Η ανάγκη για την επανεκκίνηση του καπιταλισμού

 
Η ανάγκη για την επανεκκίνηση του καπιταλισμού

Ενημερώθηκε: 29/01/21 - 01:09

Του Μιχάλη Ψύλου

Αρθρογράφος: Μιχάλης Ψύλος

Εξέπληξε πολλούς η πρώτη σοβαρή δημοσκόπηση για τις γαλλικές προεδρικές εκλογές που θα πραγματοποιηθούν την άνοιξη του 2022. Η Μαρίν Λε Πεν θα κέρδιζε στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών τον σημερινό πρόεδρο Εμμανουέλ Μακρόν με ποσοστό 27% έναντι 24%, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση του Harris Institute.

Οι κεντροδεξιοί υποψήφιοι Ξαβιέ Μπερτράν και Βαλερί Πεκρές ακολουθούν με 16% και 14% αντίστοιχα και στην πέμπτη θέση έρχεται ο υποψήφιος της Αριστεράς, Ζαν Λικ Μελανσόν με 11%.

Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση μάλιστα, στον δεύτερο γύρο η Λε Πεν θα χάσει οριακά από τον Μακρόν, εξασφαλίζοντας το 48% έναντι 52% του Γάλλου προέδρου. Κάτι που δεν πρέπει να θεωρείται εντελώς σίγουρο, αν η διαφορά παραμείνει στα όρια του 3% του στατιστικού σφάλματος.

Να θυμήσουμε ότι στις προηγούμενες προεδρικές εκλογές το 2017 στη Γαλλία, ο Μακρόν είχε εκλεγεί Πρόεδρος στο δεύτερο γύρο με 66% έναντι 34% της Λε Πεν.

Σήμερα, το ένα τρίτο των ψηφοφόρων του κεντροδεξιού υποψήφιου Φρανσουά Φιγιόν στις εκλογές του 2017 δηλώνει ότι θα ψηφίσει την Μαρίν Λε Πεν στο δεύτερο γύρο. Όταν, στην άλλη πλευρά του πολιτικού φάσματος, ένα σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων της Αριστεράς δηλώνουν προκαταβολικά ότι θα απέχουν και δεν θα ψηφίσουν Μακρόν στο δεύτερο γύρο.

«Γιατί η ακροδεξιά Μαρίν Λε Πεν ξεκινά από την πρώτη θέση την προεκλογική εκστρατεία, η οποία θα διαρκέσει πάνω από ένα χρόνο;» διερωτάται η γερμανική Frankfurter Rundschau.

«Επειδή ο κύριος αντίπαλός της Εμμανουέλ Μακρόν δεν έχει καλή εικόνα στους Γάλλους από την αντιμετώπιση της πανδημίας. Σε όλα τα προβλήματα που αφορούν την πανδημία, από τις μάσκες ως τα τεστ και τους εμβολιασμούς, ο Μακρόν αποδεικνύεται ότι είναι ένας εκπληκτικά ανασφαλής διαχειριστής κρίσεων» εκτιμά η γερμανική εφημερίδα.

Ο Τραμπισμός στην Ευρώπη

Τα τελευταία 10 χρόνια, η Μαρίν Λε Πεν έχει κατορθώσει επίσης να αποκτήσει ένα ισχυρό εκλογικό σώμα μεταξύ των χαμένων από την παγκοσμιοποίηση, των εργαζομένων και των νέων ανέργων. Το ίδιο ακριβώς κοινωνικό σώμα που έδωσε κάπου 74 εκατομμύρια ψήφους στον Ντόναλντ Τραμπ στις εκλογές στην Αμερική και όπως φαίνεται, θα τροφοδοτεί για χρόνια το φαινόμενο του Τραμπισμού και στην Ευρώπη.

Ο Βόλφγκανγκ Μινχάου έγραφε στους Financial Times ότι η βασική αιτία είναι «η εικόνα της παρακμής του πολιτικού κέντρου στην Ευρώπη».

