Ο Ντόναλντ Τραμπ εξαπέλυσε νέα επίθεση κατά της Ευρώπης, υποστηρίζοντας ότι η ήπειρος «οδηγείται σε επικίνδυνα μονοπάτια», λίγες μόνον ημέρες μετά τη δημοσιοποίηση της αναθεωρημένης αμερικανικής Στρατηγικής Εθνικής Ασφάλειας, ενός κειμένου που σηματοδοτεί τη στροφή της Ουάσιγκτον σε μια καθαρά εθνικιστική προσέγγιση και στρέφεται ανοιχτά εναντίον ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, κυρίως στο μέτωπο της μετανάστευσης.
«Η Ευρώπη πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτική», δήλωσε ο Τραμπ από τον Λευκό Οίκο, στο περιθώριο εκδήλωσης για τη στήριξη των Αμερικανών αγροτών που πλήττονται από την πολιτική δασμών. «Παίρνει κάποιες πολύ κακές κατευθύνσεις — κακές για τον λαό της. Δεν θέλουμε να αλλάξει τόσο», πρόσθεσε, χωρίς να διευκρινίσει ποια μέτρα ή αποφάσεις έχει στο στόχαστρο.
Η τοποθέτησή του πυροδοτήθηκε από ερώτηση σχετικά με το πρόστιμο που επέβαλε η Ευρωπαϊκή Ένωση στην πλατφόρμα Χ του Ίλον Μασκ, απόφαση που ο Αμερικανός πρόεδρος χαρακτήρισε «βρομερή», επιφυλασσόμενος να την σχολιάσει εκτενέστερα αφού ενημερωθεί πλήρως. Ο ίδιος ο Μασκ αντέδρασε με ακόμη πιο οξύ τρόπο, ζητώντας να «καταργηθεί» η ΕΕ.
Στο έγγραφο στρατηγικής που έδωσε στη δημοσιότητα η κυβέρνηση Τραμπ την Παρασκευή, διατυπώνεται η θέση ότι η Ευρώπη κινδυνεύει με «πολιτισμική διαγραφή» εάν δεν ανακόψει τη «μαζική μετανάστευση». Το κείμενο προειδοποιεί πως, αν συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις, «η ήπειρος θα είναι αγνώριστη σε 20 χρόνια ή και νωρίτερα». Η Ουάσιγκτον επιτίθεται συνολικά στις πολιτικές της ΕΕ, τις οποίες κατηγορεί ότι «υπονομεύουν την εθνική κυριαρχία», «μεταμορφώνουν την ήπειρο», «περιορίζουν την ελευθερία λόγου», εντείνουν την πολιτική πόλωση και συνοδεύονται από «κατάρρευση των γεννήσεων» και «διάβρωση των εθνικών ταυτοτήτων».
Στο πλαίσιο αυτό, το νέο «δόγμα Τραμπ» ως προς την Ευρώπη —όπως αυτό αποτυπώνεται τόσο στις πρόσφατες δηλώσεις του όσο και στο κείμενο της Στρατηγικής Εθνικής Ασφάλειας— διαμορφώνεται σε τρεις άξονες:
(α) πίεση στην ΕΕ να αναθεωρήσει τις πολιτικές μετανάστευσης και ασύλου,
(β) έμφαση στην εθνική κυριαρχία έναντι των υπερεθνικών θεσμών,
(γ) επιθετική κριτική στις ρυθμίσεις περί ψηφιακού περιεχομένου και στα ευρωπαϊκά μέτρα κατά μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών, τα οποία ο Τραμπ θεωρεί εχθρικά προς την «ελεύθερη αγορά» και την αμερικανική επιρροή.
Η νέα αυτή γραμμή της Ουάσιγκτον επιβαρύνει τις ήδη τεταμένες σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών του Ατλαντικού, που δοκιμάζονται από την επιστροφή του Ρεπουμπλικανού στην προεδρία τον Ιανουάριο. Παράγοντες εντάσεων αποτελούν τόσο η προσπάθεια επαναπροσέγγισης των ΗΠΑ με τη Ρωσία, όσο και η ανοικτή στήριξη της αμερικανικής κυβέρνησης προς συντηρητικά και ακροδεξιά κόμματα στην Ευρώπη — εξέλιξη που πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θεωρούν παρεμβατική και πολιτικά εκρηκτική.