Η οικοδόμηση ενός νέου πολιτικού κόμματος στις ΗΠΑ από το μηδέν είναι ένα πάρα πολύ δύσκολο έργο, ακόμη και για τον πλουσιότερο άνθρωπο στον κόσμο.
Ο Μασκ περιέγραψε το νέο του κόμμα στην διαδικτυακή πλατφόρμα X ως επικεντρωμένο στην τεχνολογία, με επίγνωση του προϋπολογισμού, φιλοενεργειακό και κεντρώο, με στόχο να προσελκύσει δυσαρεστημένους ψηφοφόρους, τόσο Δημοκρατικούς όσο και Ρεπουμπλικάνους.

Όμως πολιτικοί ειδικοί λένε ότι η διάσπαση του δικομματικού συστήματος στις ομοσπονδιακές εκλογές των ΗΠΑ θα απαιτούσε τεράστιους πόρους και μακροπρόθεσμη δέσμευση. Στο παρελθόν, παρόμοιες προσπάθειες έχουν αποτύχει, υπογραμμίζοντας πόσο δύσκολο είναι να οριοθετήσει πολιτικό χώρο σε μια χώρα όπου οι εκλογές διοργανώνονται σε επίπεδο πολιτείας.
«Υπάρχουν πολύ σημαντικά εμπόδια στη δημιουργία ενός βιώσιμου τρίτου κόμματος», δήλωσε ο Ντέιβιντ Α. Χόπκινς, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Κολλέγιο της Βοστώνης, διευκρινίζοντας ότι οι προκλήσεις περιλαμβάνουν την οικοδόμηση κομματικής υποδομής, την οργάνωση εθελοντών και την πρόκριση στις κάλπες.
Ο Ντέιβιντ Τζόλι, πρώην Ρεπουμπλικάνος βουλευτής από τη Φλόριντα, ο οποίος εγκατέλειψε το κόμμα εξαιτίας του Τραμπ, δήλωσε ότι ο Μασκ μπορεί να προσφέρει το σημαντικότερο που απαιτείται για μια τέτοια ώθηση: κεφάλαια.
«Αυτό που έλειπε από τον ανεξάρτητο χώρο ήταν οι πόροι», είπε ο Τζόλι. «Η δημιουργία άλλου ένα πολιτικού πόλου είναι κάτι περισσότερο από την υποβολή της αίτησης στην Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εκλογών. Στην πραγματικότητα ξεκινάει η δημιουργία κομμάτων σε 50 πολιτείες. Μιλάμε για 100 εκατομμύρια δολάρια απλά και μόνο για να μπεις στον χώρο με πραγματικά σοβαρή πρόθεση».
Ο Τζόλι σκέφτηκε να πολιτευτεί ως ανεξάρτητος, όμως κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η παραμονή στο δικομματικό σύστημα ήταν τελικά ένας πιο αποτελεσματικός τρόπος για να προσεγγίσει τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους. Τώρα είναι υποψήφιος για κυβερνήτης της Φλόριντα ως Δημοκρατικός.
Το 2016, ένας άλλος δισεκατομμυριούχος, ο πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης Μάικλ Μπλούμπεργκ, κατέληξε σε παρόμοιο συμπέρασμα, απορρίπτοντας την ιδέα να θέσει υποψηφιότητα για πρόεδρος ως ανεξάρτητος, λέγοντας ότι ένας τέτοιος υποψήφιος δεν θα είχε «καμία πιθανότητα νίκης».
Ο Τζόλι εκτίμησε ότι ο Μασκ θα χρειαζόταν 10 χρόνια και ίσως ένα δισεκατομμύριο δολάρια για να χτίσει ένα βιώσιμο κόμμα σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Όμως για τον Τζόλι το πρόσφατο ιστορικό του Μασκ στο Υπουργείο Αποδοτικότητας της Κυβέρνησης (DOGE) υποδηλώνει ότι ο δισεκατομμυριούχος δεν μπορεί να επικεντρωθεί σε κάτι τέτοιο για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ο Μασκ έφυγε από το DOGE μετά από λίγους μόνο μήνες, έχοντας πετύχει ελάχιστη εξοικονόμηση πόρων σε σχέση με ό,τι είχε υποσχεθεί. «Αυτό που έχουμε δει είναι ένας Ίλον Μασκ που δεν είναι πειθαρχημένος… αρκετά για να αλλάξει την αμερικανική πολιτική», καταλήγει ο Τζόλι.
Λιγότερο συμπαθής από τον Τραμπ
Ο Μασκ ήταν ο μεγαλύτερος χορηγός των Ρεπουμπλικάνων κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας των ΗΠΑ το 2024, προσφέροντας σχεδόν 300 εκατομμύρια δολάρια σε δωρεές, οι οποίες επικεντρώθηκαν κυρίως στο να βοηθήσουν τον Τραμπ να επιστρέψει στον Λευκό Οίκο.
Δεν απέδωσαν όμως όλες οι πολιτικές του προσπάθειες. Έδωσε επίσης εκατομμύρια δολάρια στις εκλογές για το Ανώτατο Δικαστήριο του Ουισκόνσιν τον Απρίλιο, μόνο και μόνο για να δει τον υποψήφιο της προτίμησής του να αποτυγχάνει. Επίσης, οι προσπάθειές του να πείσει τους Ρεπουμπλικάνους στο Κογκρέσο των ΗΠΑ να μην ψηφίσουν το φορολογικό νομοσχέδιο του Τραμπ απέτυχαν επίσης.

Κατά συνέπεια, δεν είναι σαφές πόσο αποτελεσματικός θα μπορούσε να είναι στην υποστήριξη ανεξάρτητων στις εκλογές για τη Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ. Ιστορικά, οι υποψήφιοι για το Κογκρέσο εκτός των δύο παραδοσιακών κομμάτων δυσκολεύονταν να ξεπεράσουν τα μειονεκτήματα στις τοπικές προσπάθειες οργάνωσης και προσέλκυσης της ψήφου. Τις περισσότερες φορές, οι ανεξάρτητοι έχουν χρησιμεύσει ως παράγοντες αποπροσανατολισμού – αποσπώντας ψήφους είτε από τους Δημοκρατικούς είτε από τους Ρεπουμπλικάνους.
Κάτι που περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα σχέδια του Μασκ είναι ότι πολλοί ψηφοφόροι τον αντιπαθούν. Οποιοδήποτε ρόλος διαδραματίσει σε μια εκλογική αναμέτρηση είναι βέβαιο ότι θα γίνει μέρος της συζήτησης.
Ο Μασκ αντιμετωπίζεται λιγότερο ευνοϊκά από τον Τραμπ από το ευρύ αμερικανικό κοινό – μόνο το 36% των ερωτηθέντων σε δημοσκόπηση των Reuters/Ipsos του Ιουνίου είχε ευνοϊκή άποψη για τον Μασκ, σε σύγκριση με το 42% που έβλεπε ευνοϊκά τον Τραμπ, ενώ το 59% των ερωτηθέντων έχει αρνητική άποψη γι’ αυτόν, σε σύγκριση με το 55% που έβλεπε αρνητικά τον Τραμπ.
Όμως το μεγαλύτερο μειονέκτημά του μπορεί να είναι ότι προσπαθεί να αμφισβητήσει πολιτικά τον Τραμπ, ενώ την ίδια στιγμή ουσιαστικά θέλει να βασιστεί στην υποστήριξη των ψηφοφόρων του Τραμπ.
Πηγή: Reuters