Σαν σήμερα δολοφονήθηκε το 1920 ο Ίων Δραγούμης

 
Σαν σήμερα δολοφονήθηκε το 1920 ο Ίων Δραγούμης

Ενημερώθηκε: 31/07/17 - 03:51

Σαν σήμερα στις 31 Ιουλίου 1920 δολοφονήθηκε ο Ιων Δραγούμης στη συμβολή των οδών Βασιλίσσης Σοφίας και Παπαδιαμαντοπούλου στην Αθήνα από άνδρες της προσωπικής φρουράς του Ελ. Βενιζέλου. Ο Ίων Δραγούμης ήταν διπλωμάτης, πολιτικός και συγγραφέας και υπήρξε ένας από τους κύριους εκφραστές του ελληνικού ρομαντικού εθνικισμού των αρχών του 20ού αιώνα μαζί με τους φίλους του Περικλή Γιαννόπουλο και Αθανάσιο Σουλιώτη - Νικολαΐδη.

Γεννήθηκε το Σεμπτέμβριο του 1878. Απόγονος πρωθυπουργών και υπουργών. Γιός του Στέφανου Δραγούμη, πρωθυπουργού. Εθνικιστής, διπλωμάτης και αντιβενιζελικός πολιτικός. Aνάλωσε τη ζωή του στην προάσπιση των εθνικών υποθέσεων. Θεωρητικός της Μεγάλης Ιδέας.

Η δολοφονία του συγκίνησε το Πανελλήνιο και τον πολιτικό κόσμο. Ο Κωστής Παλαμάς από τις στήλες της "Καθημερινής" του αφιέρωσε τη Νεκρική Ωδή:

Λευκή ας βαλθεί όπου έπεσες, Κολώνα
(Πώς έπεσες, γραφή να μη το λέη)
Λευκή με της Πατρίδας την εικόνα
Μόνο εκείνη ταιριάζει να σε κλαίη,
Βουβή, μαρμαρωμένη να σε κλαίη!

Το συγγραφικό του έργο, αποτελούμενο από πολιτικές μελέτες, άρθρα κοινωνικού προβληματισμού και λογοτεχνήματα, συντονίζεται με την εθνική και πολιτική του δράση.

Υπήρξε από τους πρωτεργάτες του δημοτικισμού στην Ελλάδα. Το πολιτικό του μανιφέστο εμπεριέχεται στο κείμενα Ελληνικός Πολιτισμός (1914) και Μονοπάτι, στο οποίο αναλύει τους σκοπούς της ύπαρξης του ελληνικού έθνους και το περιεχόμενο της εθνικής ιδεολογίας. Ο Ίων Δραγούμης πίστευε βαθιά στην κοινοτική ιδέα και όχι στην αυταπάτη της δημοκρατίας, που μας «σαπίζει», όπως έλεγε. Συνεργάστηκε με πολλά περιοδικά με το ψευδώνυμο Ιδας.

Η δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη έγινε μία ημέρα μετα την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Ελευθερίου Βενιζέλου στην Γαλλία. Μετά την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών, ο Ελευθέριος Βενιζέλος θα επέστρεφε στις 30 Ιουλίου 1920 από την Γαλλία στην Ελλάδα με το τρένο από τον σιδηροδρομικό σταθμό της Λυών. Εκεί, την ώρα της επιβίβασης, δυο απότακτοι αντιβενιζελικοί αξιωματικοί - ο υπολοχαγός μηχανικού Γεώργιος Κυριάκης και ο υποπλοίαρχος Απόστολος Τσερέπης, αποπειράθηκαν να δολοφονήσουν τον Έλληνα Πρωθυπουργό, πυροβολώντας με τα περίστροφα τους από κοντινή απόσταση.

