Η Κύπρος, παρά την απουσία εγχώριας αυτοκινητοβιομηχανίας, καλείται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στους επόμενους έξι μήνες στην προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συνδυάσει την προστασία της βιομηχανίας με τους φιλόδοξους κλιματικούς στόχους.
Η πρόκληση επικεντρώνεται στη διαχείριση της έντασης μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας για το μέλλον των αυτοκινήτων και την πράσινη μετάβαση. Η αντιπαράθεση εντάθηκε μετά την παρουσίαση στις 16 Δεκεμβρίου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή νέου πακέτου για την αυτοκινητοβιομηχανία, που αναθεωρεί ουσιαστικά την πλήρη απαγόρευση των κινητήρων εσωτερικής καύσης από το 2035 και εισάγει νέους εθνικούς στόχους για τα εταιρικά οχήματα με μηδενικές εκπομπές.
Η πρόταση προκάλεσε διχασμό: η Γερμανία και το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα χαιρέτισαν τις αλλαγές, ενώ αριστερές και πράσινες πολιτικές δυνάμεις προειδοποίησαν για ενίσχυση του ανταγωνισμού από κινέζους κατασκευαστές. Παρά τις αντιδράσεις, ο Επίτροπος Κλίματος Βόπκε Χούκστρα διαβεβαίωσε ότι ο στόχος του 2035 θα παραμείνει σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητος.
Από την 1η Ιανουαρίου, η κυπριακή προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ αναλαμβάνει τον συντονισμό των κρατών-μελών σε αυτή τη διαμάχη. Το Βερολίνο πιέζει για χαλάρωση των κανόνων, ενώ το Παρίσι θέτει σαφή όρια στην πώληση θερμικών κινητήρων μετά το 2035.
Η αυτοκινητοβιομηχανία αντιστοιχεί στο 9% του ΑΕΠ της ΕΕ και αντιμετωπίζει προκλήσεις όπως εμπορική πίεση από τις ΗΠΑ, στασιμότητα πωλήσεων και ανταγωνισμό από την Κίνα. Παράλληλα, οποιαδήποτε χαλάρωση της νομοθεσίας θα συγκρούεται με τον στόχο μείωσης των εκπομπών κατά 90% έως το 2050.
Η Κύπρος δηλώνει ότι θα λειτουργήσει ως «έντιμος διαμεσολαβητής», αναζητώντας συμβιβασμό που θα βρει ευρεία στήριξη στα κράτη-μέλη, σε μια διαδικασία που χαρακτηρίζεται ως η «μητέρα όλων των πολιτικών μαχών» στην ευρωπαϊκή πράσινη μετάβαση.