Άρθρο Πιερρακάκη στον Economist: «Τι πρέπει να κάνει η Ευρώπη, για να ικανοποιήσει τον Μάριο Ντράγκι»

 
πιερρακακης

Πηγή Φωτογραφίας: ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ

Ενημερώθηκε: 11/09/25 - 10:40

Άρθρο γνώμης υπό τον τίτλο «Τι πρέπει να κάνει η Ευρώπη για να ικανοποιήσει τον Μάριο Ντράγκι» υπογράφει ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, στη στήλη "By Invitation" του Economist.

Όπως επισημαίνει ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας: «Πέρασε ένας χρόνος από τότε που ο Μάριο Ντράγκι, πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας και διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, παρουσίασε την έκθεσή του για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα—μια εμβληματική προσπάθεια να χαραχθεί μια πορεία ανάπτυξης. Το μήνυμά του τότε ήταν σαφές: χωρίς τολμηρές μεταρρυθμίσεις, η Ευρώπη διακινδυνεύει να οδηγηθεί σε μια «αργή και βασανιστική» πορεία σχετικής οικονομικής παρακμής. Έναν χρόνο αργότερα, η αίσθηση του κατεπείγοντος έχει ενταθεί ακόμη περισσότερο, εξ ου και οι συνεχιζόμενες προειδοποιήσεις του κ. Ντράγκι, μεταξύ άλλων σε μια πρόσφατη ομιλία όπου προειδοποίησε ότι η Ευρώπη πρέπει να κάνει «μαζικές επενδύσεις… τώρα, όσο έχουμε ακόμη τη δύναμη να διαμορφώσουμε το μέλλον μας».

Το άρθρο συνεχίζει ως εξής:

«Ανάμεσα στις πολλές συστάσεις που διατύπωσε ο κ. Ντράγκι, η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς - του εγχειρήματος που διασφαλίζει την ελεύθερη διακίνηση αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίων και ανθρώπων στην Ευρώπη - παραμένει η σημαντικότερη. Είναι το κλειδί για την απελευθέρωση της επόμενης φάσης ανάπτυξης της ηπείρου.

Η ώθηση για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς πρέπει, ωστόσο, να συμβαδίσει με την αναζωπύρωση της ανταγωνιστικότητας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δίκιο να στοχεύει τα επίμονα εμπόδια που κατακερματίζουν τις οικονομίες της ηπείρου. Αλλά, ενώ η κανονιστική σύγκλιση είναι αναγκαία, απέχει πολύ από το να είναι επαρκής.

Η σημασία της ολοκλήρωσης της ενιαίας αγοράς υπογραμμίζεται από τα ωμά στατιστικά: τα ενδο-ευρωπαϊκά εμπόδια λειτουργούν ως de facto δασμός της τάξης του 44% κατά μέσο όρο στα αγαθά—τριπλάσιος σε σχέση με τα εμπόδια στο εμπόριο μεταξύ αμερικανικών πολιτειών—και ακόμη υψηλότερος, 110%, στις υπηρεσίες, σύμφωνα με το ΔΝΤ. Η εξάλειψη αυτών των εμποδίων θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα. Παρ’ όλα αυτά, ένα νέο ξέσπασμα ευρωπαϊκής ανάπτυξης θα χρειαστεί δύο ακόμη κρίσιμες μετατοπίσεις.

Πρώτον, απαιτείται μεγαλύτερη στρατηγική στόχευση ως προς την συγκέντρωση των πόρων μας—τομέα προς τομέα. Ας πάρουμε ως παράδειγμα τις τηλεπικοινωνίες. Είναι ένας κλάδος υψηλής κεφαλαιακής έντασης με συρρικνούμενα περιθώρια, αλλά απαραίτητος για την ψηφιακή ανταγωνιστικότητα. Σήμερα στην Ευρώπη, οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι αντιμετωπίζουν 27 διαφορετικά ρυθμιστικά καθεστώτα και χρειάστηκε να περάσουν από 27 ξεχωριστές δημοπρασίες φάσματος 5G. Αυτό το μωσαϊκό κανονισμών αυξάνει το κόστος, καθυστερεί την ανάπτυξη και δυσχεραίνει την επίτευξη κλίμακας.

Αντίθετα, η Αμερική έχει έναν μόνο ρυθμιστή, την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών, και μία ενιαία διαδικασία κατανομής φάσματος. Στο μεταξύ, η Κίνα προχώρησε ακόμη περισσότερο, κατανέμοντας το φάσμα διοικητικά στους παρόχους, αντί να το δημοπρατεί, αναγνωρίζοντας ότι η αξία του 5G δεν βρίσκεται στα έσοδα από τις δημοπρασίες αλλά στις εφαρμογές και τις υπηρεσίες που επιτρέπει.