Έριξαν πάνω από 10 σφαίρες συνολικά, με τον Βενιζέλο να τραυματίζεται ελαφρά στον αριστερό ώμο και χέρι. Η αποτυχία τους ήταν αποτέλεσμα της ψύχραιμης αντίδρασης του Έλληνα πρωθυπουργού που όταν ένιωσε τον κίνδυνο άρχισε να τρέχει δεξιά - αριστερά, σε συνδυασμό προς την τυχαία πτώση του πίσω από αποσκευές και την ανεξήγητη αστοχία, σχεδόν εξ' επαφής, των υποψήφιων δολοφόνων. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος νοσηλεύτηκε για μια μέρα σε Γαλλικό νοσοκομείο και όταν ανάρρωσε , παρέστη ως μάρτυρας κατηγορίας στην δίκη των δύο επίδοξων δολοφόνων του.

Στην κατάθεση του άφησε σαφείς υπαινιγμούς για συνωμοσία κατά της ζωής του από τον εξόριστο Βασιλιά Κωνσταντίνο. Οι δύο κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν σε πολυετείς ποινές, μένοντας για πολλά χρόνια στις Γαλλικές φυλακές.

Τα "Ιουλιανά" του 1920

Η είδηση της απόπειρας δεν έγινε αμέσως γνωστή στην Αθήνα, παρά μόνο το μεσημέρι της 31ης Ιουλίου του 1919. Σύμφωνα με την μαρτυρία του Εμμανουήλ Ρέπουλη, αντιπροέδρου της κυβερνήσεως Βενιζέλου, προσπάθησε ο ίδιος να κρύψει την είδηση, αλλά ήδη ανεπίσημες φήμες στην πόλη διέδιδαν τον θάνατο του Βενιζέλου.

Αμέσως μετά την κυκλοφορία της "είδησης", ένα οργισμένο πλήθος Βενιζελικών ξεχύθηκε στους Αθηναϊκούς δρόμους ζητώντας εκδίκηση, κρατώντας ρόπαλα και λοστούς επιτέθηκαν αρχικά κατά των γραφείων όλων των Αντιβενιζελικών εφημερίδων καταστρέφοντας αυτά σχεδόν ολοσχερώς, αμέσως μετά επιτέθηκαν στα σπίτια των συγγενών των επίδοξων δολοφόνων, προκάλεσαν εκτεταμένες ζημιές στο θέατρο της Μαρίκας Κοτοπούλη (γνωστής οπαδού της Αντιπολίτευσης και του εξόριστου Βασιλιά), αρκετές ζημιές σε ζαχαροπλαστεία, καφενεία και άλλα καταστήματα γνωστών αντιβενιζελικών πολιτών, ενώ λεηλάτησαν και τις κατοικίες των ηγετών της "Ηνωμένης Αντιπολίτευσης". Το όργιο βίας και λεηλασίας είχε μικρή διάρκεια. Ξεκίνησε στις 12.00 το μεσημέρι και σταμάτησε στις 19.00, όταν ξεκίνησε η δοξολογία στην Μητρόπολη για την σωτηρία του Ελευθέριου Βενιζέλου.

Όλα τα στελέχη της Αντιπολίτευσης κρύβονταν κατατρομοκρατημένα, κανείς αντιβενιζελικός δεν αντίδρασε (αυτή ήταν η κύρια αιτία που δεν υπήρξαν θύματα), ενώ τα όργανα της τάξης του κράτους παρακολουθούσαν διακριτικά την κατάλυση κάθε έννοιας έννομης τάξης. Οι υλικές ζημιές που προκλήθηκαν ήταν σοβαρές, αλλά αυτό που συγκλόνισε την ελληνική κοινή γνώμη ήταν η αναίτια και ψυχρή δολοφονία του Ίωνος Δραγούμη.