«Αυτή η παρακμή», τονίζει, «και όχι η άνοδος του ακροδεξιού λαϊκισμού, είναι η κύρια εξέλιξη στα μεγαλύτερα κράτη μέλη της ΕΕ. Εάν υπήρχε μια κοινή πολιτική που επιτάχυνε αυτή την τάση, ήταν η λιτότητα. Καταλήξαμε να κρίνουμε τη λιτότητα κυρίως όσον αφορά τον οικονομικό της αντίκτυπο. Η λιτότητα ως πολιτική είναι συνέπεια της κακής κατανόησης της οικονομίας. Οι πολιτικοί του κέντρου δεν είναι επίσης καλοί στο να παραδέχονται λάθη ή να αλλάζουν στρατηγική» λέει ο Μινχάου και προσθέτει: «Θα ήταν εφησυχασμός, αλλά αυταπάτη, να κατηγορούμε τους ακροδεξιούς λαϊκιστές ή τους Ρώσους για την παρακμή του κέντρου. Αλλά η κατάρρευση του κέντρου δεν είναι συνωμοσία. Είναι αυτό-κατευθυνόμενη. Απλά, σε ορισμένες χώρες, οι λαϊκιστές γέμισαν το κενό».

Ο πολύ σημαντικός σχολιαστής σημειώνει ακόμη ότι «οι διαδοχικοί Μεγάλοι Συνασπισμοί CDU-SPD στη Γερμανία οδήγησαν στην περιθωριοποίηση των Σοσιαλδημοκρατών. Αν είχαν αίσθηση της πραγματικότητας οι Σοσιαλδημοκράτες, θα είχαν αποσυρθεί από τον Μεγάλο Συνασπισμό, απομακρύνοντας την παλιά φρουρά και παρουσιάζοντας μια εναλλακτική ατζέντα για την επόμενη δεκαετία».

Όπως λέει ο Μινχάου, «ο ευρωπαϊκός φιλελευθερισμός έχει μακρά ιστορία αυτοκαταστροφής. Περνάμε έναν άλλο τέτοιο κύκλο. Και τώρα, μόνο ένας ανόητος θα ήθελε να προβλέψει τι θα ακολουθήσει. Αυτό που μένει είναι μια αίσθηση φόβου»...

Αλλωστε, η αισιοδοξία που επικράτησε τον περασμένο Νοέμβριο, όταν τα εμβόλια έγιναν πραγματικότητα, δεν υπάρχει πλέον καθώς τελειώνει ο Γενάρης. Και η επιβολή νέων περιοριστικών μέτρων για μήνες ,παραμένει η μοναδική εναλλακτική με ότι αυτό σημαίνει για την οικονομία και την κοινωνία…

Και τώρα κάνουν τον… Λένιν

Αυτός ο φόβος οδήγησε τον Γάλλο Πρόεδρο Μακρόν να εμφανιστεί προχθές ως οπαδός του… Λένιν στην τηλε-συνεδρίαση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ του Νταβός. «Ο καπιταλισμός δεν λειτουργεί» διατράνωσε ο Γάλλος Πρόεδρος αφήνοντας άφωνους τους περίπου 100 ξένους ηγέτες και εκπροσώπους διεθνών οργανώσεων και μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.

«Το μοντέλο του καπιταλισμού και της οικονομίας της αγοράς δεν μπορεί πλέον να λειτουργήσει καθώς έχει σπάσει η «συναίνεση» που τον συνδέει με τη δημοκρατική κοινωνία, την ατομική ελευθερία και την επέκταση της μεσαίας τάξης» τόνισε χαρακτηριστικά ο Μακρόν.

Εσπευσε πάντως να ισορροπήσει τα πράγματα λέγοντας ότι «ο καπιταλισμός και η οικονομία της αγοράς έχουν τραβήξει πολλά εκατομμύρια ανθρώπους από τη φτώχεια και έχουν προσφέρει πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες με έναν άνευ προηγουμένου τρόπο».

«Ταυτόχρονα όμως» -πρόσθεσε ο Γάλλος Πρόεδρος– «η οικονομία της αγοράς έχει εκδιώξει από τον κύκλο παραγωγής άλλες εκατοντάδες εκατομμύρια πολίτες που υπέστησαν οικονομικά σοκ, έχασαν τη δουλειά τους και αισθάνονται ότι έχασαν τη χρησιμότητά τους».

Ενώ η ανισότητα του πλούτου είχε σταδιακά μειωθεί μετά το τέλος του Β` Παγκοσμίου Πολέμου -γράφει η ιταλική εφημερίδα Avenire- από την κρίση του 2008 και μετά, το χάσμα πλούσιων-φτωχών άρχισε να αυξάνεται δραματικά. Ο μεγιστάνας Τζον Ροκφέλερ στη δεκαετία του 1930 ήταν, για παράδειγμα, τρεις φορές πιο πλούσιος, όσον αφορά το μερίδιο του παγκόσμιου ΑΕΠ στις τσέπες του, από ό,τι είναι σήμερα ο Τζεφ Μπέζος της Amazon.

