Με μια ασυνήθιστα δυναμική και εξωστρεφή στρατηγική, ο καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς επιχειρεί να επανατοποθετήσει τη Γερμανία στο κέντρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων, προβάλλοντας το Βερολίνο ως πυλώνα ηγεσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο ίδιος εμφανίζεται όχι μόνο ως υπερασπιστής της Ουκρανίας, αλλά –όπως υποστηρίζει– ως εγγυητής της ευρωπαϊκής ασφάλειας συνολικά, σε μια περίοδο κατά την οποία οι γεωπολιτικές ισορροπίες κλονίζονται.
Η στάση αυτή συνιστά σαφή ρήξη με τη μέχρι πρότινος γερμανική παράδοση εξωτερικής πολιτικής. Τόσο ο Όλαφ Σολτς όσο και η Άνγκελα Μέρκελ προτιμούσαν έναν πιο συγκρατημένο ρόλο, αποφεύγοντας να εμφανιστεί η Γερμανία ως αδιαμφισβήτητος ηγέτης εντός και εκτός ΕΕ. Η γερμανική πολιτική κουλτούρα είχε φτάσει μάλιστα να επινοήσει τον όρο «merkeln» για να περιγράψει τη συστηματική αναβολή δύσκολων αποφάσεων.
Ο Μερτς, αντίθετα, δείχνει αποφασισμένος να καλύψει το κενό ηγεσίας που έχει δημιουργηθεί στην Ευρώπη, ιδίως μετά την πολιτική αποδυνάμωση του Εμανουέλ Μακρόν. Έχει εξελιχθεί στον πιο ένθερμο υποστηρικτή της πρότασης για χορήγηση δανείου ύψους 210 δισ. ευρώ προς την Ουκρανία, με εγγύηση δεσμευμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία – μια πρωτοβουλία που προκαλεί έντονες συζητήσεις στο εσωτερικό της ΕΕ.
Στο πλαίσιο αυτό, πραγματοποίησε πρόσφατα κοινή επίσκεψη στον Βέλγο πρωθυπουργό Μπαρτ ντε Βέβερ μαζί με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, επιχειρώντας να κάμψει τις αντιρρήσεις των χωρών που εμφανίζονται επιφυλακτικές απέναντι στο σχέδιο.
Η νέα αυτή γερμανική κινητικότητα δεν είναι τυχαία. Αντανακλά την αυξανόμενη ανησυχία στην Ευρώπη για την αβεβαιότητα της πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών, ιδιαίτερα υπό τη σκιά της κυβέρνησης Τραμπ, ως προς τη συνέχιση της στρατιωτικής στήριξης προς την Ουκρανία, αλλά και για τη σταδιακή φθορά της διατλαντικής συνοχής.
Ο ίδιος ο Μερτς δεν κρύβει τις φιλοδοξίες του. «Η μοίρα της Ουκρανίας είναι η μοίρα ολόκληρης της Ευρώπης», δήλωσε πρόσφατα, δίπλα στον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, υπογραμμίζοντας ότι το ζήτημα των δεσμευμένων ρωσικών κεφαλαίων αποτελεί δοκιμασία για το κατά πόσο η Ευρώπη μπορεί να σταθεί ενωμένη και αυτάρκης.
Παράλληλα, το Βερολίνο έχει μετατραπεί σε κόμβο έντονης διπλωματικής δραστηριότητας, φιλοξενώντας Ουκρανούς, Αμερικανούς και Ευρωπαίους αξιωματούχους για συνομιλίες που αφορούν τόσο τη συνέχιση της στήριξης προς το Κίεβο όσο και τις προοπτικές μιας μελλοντικής ειρηνευτικής διευθέτησης.
Ωστόσο, η πιο επιθετική αυτή στρατηγική δεν στερείται ρίσκων. Παρότι αρκετοί Ευρωπαίοι ηγέτες βλέπουν θετικά την ανάληψη πρωτοβουλιών από τη Γερμανία, παραμένουν οι φόβοι ότι ο Μερτς ενδέχεται να υπερβεί τα όρια, προκαλώντας αντιδράσεις σε χώρες όπως το Βέλγιο ή η Ιταλία. Το αν η νέα γερμανική φιλοδοξία θα εδραιώσει την ευρωπαϊκή συνοχή ή θα ανοίξει νέες γραμμές τριβής, θα κριθεί στο επόμενο, ιδιαίτερα απαιτητικό, διάστημα.