Μια φαινομενικά τεχνική δυσλειτουργία στο κοίτασμα πετρελαίου West Qurna 2 στο νότιο Ιράκ, το οποίο διαχειρίζεται η ρωσική Lukoil, αποκαλύπτει μια υπολογισμένη γεωπολιτική αναδιάταξη που αποσκοπεί στον αποκλεισμό της Ρωσίας από το πιο στρατηγικό της ενεργειακό έρεισμα στη Μέση Ανατολή.
Στις 8 Δεκεμβρίου, η αιφνίδια διακοπή των εργασιών στο West Qurna 2 αποδόθηκε επισήμως σε «διαρροή στον αγωγό εξαγωγής». Λίγες ημέρες νωρίτερα, η ExxonMobil είχε προσεγγίσει διακριτικά το ιρακινό Υπουργείο Πετρελαίου, εκφράζοντας ενδιαφέρον για την απόκτηση του πλειοψηφικού μεριδίου (75%) που κατέχει η Lukoil στο τεράστιο κοίτασμα. Αυτό που ακολούθησε ήταν μια προσεκτικά σκηνοθετημένη ακολουθία γεγονότων: δήλωση «ανωτέρας βίας» (force majeure) από τη Lukoil, αναστολή πληρωμών από τη Βαγδάτη και ανοιχτή πρόσκληση σε αμερικανικές εταιρείες να αναλάβουν.
Η κρίση δεν προέκυψε τυχαία, αλλά είναι άμεσο αποτέλεσμα της χρήσης των δυτικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας ως πολιτικό εργαλείο για την αναδιάταξη της επιρροής στον ενεργειακό τομέα του Ιράκ. Από το 2022, οι κυρώσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ έχουν περιορίσει τη χρηματοδότηση, απαγορεύσει την προμήθεια τεχνικού εξοπλισμού και μπλοκάρει τις διεθνείς τραπεζικές συναλλαγές της Lukoil, παραλύοντας ουσιαστικά τη λειτουργία της.
Η Lukoil, αδυνατώντας πλέον να ανταποκριθεί στις συμβατικές της υποχρεώσεις, αναγκάστηκε να δηλώσει «ανωτέρα βία». Η Βαγδάτη αντέδρασε άμεσα, αναστέλλοντας όλες τις πληρωμές, μετατρέποντας το τεχνικό πρόβλημα σε διοικητική και οικονομική διαμάχη που κατευθύνεται από εξωτερικές πιέσεις.
Η Στρατηγική σημασία του West Qurna 2
Το West Qurna 2, ένα από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα στον κόσμο, παράγει περίπου μισό εκατομμύριο βαρέλια πετρελαίου ημερησίως (bpd), δηλαδή περίπου το 10% της συνολικής παραγωγής του Ιράκ. Ο έλεγχος αυτού του κοιτάσματος, το οποίο συνεισφέρει περίπου το 0,5% της παγκόσμιας παραγωγής, είναι ζωτικής σημασίας για τα εθνικά έσοδα του Ιράκ.
Η ισχυρή παρουσία της Lukoil από το 2009 λειτουργούσε ως αντίβαρο στην κυριαρχία των αμερικανικών και δυτικών εταιρειών, όπως η BP και η Shell, στον μεταπολεμικό ενεργειακό τομέα του Ιράκ. Η απομάκρυνση της Lukoil δεν αφορά απλώς τεχνικούς περιορισμούς, αλλά σηματοδοτεί την αποδυνάμωση του ρωσικού ερείσματος στη Μέση Ανατολή και την αναδιανομή της επιρροής υπέρ των ΗΠΑ.
Το σχέδιο των ΗΠΑ: Αντικατάσταση, όχι Ανταγωνισμός
Η πιθανή ανάληψη του ελέγχου από την ExxonMobil σηματοδοτεί την επιδίωξη της Ουάσινγκτον να διασφαλίσει την ενεργειακή της ηγεμονία σε μια περιοχή κεντρικής σημασίας για την παγκόσμια στρατηγική της. Η απώλεια της Lukoil, η οποία ήταν το σημαντικότερο ρωσικό ενεργειακό έργο στη Δυτική Ασία, είναι τόσο συμβολική όσο και υλική για τη Μόσχα. Ο πιθανός έλεγχος του κοιτάσματος από αμερικανικές εταιρείες παρέχει στις ΗΠΑ σχεδόν πλήρη μόχλευση για να επηρεάσουν τον ενεργειακό τομέα του Ιράκ.
Απολογισμός Κερδισμένων και Χαμένων:
Κερδισμένοι: Η Ουάσινγκτον και οι εταιρείες της, οι οποίες όχι μόνο εξασφαλίζουν την πρόσβαση σε σχεδόν μισό εκατομμύριο bpd, αλλά και ενισχύουν την επιρροή τους στα δημοσιονομικά του Ιράκ. Ο Πρωθυπουργός του Ιράκ, Μοχάμεντ Σία αλ-Σουντάνι, ήδη συζητά με την αμερικανική Chevron για το κοίτασμα Nasiriyah, μια κίνηση που θεωρείται συμπληρωματική στην είσοδο της ExxonMobil.
Χαμένοι: Η Ρωσία υφίσταται μια μνημειώδη απώλεια, εκχωρώντας το σημαντικότερο ενεργειακό της έρεισμα στο Ιράκ, κάτι που ακολουθεί ανάλογες οπισθοχωρήσεις στη Συρία. Η απώλεια αυτή στέλνει ένα προειδοποιητικό μήνυμα σε άλλες ρωσικές ενεργειακές εταιρείες που λειτουργούν σε «επίμαχα» περιβάλλοντα, καθώς το Ιράκ απομακρύνεται γρήγορα από τον ευρασιατικό ενεργειακό διάδρομο της Ρωσίας προς τη δυτική σφαίρα επιρροής.
Το Ιράκ: Ενώ το άμεσο όφελος είναι η σταθερότητα και η εισροή νέων επενδύσεων, το μακροπρόθεσμο κόστος μπορεί να είναι η εμβάθυνση της εξάρτησης από τις δυτικές εταιρείες και η μείωση της κυριαρχίας στις ενεργειακές αποφάσεις. Οι φωνές στο Ιράκ προειδοποιούν ότι η παράδοση του ελέγχου σε δυτικές εταιρείες υπονομεύει την εθνική κυριαρχία και επαναφέρει το μοντέλο της μετα-2003 εποχής, όπου οι πολυεθνικές υπαγόρευαν την πετρελαϊκή ατζέντα της χώρας.
Ενώ το Υπουργείο Πετρελαίου του Ιράκ επιμένει ότι οι κινήσεις υπαγορεύονται από την ανάγκη για αξιόπιστους εταίρους και τεχνική επάρκεια, οι επικριτές υποστηρίζουν ότι πρόκειται για πολιτική ευθυγράμμιση και όχι για επιχειρησιακή αναγκαιότητα. Η εξέλιξη αυτή, λοιπόν, σηματοδοτεί τη γρήγορη αναδιαμόρφωση του ενεργειακού χάρτη του Ιράκ υπό τη σκιά της αντιπαλότητας ΗΠΑ-Ρωσίας.