Παρά την προθεσμία, παραμένει ασαφές πότε και με ποιον τρόπο θα δημοσιοποιηθούν τα έγγραφα, ενώ δεν αναμένεται να δοθεί στη δημοσιότητα το σύνολο των μη διαβαθμισμένων αρχείων.
Ο νόμος προβλέπει την εξαίρεση προσωπικών δεδομένων θυμάτων του Επσταϊν και οποιουδήποτε υλικού θα μπορούσε να επηρεάσει ενεργές έρευνες. Οι δικηγόροι της Διεύθυνσης Εθνικής Ασφάλειας έχουν ήδη αναλάβει την επεξεργασία των εγγράφων για την αφαίρεση ευαίσθητων πληροφοριών, με τις εργασίες να ξεκινούν αμέσως μετά την Ημέρα των Ευχαριστιών και να έχουν προτεραιότητα έναντι άλλων υποθέσεων.
Ο Τραμπ είχε αρχικά ζητήσει από τους Ρεπουμπλικανούς να αντιταχθούν στον νόμο, επικαλούμενος κινδύνους για επικίνδυνα προηγούμενα, αλλά λίγο πριν από την ψηφοφορία άλλαξε δημόσια στάση, ενώ παράλληλα ο Λευκός Οίκος φέρεται να άσκησε πίεση για καθυστέρηση της διαδικασίας.
Η υπόθεση Επσταϊν εξακολουθεί να προκαλεί πολιτικό κόστος για τον Τραμπ, καθώς δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι μόλις το 44% των Ρεπουμπλικανών εγκρίνουν τον τρόπο χειρισμού της από τον πρόεδρο, ποσοστό πολύ χαμηλότερο από την γενική του αποδοχή μεταξύ των ψηφοφόρων του. Υποστηρικτές του Τραμπ κατηγορούν τη διοίκησή του ότι συγκαλύπτει σχέσεις του Επσταϊν με ισχυρά πρόσωπα και θολώνει τις συνθήκες θανάτου του το 2019 στη φυλακή της Νέας Υόρκης.
Παρά τον θάνατό του που αποδόθηκε επισήμως σε αυτοκτονία, η υπόθεση έχει αποτελέσει τη βάση για θεωρίες συνωμοσίας, κάποιες από τις οποίες είχε αναπαράγει ο ίδιος ο Τραμπ κατά την προεκλογική του εκστρατεία. Τον περασμένο μήνα, Δημοκρατικοί βουλευτές δημοσιοποίησαν χιλιάδες emails από την περιουσία του Επσταϊν, συμπεριλαμβανομένου μηνύματος που υποδήλωνε ότι ο Τραμπ «ήξερε για τα κορίτσια», χωρίς περαιτέρω διευκρινίσεις. Ο Τραμπ απάντησε χαρακτηρίζοντας την κίνηση «φάρσα Επσταϊν».
Παράλληλα, Ρεπουμπλικανοί βουλευτές δημοσιοποίησαν emails που ανέφεραν επισκέψεις του Τραμπ στο σπίτι του Επσταϊν, διευκρινίζοντας ότι «ποτέ δεν έκανε μασάζ». Ο Τραμπ διατηρούσε κοινωνικές σχέσεις με τον Επσταϊν έως τα μέσα της δεκαετίας του 2000, πριν από την πρώτη καταδίκη του το 2008, χωρίς ποτέ να κατηγορηθεί για παρανομία και αρνούμενος ότι γνώριζε το δίκτυο σεξουαλικής εκμετάλλευσης.