Η δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη

Ο Ίων Δραγούμης πληροφορήθηκε την είδηση της απόπειρας νωρίς το μεσημέρι. Οδήγησε την Μαρίκα Κοτοπούλη στο σπίτι της στην Κηφισιά για να την προστατεύσει από τυχόν βιαιοπραγίες εις βάρος της λόγω των πολιτικών της φρονιμάτων και υπό το καθεστώς μιας έντιμης αλλά μοιραίας αντίληψης του καθήκοντος, αποφάσισε να επιστρέψει στα γραφεία της εφημερίδας του, ώστε να επιμεληθεί την έκδοση της. Είχε απόλυτη συναίσθηση του κινδύνου της απόφασης του. Ένιωθε την υποχρέωση να μην κρυφτεί αλλά να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες του ως ένας από τα ηγετικά στελέχη της αντιπολίτευσης. Κατέβηκε με το αμάξι του την οδό Κηφισίας ως το ύψος των Αμπελοκήπων στην τότε έπαυλη Θων.

Εκεί τον σταμάτησε μια ομάδα ενόπλων, που άνηκαν στο περίφημο τάγμα ασφαλείας του Παυλου Γύπαρη . Ο Δραγούμης συναισθάνθηκε τον κίνδυνο και ζήτησε από τον οδηγό να προχωρήσει. Οι ένοπλοι όμως ακινητοποίησαν το αυτοκίνητο, συνέλαβαν τον Δραγούμη τον χτήπησαν στο πρόσωπο και τον οδήγησαν βίαια στον στρατώνα του τάγματος τους. Στο προαύλιο του στρατώνα βρίσκονταν ο Παύλος Γύπαρης, διοικητής των Βενιζελικών ταγμάτων ασφαλείας, παλαιός γνώριμος του Δραγούμη από τον Μακεδονικό Αγώνα, και ο Εμμανουήλ Μπενάκης, επίσης γνώριμος του Δραγούμη απο την θητεία του στην πρεσβεία της Αλεξάνδρειας. Αρχικά οι δύο άνδρες συζητούσαν χαμηλόφωνα κοιτάζοντας βλοσυρά τον Δραγούμη. Η αγωνιώδης αναμονή του αιχμαλώτου διήρκεσε 20 λεπτά.

Μετά από ένα μυστηριώδες τηλεφώνημα που δέχτηκε, ο Γύπαρης διέταξε 18 στρατιώτες με οπλισμένα τα ντουφέκια, να οδηγήσουν τον Δραγούμη αιχμάλωτο, πεζή ως το φρουραρχείο. Οι στρατιώτες περιστοίχισαν τον Δραγούμη και τον οδήγησαν στην συμβολή των οδών Κηφισίας και Ρηγίλλης. Εκεί σταμάτησαν και τον έστησαν σε έναν μαντρότοιχο. "Δεν υπάρχει πλέον ελπίδα;" τους ρώτησε ο μελλοθάνατος μέσα στην επιθανάτια αγωνία του. Κανείς από τους ενόπλους δεν απάντησε. Τον σημάδεψαν και έριξαν στον άτυχο άνδρα εξ επαφής χωρίς καν παράγγελμα.

Ο Δραγούμης δεν αντιστάθηκε, ούτε και προσπάθησε να ξεφύγει από τους δολοφόνους του. Ήρεμα στάθηκε μπροστά τους, κοιτώντας τον Αττικό ουρανό που τόσο ύμνησε και αγάπησε, για τελευταία φορά... Οι εύστοχες ριπές των όπλων τον άφησαν στον τόπο χωρίς πνοή. Οι δολοφόνοι του, πλησίασαν την σωρό του και τον λόγχισαν για να βεβαιωθούν για τον θάνατο του. Αμέσως μετά επέστρεψαν στον στρατώνα τους.

