Την ώρα που ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας φέρεται να συζητά με τον κατοχικό ηγέτη Τουφάν Ερχιουρμάν πέντε έως έξι τομείς συγκυριαρχίας, στο όνομα της «πολιτικής ισότητας» και της «ισοτιμίας κυριαρχίας», οι Ηνωμένες Πολιτείες ξεδιπλώνουν ανοιχτά το νέο τους στρατηγικό δόγμα.
Ένα δόγμα που δεν αφήνει περιθώρια αυταπατών: ο κόσμος αλλάζει, η Ευρωπαϊκή Ένωση υποχωρεί και η Ουάσιγκτον επαναπροσδιορίζει τον ρόλο της ως υπερδύναμης, με γνώμονα τον ωμό ρεαλισμό και τα εθνικά της συμφέροντα.
Είναι προφανές ότι οι ΗΠΑ, ως κυρίαρχος διεθνής παίκτης, έχουν λόγο και στο Κυπριακό. Το κρίσιμο ερώτημα, όμως, δεν είναι αν εμπλέκονται, αλλά πώς και μέχρι ποιου σημείου. Και, κυρίως, κατά πόσο το Κυπριακό – με την τροπή που λαμβάνει – μπορεί να απεγκλωβιστεί από την καθοριστική επιρροή της Τουρκίας, η οποία σπρώχνει σταθερά τη λύση προς μια διχοτομική, έστω καμουφλαρισμένη, εκδοχή.
Οι ΗΠΑ δεν θέλουν πια να σηκώνουν μόνες το βάρος
Στη νέα στρατηγική θεώρηση που αποτυπώνεται στα κείμενα του Ντόναλντ Τραμπ και των συνεργατών του, οι ΗΠΑ δηλώνουν ξεκάθαρα ότι δεν επιθυμούν να λειτουργούν πλέον ως ο «Άτλας» που κουβαλά το βάρος του παγκόσμιου συστήματος. Θα παραμείνουν, ωστόσο, η κυρίαρχη δύναμη, επενδύοντας στην κρατική κυριαρχία, στη λογική του έθνους-κράτους και σε ένα μοντέλο «Ευέλικτου Ρεαλισμού», σε αντίθεση με τους υπερεθνικούς θεσμούς.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρώπη αντιμετωπίζεται με ψυχρή αποτίμηση. Οι Αμερικανοί τη θεωρούν σε πορεία παρακμής – πολιτικά, οικονομικά, πολιτισμικά και θεσμικά. Μιλούν για απώλεια αξιοπιστίας ηγεσιών, κακούς οικονομικούς σχεδιασμούς, κόστος από τον πόλεμο στην Ουκρανία, μεταναστευτικές πολιτικές που προκαλούν κοινωνικές εντάσεις και ένα θεσμικό οικοδόμημα που δυσκολεύεται να λαμβάνει έγκαιρες και αποτελεσματικές αποφάσεις.
Οικονομική συρρίκνωση και πολιτισμική κρίση
Σύμφωνα με τα αμερικανικά στοιχεία, η ΕΕ έχει χάσει από το 1990 μέχρι σήμερα περίπου 11% από το μερίδιό της στο παγκόσμιο ΑΕΠ – από 25% σε μόλις 14%. Και, όπως επισημαίνεται, η οικονομική υποχώρηση ωχριά μπροστά στον κίνδυνο πολιτισμικής αποδόμησης: μεταναστευτικές ροές, κρίση ταυτότητας, υπογεννητικότητα, περιορισμός της ελευθερίας του λόγου και αποδυνάμωση της εθνικής αυτοπεποίθησης.
Η προειδοποίηση είναι σαφής: αν συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις, η Ευρώπη σε δύο δεκαετίες θα είναι αγνώριστη – και ενδεχομένως ανίκανη να λειτουργήσει ως αξιόπιστος σύμμαχος των ΗΠΑ.