Η θέση της Ευρώπης σε αυτό το ευρύτερο γεωπολιτικό πλαίσιο υπήρξε παράδοξη. Τα τελευταία χρόνια, ο παγκόσμιος ανταγωνισμός για τις ψηφιακές υποδομές εξελίχθηκε σε πλήρη στρατηγική αντιπαλότητα. Ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση στερούνταν μιας συνεκτικής απάντησης, οι ευρωπαϊκές εταιρείες βρίσκονταν συχνά στο επίκεντρο των πιο σημαντικών εξελίξεων—ως κορυφαίοι πάροχοι υποδομών, προτύπων και καινοτομίας στο 5G. Με άλλα λόγια, η Ευρώπη διέθετε πολλά από τα εργαλεία αλλά της έλειπε η κοινή πολιτική για να τα μετατρέψει σε μακροπρόθεσμη βιομηχανική ισχύ.

Στη δική μου χώρα, την Ελλάδα, επιχειρήσαμε να απαντήσουμε σε αυτήν την πρόκληση σε εθνικό επίπεδο. Διατηρήσαμε το 25% των εσόδων από τις δημοπρασίες 5G για να δημιουργήσουμε ένα ειδικό ταμείο που θα επενδύει σε εταιρείες που αναπτύσσουν εφαρμογές βασισμένες στο 5G. Αυτό αντικατοπτρίζει την αναγνώριση ότι στην ψηφιακή εποχή οι υποδομές από μόνες τους δεν αρκούν. Η καινοτομία πάνω σε αυτές τις υποδομές είναι που τροφοδοτεί την ανάπτυξη.

Αν η Ευρώπη είχε υιοθετήσει μια συντονισμένη ή ακόμη και ενιαία ρυθμιστική προσέγγιση, ένα ενιαίο πλαίσιο δημοπρασιών και έναν κοινό μηχανισμό χρηματοδότησης για στρατηγικές επενδύσεις τεχνολογίας σε εφαρμογές 5G, ίσως να είχε τοποθετηθεί πιο πειστικά ως παγκόσμιος ηγέτης στην καινοτομία που βασίζεται στο 5G. Το κόστος ευκαιρίας του κατακερματισμού μετριέται όχι μόνο σε χαμένη αποδοτικότητα, αλλά και σε χαμένη ανταγωνιστικότητα.

Η δεύτερη απαιτούμενη αλλαγή είναι να ευθυγραμμίσουμε τη ρύθμιση με τις αναπτυξιακές προτεραιότητες του μέλλοντος, όχι του παρελθόντος. Ας πάρουμε τις δημόσιες συμβάσεις, που στην Ευρώπη διέπονται από την Οδηγία για τις Δημόσιες Συμβάσεις. Εδώ τα παραδοσιακά έργα κατασκευών προχωρούν πολύ πιο γρήγορα από τα ψηφιακά ή καινοτομικά έργα. Αυτή η απόκλιση δεν είναι μόνο διαδικαστική—αντικατοπτρίζει τις αναπτυξιακές προτεραιότητες μιας εποχής όπου οι φυσικές υποδομές κυριαρχούσαν στη στρατηγική σκέψη.

Σήμερα, η διάρκεια ζωής των ψηφιακών έργων μετριέται συχνά σε μήνες. Στην Ευρώπη, όμως, οι χρόνοι για την ανάθεση και ολοκλήρωσή τους μετρώνται σε χρόνια. Αν χρειάζεται περισσότερο για να προμηθευτούμε ένα σύστημα ψηφιακής ταυτότητας ή μια δημόσια πλατφόρμα ηλεκτρονικής υγείας από ό,τι για να ασφαλτοστρώσουμε έναν αυτοκινητόδρομο, τότε το θεσμικό πλαίσιο ασκεί σαφώς τροχοπέδη στις φιλοδοξίες.

Δεν πρόκειται απλώς για ζήτημα απλοποίησης. Πρόκειται για ζήτημα κατεύθυνσης. Το ερώτημα που πρέπει να θέτουμε δεν είναι «Πώς κάνουμε τις δημόσιες συμβάσεις ευκολότερες;» αλλά «Τι θέλουμε να επιτύχουν οι δημόσιες συμβάσεις;». Η απάντηση πρέπει να είναι: ανάπτυξη και καινοτομία. Αυτό σημαίνει επαναγραφή των κανόνων ώστε να είναι κατάλληλοι για ευέλικτη ανάπτυξη, συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στην τεχνολογία και ταχεία υλοποίηση σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η κυβερνοασφάλεια, η ενεργειακή μετάβαση και η προηγμένη βιομηχανική παραγωγή.

Ας εξαλείψουμε, επιτέλους, τα αόρατα δασμολογικά εμπόδια που κατακερματίζουν την εσωτερική αγορά της Ευρώπης. Αλλά ας αναρωτηθούμε επίσης: τι είδους οικονομία οικοδομούμε όταν αυτά τα εμπόδια εκλείψουν;

Η απάντηση δεν μπορεί να είναι «μια από τα ίδια». Πρέπει να είναι μια οικονομία που καινοτομεί, ανταγωνίζεται και αναπτύσσεται—με μια θεσμική αρχιτεκτονική σχεδιασμένη όχι μόνο για να διαχειρίζεται κινδύνους, αλλά για να απελευθερώνει την πραγματική δυναμική της Ευρώπης.»

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