Μπορεί στο επίκεντρο της Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκή Ένωση να βρίσκονται τα δεσμευμένα ρωσικά κεφάλαια, ωστόσο στο παρασκήνιο –και πλέον και στο προσκήνιο– η Συμφωνία Mercosur εξελίσσεται σε έναν από τους πιο δυσεπίλυτους ευρωπαϊκούς «γρίφους».
Οι αγρότες κατέβηκαν μαζικά στους δρόμους των Βρυξελλών, αποκλείοντας με τρακτέρ τη Rue de la Loi, ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το κτίριο Europa, φτάνοντας μέχρι και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σε μια ημέρα έντασης και επεισοδίων.
Τι προβλέπει η συμφωνία Mercosur
Η πολυσυζητημένη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου, οι διαπραγματεύσεις της οποίας διαρκούν σχεδόν δύο δεκαετίες, αφορά την ΕΕ και το μπλοκ Mercosur της Νότιας Αμερικής, στο οποίο συμμετέχουν η Βραζιλία, η Αργεντινή, η Ουρουγουάη και η Παραγουάη. Η άρση των δασμών θα συνέδεε δύο τεράστιες αγορές: περίπου 450 εκατομμύρια καταναλωτές στην Ευρώπη και 270 εκατομμύρια στη Νότια Αμερική.
Η συμφωνία, που ολοκληρώθηκε πολιτικά στα τέλη του 2024 και αναμένει επικύρωση, ανοίγει τον δρόμο για αυξημένες ευρωπαϊκές εξαγωγές αυτοκινήτων, μηχανημάτων, κρασιών και αλκοολούχων ποτών προς τη Λατινική Αμερική. Σε αντάλλαγμα, διευκολύνεται η είσοδος αγροτικών προϊόντων από τη Mercosur στην ευρωπαϊκή αγορά, όπως βοδινό κρέας, ζάχαρη, ρύζι, μέλι και σόγια – μια ανταλλαγή που συνοψίζεται σκωπτικά στο «η Ευρώπη δίνει αυτοκίνητα και παίρνει κρέας».
Παράλληλα, η πράσινη και τεχνολογική μετάβαση ωθεί την ΕΕ να ενισχύσει τους δεσμούς της με μια περιοχή πλούσια σε κρίσιμα ορυκτά, όπως λίθιο, χαλκό, σίδηρο και κοβάλτιο.
Γιατί ξεσηκώνονται οι αγρότες
Οι Ευρωπαίοι αγρότες και κτηνοτρόφοι αντιδρούν έντονα, προειδοποιώντας ότι η συμφωνία θα κατακλύσει την αγορά με φθηνότερα –και, κατά την άποψή τους, χαμηλότερων προδιαγραφών– προϊόντα, πλήττοντας σοβαρά το εισόδημά τους. Αντίθετα, ο αγροδιατροφικός τομέας της Λατινικής Αμερικής αναμένεται να είναι από τους μεγάλους ωφελημένους.
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το 2024 οι χώρες της Mercosur εξήγαγαν γεωργικά και αγροδιατροφικά προϊόντα αξίας 23,3 δισ. δολαρίων προς την ΕΕ, προκαλώντας εμπορικό έλλειμμα άνω των 20 δισ. ευρώ για την Ευρώπη. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η πρόβλεψη για ποσοστώσεις έως 99.000 τόνους βοείου κρέατος ετησίως προς την ΕΕ, ποσότητα που αντιστοιχεί στο 1,6% της παραγωγής της Mercosur. Για ποσότητες πέραν αυτών, η Επιτροπή διαβεβαιώνει ότι θα συνεχίσουν να ισχύουν δασμοί άνω του 40%.
Οι Γάλλοι κτηνοτρόφοι βρίσκονται στην πρώτη γραμμή των αντιδράσεων, υποστηρίζοντας ότι οι παραγωγοί της Νότιας Αμερικής δεν δεσμεύονται από τα ίδια αυστηρά πρότυπα περιβάλλοντος και επισιτιστικής ασφάλειας με εκείνα της ΕΕ.
Προσπάθειες κατευνασμού και πολιτικές αντιπαραθέσεις
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επιχείρησε να καθησυχάσει τις ανησυχίες, συμφωνώντας σε μηχανισμό παρακολούθησης των εισαγωγών «ευαίσθητων» προϊόντων, όπως το βοδινό κρέας, τα πουλερικά και η ζάχαρη. Προβλέπεται μάλιστα επαναφορά δασμών αν διαπιστωθούν σοβαρές στρεβλώσεις στην αγορά, με τους ευρωβουλευτές να πιέζουν για αυστηρότερα όρια ενεργοποίησης των μέτρων.
Σε πολιτικό επίπεδο, η συμφωνία διχάζει τα κράτη-μέλη. Η Ισπανία και η Γερμανία τη στηρίζουν, βλέποντας ευκαιρίες για τις εξαγωγές τους και, στην περίπτωση του Βερολίνου, για στήριξη της αυτοκινητοβιομηχανίας. Αντίθετα, η Γαλλία παραμένει σφοδρά αντίθετη. Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ξεκαθάρισε ότι η συμφωνία «δεν μπορεί να υπογραφεί ως έχει», απαιτώντας ισχυρές ρήτρες προστασίας και αυστηρότερους ελέγχους.
Επιφυλάξεις εξέφρασε και η Ιταλία, με την πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι να προειδοποιεί κατά της πρόωρης επικύρωσης χωρίς σαφείς εγγυήσεις για τον αγροτικό τομέα.
Πίεση και από τη Λατινική Αμερική
Την ίδια στιγμή, πίεση ασκούν και οι χώρες της Mercosur. Ο πρόεδρος της Βραζιλίας Λούλα ντα Σίλβα κάλεσε τα κράτη-μέλη της ΕΕ να συναινέσουν άμεσα, προειδοποιώντας ότι αν η συμφωνία δεν προχωρήσει τώρα, η Βραζιλία δεν θα επιδιώξει νέες εμπορικές συμφωνίες όσο βρίσκεται ο ίδιος στην προεδρία.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επιδιώκει να εξασφαλίσει το «πράσινο φως» των Ευρωπαίων ηγετών, ώστε να μεταβεί στο Φοζ ντο Ιγκουασού και να υπογράψει τη συμφωνία. Ωστόσο, με τις αντιδράσεις να κορυφώνονται και τις πολιτικές ισορροπίες εύθραυστες, η Mercosur παραμένει –τουλάχιστον προς το παρόν– ένα ανοιχτό και εκρηκτικό κεφάλαιο για την Ευρώπη.