Καθώς στο Βερολίνο ξεκινούν κρίσιμες διπλωματικές διαβουλεύσεις για το μέλλον της Ουκρανίας, επανέρχεται με ένταση το ερώτημα για τον πραγματικό ρόλο της Ευρώπης: συμβάλλει στη λύση ή έχει μετατραπεί σε μέρος του προβλήματος; Αυτό το δίλημμα θέτει η Deutsche Welle, επισημαίνοντας ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες απέτυχαν στην προσπάθειά τους να κατευνάσουν τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος επέλεξε να εμφανιστεί ως ουδέτερος διαμεσολαβητής, αφήνοντάς τους εκτεθειμένους στις πολιτικές του διαθέσεις.
Σύμφωνα με την ανάλυση, η Ευρώπη ενεπλάκη σε έναν πόλεμο για τον οποίο ευθύνες αποδίδονται και στην προηγούμενη αμερικανική διοίκηση, χάνοντας σταδιακά τον ρόλο του διαμεσολαβητή. Σήμερα, οι Ευρωπαίοι προσπαθούν να πείσουν τον Αμερικανό πρόεδρο για το «δίκαιο» της ουκρανικής υπόθεσης, την ώρα που ο ίδιος έχει αυτοανακηρυχθεί σε εγγυητή της ειρήνης. Ο κίνδυνος, προειδοποιεί η DW, είναι να παγιδευτούν σε μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία, επαναλαμβάνοντας σενάρια αναπόφευκτης σύγκρουσης με τη Ρωσία.
Η κριτική επεκτείνεται και σε παλαιότερες εκτιμήσεις της Δύσης, όπως η προσδοκία εσωτερικής ανατροπής του Βλαντίμιρ Πούτιν ή η άνευ όρων ευθυγράμμιση με το «σχέδιο νίκης» του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, χωρίς επαρκείς επιφυλάξεις. Ενδεικτικό της στρατηγικής αμηχανίας θεωρείται και το ερώτημα κατά πόσο ήταν πολιτικά σκόπιμο ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούτε, να προαναγγέλλει νέες στρατιωτικές ενισχύσεις προς την Ουκρανία, τη στιγμή που οι απεσταλμένοι του Τραμπ βρίσκονταν στη Μόσχα. Δεν πέρασε απαρατήρητη ούτε η απουσία του Αμερικανού ΥΠΕΞ Μάρκο Ρούμπιο από τη σύνοδο των ομολόγων του στο ΝΑΤΟ, γεγονός που ερμηνεύτηκε ως μήνυμα αποστασιοποίησης.
Η αβεβαιότητα αποτυπώθηκε και στον ευρωπαϊκό Τύπο, με τη συντηρητική Neue Zürcher Zeitung να διερωτάται ανοιχτά αν «υπάρχει ακόμη το ΝΑΤΟ», σκιαγραφώντας μια δυστοπική εικόνα όπου η θέση των ΗΠΑ στη Συμμαχία παραμένει κενή. Ακολούθησε η παρουσίαση του νέου αμερικανικού Σχεδίου Εθνικής Στρατηγικής Ασφάλειας, στο οποίο η Ρωσία υποβαθμίζεται ως απειλή, συνοδευόμενο από απαξιωτικές αναφορές του Τραμπ προς την Ευρώπη. Τότε οι Ευρωπαίοι μίλησαν για ανάγκη «σεβασμού», χωρίς ωστόσο να είναι σαφές αν μπορούν πράγματι να τον αποσπάσουν από έναν ηγέτη που τους αντιμετωπίζει ως δευτερεύοντες εταίρους.
Η DW καταλήγει ότι, ανεξαρτήτως της έκβασης του πολέμου, η Ευρώπη διαγράφεται ως ο μεγάλος χαμένος, καθώς χάνει την αίσθηση ασφάλειας που της παρείχε η διατλαντική σχέση. Η μετατόπιση των αμερικανικών προτεραιοτήτων – προς τον Ειρηνικό, την Καραϊβική και άλλες περιοχές – δεν είναι συγκυριακή, ενώ η Ευρώπη συνεχίζει να υπερεκτιμά τον ρόλο της, παρά τις πολλαπλές κρίσεις που τη διαπερνούν: ενεργειακή, οικονομική, δημογραφική, μεταναστευτική και θεσμική.
Βερολίνο: κόμβος διεθνούς διπλωματίας
Στο μεταξύ, η γερμανική πρωτεύουσα μετατρέπεται σε κέντρο ευρωπαϊκής διπλωματίας. Ήδη βρίσκονται στο Βερολίνο ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ για την Ουκρανία Στιβ Γουίτκοφ και ο Τζάρεντ Κούσνερ, ενόψει συνομιλιών για μια πιθανή κατάπαυση του πυρός. Αναμένονται, μεταξύ άλλων, ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ, καθώς και υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς δήλωσε ότι οι συζητήσεις – αρχικά σε επίπεδο συμβούλων και στη συνέχεια ηγετών – θα επικεντρωθούν στη συγκεκριμενοποίηση της στρατηγικής για τον τερματισμό του πολέμου. Ο ίδιος θα συναντηθεί αύριο με τον Ζελένσκι, ενώ αμφότεροι θα συμμετάσχουν στο Γερμανοουκρανικό Οικονομικό Φόρουμ.
Οι συναντήσεις πραγματοποιούνται υπό δρακόντεια μέτρα ασφαλείας, με αποκλεισμούς στο κέντρο του Βερολίνου και αυστηρό έλεγχο γύρω από την καγκελαρία και τα ξενοδοχεία όπου διαμένουν οι ξένες αντιπροσωπείες.
Ζελένσκι: ανοιχτός σε συμβιβασμούς
Πριν από τις συνομιλίες, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι αναγνώρισε ότι οι ειρηνευτικές προτάσεις θα περιλαμβάνουν αναπόφευκτους συμβιβασμούς. Όπως δήλωσε, η αποδοχή εγγυήσεων ασφαλείας από τις ΗΠΑ, την Ευρώπη και άλλους συμμάχους αντί της άμεσης ένταξης στο ΝΑΤΟ αποτελεί ήδη μια σημαντική υποχώρηση από την ουκρανική πλευρά.
Ο Ουκρανός πρόεδρος χαρακτήρισε «δίκαιη επιλογή» μια εκεχειρία κατά μήκος των σημερινών γραμμών του μετώπου, ξεκαθάρισε όμως ότι το ζήτημα των εδαφών παραμένει εξαιρετικά ευαίσθητο. Τόνισε ότι οι ρωσικές απαιτήσεις για πλήρη απόσυρση των ουκρανικών δυνάμεων από περιοχές του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ είναι άδικες και δύσκολα αποδεκτές, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η πραγματική δοκιμασία των συνομιλιών βρίσκεται ακόμη μπροστά.