Το νέο αμερικανικό σχέδιο ειρήνης για την Ουκρανία που υποβλήθηκε υπό μορφή τελεσιγράφου με προθεσμία ως την Ημέρα των Ευχαριστιών (Thanksgiving Day), έχει βρεθεί στο κέντρο της διεθνούς ανάλυσης, καθώς επηρεάζει όχι μόνο το μέλλον της Ουκρανίας, αλλά και τη συνοχή της Ευρώπης, τη διατλαντική συμμαχία και το παγκόσμιο σύστημα ισχύος.
Ένα σχέδιο 28 σημείων, το οποίο απαιτεί από το Κίεβο οδυνηρές υποχωρήσεις, παραχώρηση εδαφών, περιορισμό του στρατιωτικού δυναμικού και απόσυρση της φιλοδοξίας ένταξης στο ΝΑΤΟ. Προσφέρονται «διεθνείς εγγυήσεις ασφαλείας», άρση κυρώσεων στη Ρωσία και επιστροφή της Μόσχας στην ομάδα των Οκτώ ισχυρών (G8), μαζί με ασαφείς υποσχέσεις στήριξης και πακέτο ανοικοδόμησης προς την Ουκρανία.
Παράμετροι του αμερικανικού σχεδίου
Το σχέδιο περιλαμβάνει κεντρικά σημεία που ικανοποιούν πάγια αιτήματα του Κρεμλίνου.
– Εξαναγκαστική παραχώρηση της Κριμαίας και του Ντονμπάς ως ρωσικών εδαφών.
– Μείωση του ουκρανικού στρατού.
– Δέσμευση πως η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ούτε θα επιδιώξει ένταξη στο ΝΑΤΟ.
– «Εγγυήσεις ασφαλείας» εμπνευσμένες από το άρθρο 5 του ΝΑΤΟ, αν και χωρίς τις νομικές δεσμεύσεις της Συμμαχίας.
– Πακέτο ανοικοδόμησης ύψους $ 200 δισ., κυρίως από εναπομείναντα δεσμευμένα ρωσικά κεφάλαια και δυνατότητα για διμερείς συμφωνίες αποζημιώσεων με κράτη-μέλη της ΕΕ.
– Επαναφορά της Ρωσίας στο G8, άρση οικονομικών κυρώσεων και σταδιακή επανένταξη στη διεθνή αγορά.
Διλήμματα και πιέσεις για τον Ζελένσκι
Για τον Πρόεδρο Ζελένσκι, το σχέδιο αυτό είναι «βάση συζήτησης», αλλά ουσιαστικά περιλαμβάνει παραίτηση από τον πυρήνα της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας, κάτι που η κοινωνία, η πολιτική τάξη και ο στρατός εμφανώς απορρίπτουν. Παράλληλα, ο Λευκός Οίκος έχει διαμηνύσει ότι αν απορριφθεί το σχέδιο, κανένα μέλλον δεν εγγυάται καλύτερες λύσεις, πιέζοντας έτσι το Κίεβο να αποφασίσει υπό ασφυκτικές συνθήκες.
Η Ουκρανία αντιμετωπίζει εσωτερική δυσαρέσκεια, φόβο για διάσπαση του πολιτικοστρατιωτικού πυρήνα, κόπωση της κοινωνίας, οικονομική και στρατιωτική εξάντληση. Επιπλέον, η υποψία ότι το σχέδιο έχει εκπονηθεί ύστερα από συνομιλίες ΗΠΑ-Ρωσίας ενισχύει την αίσθηση εγκατάλειψης από την Δύση.
Ευρωπαϊκή στάση και διχασμός
Οι ηγέτες της ΕΕ εμφανίζονται διχασμένοι. Oι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (πλην Ουγγαρίας και Σλοβακίας) απορρίπτουν κάθε συμβιβασμό με τη Ρωσία. Οι μεγάλες χώρες του «ορθολογικού κέντρου» (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία) αλλά και το Βέλγιο, που έχει ζητήσει «μέγιστη νομική ασφάλεια» στις αποζημιώσεις, επικεντρώνονται στα οικονομικά και πολιτικά ρίσκα ενός συμφωνημένου συμβιβασμού, ειδικά σε συνθήκες εγχώριας αστάθειας (όπως η λήξη της εντολής της βελγικής κυβέρνησης χωρίς εγκεκριμένο νέο προϋπολογισμό).