Αλλά από τις μέρες του Ροκφέλερ η ανισότητα μεταξύ πλούσιων και φτωχών είχε αρχίσει να μειώνεται, καθώς ο καπιταλισμός ήταν σε φάση ανόδου.

Σήμερα όμως με το σύστημα σε μεγάλη κρίση η λεγόμενη κοινωνική κινητικότητα, η δυνατότητα δηλαδή της οικονομικής ανέλιξης των μεσαίων στρωμάτων κυρίως, έχει ανακοπεί.

Με τις επιπτώσεις της πανδημίας να σαρώνουν μάλιστα για πολλά χρόνια ακόμη, η κοινωνική κινητικότητα –το λεγόμενο «αμερικανικό όνειρο»- η βάση υποστήριξης του συστήματος, τείνει να εκλείψει. Προκαλώντας «απογοήτευση, δίκαιη αγανάκτηση και ακόμη και ανησυχητικό κοινωνικό θυμό» προειδοποιεί η Avenire.

Γιατι «η πιο ολέθρια ανισότητα δεν είναι λόγω των πολλών εκατομμυριούχων, αλλά αυτή που σχετίζεται με τη δική μας χρονική διάσταση, στον τόπο όπου ζούμε, όταν περνάμε από το επίπεδο της στατιστικής σε αυτό της καθημερινή, υπαρξιακή επιβίωση» προσθέτει η ιταλική εφημερίδα.

Το Νταβός έγινε … Πόρτο Αλέγκρε

Τα φωτεινά μυαλά του συστήματος βλέπουν βέβαια τις εφιαλτικές εικόνες από το μέλλον και έτσι δεν είναι τυχαίο ότι εφέτος το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός δεν θύμιζε τη συνήθη σύνοδο της παγκόσμιας ελίτ, αλλά τα ιστορικά, κοινωνικά φόρουμ του Πόρτο Αλέγκρε! Το λεγόμενο και «αντι-Νταβός» των φτωχών.

Ακούστε τους τίτλους των σημαντικότερων συνεδριάσεων του ψηφιακού Φόρουμ του Νταβός: «Προώθηση ενός νέου κοινωνικού συμβόλαιου», «Επανεξέταση της κατανάλωσης για ένα βιώσιμο μέλλον»…

«Δημιουργία ενός καπιταλισμού που ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο και δεν ξεχνά τους υπαλλήλους, τους κατοίκους όπου βρίσκονται οι επιχειρήσεις και οι προμηθευτές».

Χωρίς υπερβολή αυτά ήταν μεταξύ των θεμάτων που είχαν συζητηθεί πριν 15-20 χρόνια στην πόλη Πόρτο Αλέγκρε της Βραζιλίας που φιλοξένησε το «Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ» μεταξύ 2001 και 2005, πριν καταλήξει στη λήθη της ιστορίας.

Ο Κλάους Σβαμπ, ο ιδρυτής και πρόεδρος του Φόρουμ του Νταβός απηύθυνε δραματική έκκληση για «Επανεκκίνηση του καπιταλισμού», υποστηρίζοντας τα κοινωνικά αιτήματα ενάντια στις ανισότητες, το σεβασμό της βιολογικής ποικιλομορφίας και στην κλιματική αλλαγή.

Το πιο πολύ-συζητημένο θέμα πάντως αυτήν την εβδομάδα το ζήτημα της αύξησης των ανισοτήτων και του κινδύνου που ενέχει στην συνοχή των κοινωνιών η παντοδυναμία του χρήματος και οι υπερβολές του νέο-φιλελευθερισμού της διαβόητης σχολής των Chicago Boys του Μίλτον Φρίντμαν…

Οι εκπρόσωποι των ΜΚΟ στο Νταβός έθεσαν μάλιστα ως πρωταρχικό ζήτημα τη φορολόγηση των πλουσιότερων για την καταπολέμηση του «ιού της ανισότητας».

Θα το τολμήσουν οι νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις; Μπορεί για ένα μικρό διάστημα, αλλά δυστυχώς ο λύκος παραμένει πάντα λύκος…

ΠΗΓΗ: Εφημερίδα «Δημοκρατία»