Οι αντιδράσεις στην δολοφονία

Το πτώμα του Δραγούμη έμεινε σκυλευμένο στο πεζοδρόμιο για πολλές ώρες. Αργά το απόγευμα μεταφέρθηκε στο νεκροτομείο, όπου μετά από ειδοποίηση αργά το βράδυ, προσήλθε τραγική μορφή ο γηραιός πατέρας του Στέφανος Δραγούμης, (πρώην πρωθυπουργός και τελευταίος ύπατος αρμοστής στην Κρήτη) για να αναγνωρίσει τον νεκρό γιο του. Η οικογένεια του νεκρού απαίτησε νεκροψία που έδειξε ότι ο άτυχος άνδρας έφερε 9 σφαίρες στο κορμί του, έντεκα λογχισμός διαμπερείς δια ξιφολόγχης και κάταγμα του αριστερού μηρού δια υποκοπάνου όπλου.

Την επομένη δεν κυκλοφόρησε (όπως είναι λογικό μετά την καταστροφική λαίλαπα της προηγούμενης ημέρας) καμία εφημερίδα της Αντιπολίτευσης. Όλες οι Βενιζελικές εφημερίδες φιλοξενούσαν την είδηση της απόπειρας κατά του Βενιζέλου, αφιερώνοντας λίγες μόνο λέξεις για την στυγερή δολοφονία. Αρκετές μάλιστα υποστήριζαν ότι ο Δραγούμης σκοτώθηκε ενώ προσπαθούσε να ξεφύγει. Κάποιες δε, υποστήριξαν ότι οι εκτελεστές ήταν σε αυτοάμυνα γιατί δήθεν τους άνοιξε πυρ ο Δραγούμης με το περίστροφο του! Αντιπολιτευόμενες εφημερίδες κυκλοφόρησαν δέκα μέρες μετά αποκαθιστώντας την αλήθεια. Η κηδεία του έγινε μέσα σε ανείπωτη θλίψη από τους οικείους του και συνοδεύτηκε από ένα μεγάλο πλήθος πολιτών.

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος συγκλονίστηκε όταν έμαθε το στυγερό έγκλημα και αμέσως απέστειλε θερμό συλλυπητήριο τηλεγράφημα στον πατέρα του Δραγούμη, φανατικό πολιτικό του εχθρό. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα η μνήμη του θλιβερού γεγονότος τον κατέτρεχε για αυτό και μερίμνησε προσωπικά για την ανεύρεση των δολοφόνων αλλά όχι και για την ανεύρεση τυχόν ηθικών αυτουργών. Έτσι τα μέλη του εκτελεστικού αποσπάσματος που είχαν φυγαδευτεί στην Κρήτη από τους Βενιζελικούς, παραπέμφθηκαν σε δίκη. Σε προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στην ελληνική βουλή για τα τραγικά γεγονότα, ο αντικαταστάτης του πρωθυπουργού Εμμανουήλ Ρέπουλης, προσπάθησε άνευρα και ομολογουμένως διόλου πειστικά να υποστηρίξει την κυβερνητική εκδοχή των γεγονότων για δήθεν σύντονες προσπάθειες του να αποφευχθούν τα επεισόδια και η δολοφονία. Στις αιτιάσεις της Αντιπολίτευσης απάντησε με δικαιολογίες και υπεκφυγές, ενώ στο τέλος ανήγγειλε εμφανώς συντετριμμένος και πιθανή πρόθεση του να εγκαταλείψει τον δημόσιο βίο.

Η ηθική αυτουργία του φόνου χρεώθηκε στον ίδιο τον Γύπαρη και στον Μπενάκη, χωρίς όμως ποτέ να αποδειχθεί κάποια κατηγορία. Το 1922 ο Μπενάκης παραπέμφθηκε σε δίκη για ηθική αυτουργία αλλά απαλλάχτηκε, με την κόρη του, την Πηνελόπη Δέλτα να είναι κατηγορηματική στο αρχείο της, για την αθωότητα του πατρός της.

Η δολοφονία του Ιωνος Δραγούμη κηλίδωσε τον πολιτικό βίο της χώρας βαθαίνοντας το ψυχικό χάσμα ανάμεσα στους δύο κόσμους (βενιζελικών-αντιβενιζελικών).

Θέματα Ελληνικής Ιστορίας

Πηγή: