Μετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία στις 8 Δεκεμβρίου 2024, Αμερικανοί και Ισραηλινοί αξιωματούχοι επισημαίνουν όλο και συχνότερα τη διεύρυνση της τουρκικής επιρροής στην περιοχή. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ αποδίδει την κατάρρευση του καθεστώτος κυρίως στον ρόλο της Τουρκίας και λιγότερο στις δυνάμεις της Hay’at Tahrir al-Sham, ενώ το Ισραήλ έχει προχωρήσει σε αεροπορικά πλήγματα κατά συριακών αεροπορικών βάσεων που φέρονται να είχαν τεθεί υπό τουρκικό ενδιαφέρον.
Μέσα σε αυτό το περιφερειακό πλαίσιο, το ενδιαφέρον της Άγκυρας για τον Λίβανο έχει ενταθεί, ιδιαίτερα μετά την υπογραφή συμφωνίας οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών μεταξύ Λιβάνου και Κύπρου, στις 26 Νοεμβρίου, από τους προέδρους Ζοζέφ Αούν και Νίκο Χριστοδουλίδη. Η Τουρκία απέρριψε άμεσα τη συμφωνία, υποστηρίζοντας ότι παραβιάζει τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων.
Η τουρκική αντίδραση πηγάζει από τον φόβο ότι ο Λίβανος ενδέχεται να ενταχθεί σταθερά στον άξονα Ελλάδας–Κύπρου–Ισραήλ στην Ανατολική Μεσόγειο. Παράλληλα, η Βηρυτός δείχνει διάθεση συνεργασίας με μια αμερικανικής διαμεσολάβησης εκεχειρία που προβλέπει τον αφοπλισμό της Χεζμπολάχ, ενώ αυξάνονται οι διεθνείς πιέσεις για εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ στο πλαίσιο μιας ευρύτερης ειρηνευτικής συμφωνίας.
Υπό το ενδεχόμενο μιας τέτοιας αναδιάταξης, η Άγκυρα φέρεται να αξιοποιεί τα ερείσματά της στη Δαμασκό και τη Βηρυτό, επιδιώκοντας να προλάβει αλλαγές στον γεωπολιτικό προσανατολισμό του Λιβάνου. Τουρκικές πηγές, μιλώντας στην εφημερίδα Al-Akhbar, εκφράζουν ανησυχία για το «κενό» στη σουνιτική εκπροσώπηση μετά την αποχώρηση του Σαάντ Χαρίρι από την πολιτική, αλλά και για την πιθανή ανάδειξη προσώπων που τάσσονται υπέρ της εξομάλυνσης με το Ισραήλ.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η Τουρκία ενδιαφέρεται να επηρεάσει τη σουνιτική εκπροσώπηση στις επόμενες βουλευτικές εκλογές του Μαΐου, βασιζόμενη κυρίως στη Jamaa al-Islamiyya, τον λιβανικό βραχίονα των Αδελφών Μουσουλμάνων, ο οποίος επιδιώκει να ενισχύσει την κοινοβουλευτική του παρουσία με τη στήριξη Τουρκίας, Κατάρ και Συρίας.
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η στρατιωτική διάσταση αυτής της επιρροής, καθώς η Jamaa al-Islamiyya διατηρεί ένοπλο σκέλος, τις Δυνάμεις Fajr, που έχουν συνεργαστεί με τη Χεζμπολάχ. Το Ισραήλ ανακοίνωσε ότι στα τέλη Νοεμβρίου έπληξε πυρήνα της οργάνωσης στη νότια Συρία, μετά από επίθεση κατά Ισραηλινών στρατιωτών.
Παράλληλα, η Τουρκία φαίνεται να ενεργοποιεί δίκτυα Λιβανέζων τουρκικής καταγωγής και Τουρκομάνων στον βόρειο Λίβανο και την κοιλάδα Μπεκάα, στους οποίους έχει χορηγήσει τουρκική υπηκοότητα. Σε συνδυασμό με τη δράση τουρκικών αναπτυξιακών και ανθρωπιστικών οργανισμών, η κίνηση αυτή ενδέχεται να επηρεάσει τους πολιτικούς συσχετισμούς στο λιβανικό κοινοβούλιο.
Ενδεικτικό της αυξημένης τουρκικής επιρροής θεωρούνται και οι εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν σε μεγάλες λιβανικές πόλεις με αφορμή την επέτειο της πτώσης Άσαντ, οι οποίες, σύμφωνα με πηγές ασφαλείας, οργανώθηκαν κυρίως από ισλαμιστικούς κύκλους με στενούς δεσμούς με την Άγκυρα.
Ωστόσο, οι φιλοδοξίες της Τουρκίας δεν στερούνται περιορισμών. Η Σαουδική Αραβία παραμένει καθοριστικός παίκτης στη σουνιτική πολιτική σκηνή του Λιβάνου και στηρίζει τη νέα ηγεσία της Συρίας, διατηρώντας τη δυνατότητα να ανακόψει μια υπέρμετρη τουρκική διείσδυση. Παράλληλα, η πολιτική μετάβαση στη Συρία παραμένει εύθραυστη, γεγονός που θα μπορούσε να περιορίσει την ικανότητα της Άγκυρας να επεκτείνει περαιτέρω την επιρροή της.
Σε κάθε περίπτωση, για τη Βηρυτό καθίσταται σαφές ότι η τουρκική παρουσία στη Συρία και οι επιδιώξεις της στον Λίβανο αποτελούν παράγοντα που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Αν όμως η Άγκυρα επιδιώξει να αναπαράγει στον Λίβανο ένα μοντέλο επιρροής αντίστοιχο με εκείνο της Τεχεράνης, αυτή τη φορά μέσω της σουνιτικής κοινότητας, οι ανησυχίες για τη σταθερότητα της χώρας αναμένεται να ενταθούν.
Με πληροφορίες από: carnegieendowment.org