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες, σε κοινή δήλωση, χαρακτηρίζουν το προσχέδιο «βάση διαλόγου αλλά όχι τελεσίγραφο» και τονίζουν πως ο τελικός λόγος ανήκει στο Κίεβο.
Το αμερικανικό σχέδιο προσφέρει στην ΕΕ διέξοδο από τη διαχείριση των ρωσικών δεσμευμένων κεφαλαίων με διμερείς συμφωνίες αντί κοινής πολιτικής, αποφεύγοντας αμοιβαιοποίηση κινδύνου, πρακτικά εμποδίζοντας την περαιτέρω εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Επιπτώσεις στη διεθνή ισορροπία και το G8
Η πρόταση να επιστρέψει η Ρωσία στο G8 είναι ίσως η μεγαλύτερη διπλωματική πρόκληση. Για ορισμένους ηγέτες, η Ρωσία δεν μπορεί να παραμείνει εκτός του κλαμπ των ισχυρών οκτώ χωρών λόγω της πυρηνικής της δυναμικής, ενώ άλλοι την θεωρούν προσβολή στην αρχή της διεθνούς νομιμότητας και απειλή για τη συνοχή της Δύσης. Η πιθανή αποτυχία του σχεδίου και νέα παράταση του πολέμου μπορεί να καταστήσει τις ΗΠΑ λιγότερο ενεργές στα ευρωπαϊκά ζητήματα και να ενισχύσει τις φωνές ανεξαρτητοποίησης από την αμερικανική ηγεμονία.
Προς ένα «ευρωπαϊκό Βιετνάμ»
Η απουσία συμφωνίας εισάγει το ρεαλιστικό σενάριο ενός παρατεταμένου, φθοροποιού πολέμου, με στατικά μέτωπα τύπου «πόλεμος χαρακωμάτων» και συχνές εναλλαγές έντασης, όπου κανείς δεν κερδίζει. Η Ουκρανία κινδυνεύει να μετατραπεί σε πεδίο μαχών χωρίς νικητή, με τη ρωσική πλευρά να εγκλωβίζεται σε σύγκρουση χωρίς στρατηγικό αποτέλεσμα και τη Δύση να αντιμετωπίζει διαρκώς προσφυγικές ροές, ενεργειακές πιέσεις και εσωτερική κόπωση.
Το μόνο που μπορεί να ανατρέψει αυτό το ενδεχόμενο είναι μια ισχυρή διπλωματική πρωτοβουλία με υπογραφή της Ουκρανίας ή αιφνίδια κατάρρευση ενός εκ των δύο μετώπων.
Ανθρωπιστικές και οικονομικές συνέπειες
Η αναζωπύρωση των πληγών του πολέμου θα προκαλέσει νέο κύμα προσφύγων προς την ΕΕ, εντείνει τα δημοσιονομικά και κοινωνικά ρίσκα, πιέζει την εσωτερική αγορά και δημιουργεί κίνδυνο μόνιμης υποβάθμισης της ευημερίας για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όπως ανέφερε και η Κριστίν Λαγκάρντ στην πρόσφατη ομιλία της στη Φρανκφούρτη, το παλιό μοντέλο ανάπτυξης της Ευρώπης «εξαφανίζεται», υπονομεύοντας τη δυνατότητα άμεσης ανάκαμψης.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες καλούνται να δώσουν απαντήσεις στα χρόνια αδράνειας της ενιαίας αγοράς και να κινηθούν αποφασιστικά, ενισχύοντας εγχώρια οικονομία και κοινωνική συνοχή. Απαίτηση που γίνεται πιο επιτακτική καθώς τα οικονομικά ρίσκα από τη συνέχιση της σύρραξης πολλαπλασιάζονται.
