Οι 28 πιο πυκνοκατοικημένες πόλεις των ΗΠΑ βυθίζονται εξαιτίας της αστικοποίησης, της ξηρασίας ή της ανόδου της στάθμης της θάλασσας– σε διαφορετικό βαθμό σε κάθε περίπτωση.
Σε κάθε μία από τις πόλεις που μελετήθηκαν, τουλάχιστον το 20% της πόλης παρουσίασε κάποιας μορφής καθίζηση μεταξύ 2015 και 2021. Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι στο 89% των πόλεων (25 από τις 28), περισσότερο από το 65% της έκτασης φαίνεται να βυθίζεται.
Από τις ακτές μέχρι την ενδοχώρα, οι ερευνητές εκτιμούν ότι αυτές οι μητροπόλεις φιλοξενούν σχεδόν 34 εκατομμύρια ανθρώπους– περίπου το 12% του συνολικού πληθυσμού των ΗΠΑ. Παρότι αυτές οι πόλεις δεν κινδυνεύουν με άμεση κατάρρευση, η καθίζηση αποτελεί μια ανησυχητική τάση που πρέπει να αντιμετωπιστεί εγκαίρως.
«Η καθίζηση είναι ένα ύπουλο, ιδιαίτερα τοπικό και συχνά παραγνωρισμένο πρόβλημα, σε σχέση με τη συνολική άνοδο της στάθμης της θάλασσας, αλλά αποτελεί σημαντικό παράγοντα που εξηγεί γιατί η στάθμη των υδάτων ανεβαίνει σε πολλά σημεία της ανατολικής ακτής των ΗΠΑ», είχε δηλώσει το 2024 ο γεωφυσικός Λέοναρντ Όχενχεν.

Στη νέα του μελέτη, ο ερευνητής αναφέρει πως σε πόλεις όπως το Σικάγο, το Ντάλας, το Κολόμπους, το Ντιτρόιτ, το Φορτ Γουόρθ, το Ντένβερ, η Νέα Υόρκη, η Ιντιανάπολις, το Χιούστον και η Σαρλότ, πάνω από το 98% της αστικής έκτασης παρουσιάζει καθίζηση. Πόλεις που καταγράφουν ιδιαίτερα υψηλούς ρυθμούς καθίζησης- άνω των 2 χιλιοστών ετησίως- είναι η Νέα Υόρκη, το Σικάγο, το Χιούστον, το Ντάλας, το Φορτ Γουόρθ, η Κολούμπια, το Σιάτλ και το Ντένβερ.
Ιδιαίτερα στην πολιτεία του Τέξας, οι πόλεις Φορτ Γουόρθ, Ντάλας και Χιούστον καταγράφουν τους ταχύτερους ρυθμούς καθίζησης σε εθνικό επίπεδο, ξεπερνώντας κατά μέσο όρο τα 4 χιλιοστά ετησίως. Στις υπόλοιπες πόλεις έχουν εντοπιστεί σημεία όπου ο ρυθμός καθίζησης υπερβαίνει τα 5 χιλιοστά τον χρόνο, όπως για παράδειγμα το νησί Treasure στο Σαν Φρανσίσκο και περιοχές γύρω από τον κόλπο Islais Creek.
Οι επιστήμονες συμφωνούν ότι ρυθμοί καθίζησης άνω των 5 χιλιοστών ετησίως συνιστούν σοβαρή απειλή για τις πόλεις. Ακόμα όμως και σε χαμηλότερα επίπεδα, οι ανισομερείς καθιζήσεις μπορούν να προκαλέσουν σημαντικές φθορές σε δρόμους, κτίρια και γέφυρες. Σε πόλεις όπως η Νέα Υόρκη, το Λας Βέγκας και η Ουάσιγκτον, οι έντονες αποκλίσεις στον ρυθμό καθίζησης από περιοχή σε περιοχή απειλούν με ρωγμές και αποσταθεροποίηση κρίσιμων υποδομών. Όταν το έδαφος βυθίζεται αρκετά, αυξάνεται και ο κίνδυνος πλημμύρας.
Οι συγγραφείς της μελέτης- επιστήμονες από διάφορα αμερικανικά επιστημονικά ιδρύματα- εκτιμούν ότι περισσότερα από 29.000 κτίρια σε μεγάλες αμερικανικές πόλεις βρίσκονται σε περιοχές με υψηλό ή πολύ υψηλό κίνδυνο να υποστούν ζημιές.
«Η λανθάνουσα φύση αυτού του κινδύνου σημαίνει ότι η υποδομή μπορεί να υπονομεύεται σιωπηλά με την πάροδο του χρόνου, και οι ζημιές να γίνονται ορατές μόνο όταν είναι σοβαρές ή ακόμα και καταστροφικές», εξηγεί ο γεωφυσικός Μανούτσερ Σιρζέι από το Virginia Tech.
«Ο κίνδυνος αυτός επιδεινώνεται συχνά σε ταχέως αναπτυσσόμενα αστικά κέντρα» προσθέτει.
Το Χιούστον αναδεικνύεται ως η ταχύτερα βυθιζόμενη πόλη από όλες όσες μελετήθηκαν. Πάνω από το 40% της έκτασής του βυθίζεται με ταχύτητα άνω των 5 χιλιοστών τον χρόνο, κυρίως λόγω μακροχρόνιας εξάντλησης των υπόγειων υδάτων και εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου. Το 12% της πόλης βυθίζεται με ταχύτητα άνω των 10 χιλιοστών ανά έτος. Αυτό υποδηλώνει ότι η μείωση της άντλησης υπόγειων υδάτων θα μπορούσε ενδεχομένως να επιβραδύνει τον ρυθμό βύθισης. Ωστόσο, η λύση διαφέρει για κάθε πόλη, ανάλογα με το μέγεθος, τη γεωλογία και τις επιμέρους απειλές που αντιμετωπίζει.

Στη Νέα Ορλεάνη, η οποία κινδυνεύει από πλημμύρες, ίσως απαιτείται ανύψωση του εδάφους ή βελτιωμένα συστήματα αποστράγγισης. Αστικά κέντρα με κίνδυνο ανομοιόμορφης καθίζησης θα μπορούσαν να ενισχύσουν τις υποδομές τους ώστε να αντέχουν καλύτερα σε αυτές τις πιέσεις.
«Μακροπρόθεσμος στόχος μας είναι να χαρτογραφήσουμε όλες τις ακτογραμμές του κόσμου με αυτή την τεχνική», ανέφερε ο Σιρζέι το 2024. «Γνωρίζουμε ότι αρκετές πόλεις στις ΗΠΑ ήδη χρησιμοποιούν τα δεδομένα μας για να γίνουν πιο ανθεκτικές, και θέλουμε να δώσουμε αυτή τη δυνατότητα και σε πόλεις σε όλο τον κόσμο».
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature Cities.
ΠΗΓΗ: Science Alert