Ρωσία, Κίνα και ο πραγματικός αντίπαλος
Η Ουάσιγκτον απορρίπτει τη λογική της πλήρους ήττας της Ρωσίας στην Ουκρανία ως μη ρεαλιστική. Αντίθετα, επιδιώκει σταδιακή ομαλοποίηση των σχέσεων με τη Μόσχα, ώστε να επικεντρωθεί στον στρατηγικό της αντίπαλο: την Κίνα. Η Ευρασία, και ειδικότερα το τόξο από τα Βαλκάνια μέχρι τη Μέση Ανατολή, αποκτά κομβική σημασία σε αυτή την εξίσωση.
Σε αυτόν τον γεωπολιτικό διάδρομο εντάσσονται η Κύπρος, η Ελλάδα και το Ισραήλ – χώρες που βρίσκονται πάνω στις κρίσιμες θαλάσσιες και ενεργειακές οδούς που συνδέουν τον Ινδο-Ειρηνικό με την Ευρώπη. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ΗΠΑ δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στον IMEC, τον οικονομικό διάδρομο Ινδίας–Μέσης Ανατολής–Ευρώπης, ως εναλλακτική στον κινεζικό Δρόμο του Μεταξιού.
Η Τουρκία ως εξισορροπητικός παίκτης
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Τουρκία αναδεικνύεται σε κρίσιμο εξισορροπητικό παράγοντα για τις ΗΠΑ. Η γεωγραφική της θέση, η στρατιωτική της ισχύς και η δυνατότητα να κινείται μεταξύ Δύσης, Ρωσίας και Κίνας την καθιστούν πολύτιμο – αλλά και επικίνδυνο – εταίρο. Η αμερικανική στρατηγική, αντικειμενικά, ευνοεί την τουρκική πολιτική του εκκρεμούς και περιορίζει τα περιθώρια της Κύπρου να επιβάλει δικούς της όρους στο Κυπριακό.
Κυπριακό: χαμηλή προτεραιότητα, υψηλό ρίσκο
Για τις ΗΠΑ, το Κυπριακό δεν αποτελεί «ενεργό ηφαίστειο». Εφόσον δεν απειλεί άμεσα τα αμερικανικά συμφέροντα, μπορεί να παραμείνει παγωμένο ή να διευθετηθεί με όρους που δεν θα δυσαρεστήσουν βασικούς συμμάχους: Τουρκία, Ελλάδα και Ισραήλ. Σε αυτό το πλαίσιο, μια λύση που εδραιώνει τη de facto κατάσταση ή μετατρέπει τη συγκυριαρχία σε εργαλείο τουρκικού ελέγχου δεν αποκλείεται.
Η Κύπρος, ωστόσο, βρίσκεται στο επίκεντρο μιας λεπτής ισορροπίας. Για το Ισραήλ, ο θαλάσσιος και γεωστρατηγικός χώρος από την Κύπρο μέχρι την Κρήτη αποτελεί ζωτικό πνεύμονα ασφάλειας. Για την Τουρκία, η Κύπρος είναι αναπόσπαστο τμήμα της «Γαλάζιας Πατρίδας». Και για τη Βρετανία, που διατηρεί βάσεις και ιστορικό ρόλο στο νησί, η διχοτομική λογική παραμένει διαχρονικά αποδεκτή λύση.
Προειδοποίηση για «αλχημείες»
Το συμπέρασμα είναι σκληρό αλλά σαφές: στον κόσμο του ευέλικτου – και συχνά κυνικού – ρεαλισμού, η αδυναμία δεν συγχωρείται. Αν η Κύπρος δεν επενδύσει στην αυτοδύναμη άμυνά της, στη στρατηγική σύμπλευση με την Ελλάδα και σε αξιόπιστες συμμαχίες, κινδυνεύει να βρεθεί μπροστά σε «λύσεις» που θα εξυπηρετούν άλλους.
Οι αλχημείες της συγκυριαρχίας και της χαλαρής ομοσπονδίας μπορεί να αποδειχθούν επικίνδυνες. Διότι ο ευέλικτος εξευμενισμός σπάνια επιβιώνει απέναντι στον ευέλικτο αμερικανικό ρεαλισμό – και σχεδόν ποτέ απέναντι στον σκληρό, αμιγώς συμφεροντολογικό ρεαλισμό της Τουρκίας.
Με πληροφορίες από Η σημερινή της Κύπρου