Πιθανές αντιδράσεις Ευρώπης και ΗΠΑ
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ μπορούν να καθυστερήσουν, μπλοκάρουν ή αρνηθούν τη συμμετοχή σε μια μη αντιπροσωπευτική συμφωνία χωρίς το Κίεβο. Μπορούν να ρυθμίσουν τη ροή κεφαλαίων ανοικοδόμησης, κυρώσεων και βοήθειας, συμβάλλοντας στην επιβράδυνση του σχεδίου. Αντίστοιχα, οι ΗΠΑ, αν δεν υπάρχει συμφωνία με το Κίεβο, ενδέχεται να μειώσουν την οικονομική βοήθεια, αλλά είναι δύσκολο να εγκαταλείψουν εντελώς την Ουκρανία, λόγω στρατηγικής σημασίας της περιοχής.
Οι ΗΠΑ πιοθανότατα θα διατηρήσουν μια «διπλή στρατηγική» των ΗΠΑ: συνέχιση στήριξης, διαπραγμάτευση για συμβιβασμό. Όμως, ο κίνδυνος να εγκλωβιστούν σε ατέρμονη στήριξη χωρίς διπλωματικό αποτέλεσμα βρίσκεται ήδη στο τραπέζι της Ουάσιγκτον.
Γεωπολιτικές και θεσμικές συνέπειες για την ΕΕ
Η ΕΕ ενδέχεται να μετατραπεί σε «τράπεζα χρηματοδότησης» της Ουκρανίας χωρίς πολιτικό λόγο, να χάσει την ευκαιρία να διαμορφώσει όρους ανάκαμψης ή εγγυήσεων ασφαλείας και να αποδυναμώσει το αφήγημα της ως πυλώνα διεθνούς νομιμότητας. Η παραγνώριση των ευρωπαϊκών θεσμών ενισχύει τάσεις εσωστρέφειας και εμποδίζει την εξέλιξη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Ταυτόχρονα, φωνές και πρακτικές ανεξαρτητοποίησης από τον αμερικανικό παράγοντα γίνονται πιο έντονες.
Οι ΗΠΑ μπορεί στο μέλλον να επενδύσουν σε διμερείς σχέσεις, αγνοώντας τις ευρωπαϊκές ευαισθησίες.
Η σύγκρουση στην Ουκρανία έχει μετατραπεί σε σημείο δοκιμής της διεθνούς αρχιτεκτονικής ασφάλειας, της αντοχής της ευρωπαϊκής ενότητας, και της πολιτικής λειτουργίας της Δύσης. Το αμερικανικό σχέδιο δεν αποτελεί οριστική λύση. Το μέλλον της Ουκρανίας, της Ευρώπης και της ευρωατλαντικής συμμαχίας εξακολουθεί να κρέμεται σε λεπτές ισορροπίες.
Ουσιαστικά, είναι ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι που βρίσκεται στο κέντρο της απόφασης για την επόμενη ημέρα, δείχνοντας αντοχή και διεκδίκηση ή αποδεχόμενος έναν συμβιβασμό με μακροχρόνιες συνέπειες.
Μια πολιτική «no deal is better than a bad deal» στη δύσκολη σημερινή συγκυρία της ουκρανικής κρίσης κρύβει σημαντικούς κινδύνους και περιορισμένες πιθανότητες για θετικά αποτελέσματα, ιδιαίτερα αν δεν συνοδεύεται από στρατηγική αντοχή, διάθεση διαπραγμάτευσης και ισχυρή διεθνή στήριξη.
Η ματαίωση μιας κακής συμφωνίας μπορεί να σώσει την Ουκρανία (ή την ΕΕ) από επώδυνους όρους, ταπεινωτικές παραχωρήσεις και αποδοχή τετελεσμένων που δημιουργούν μονιμότερο διπλωματικό ή γεωπολιτικό πρόβλημα.
Αλλά. η απουσία οποιασδήποτε λύσης αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο παρατεταμένου πολέμου φθοράς, κλιμάκωσης εχθροπραξιών, εξάντλησης των κοινωνικών, οικονομικών και στρατιωτικών αντοχών, καθώς και ανασφάλειας για την υπόλοιπη Ευρώπη.
Πηγή: ERTNEWS