Πώς οι ΗΠΑ «μύησαν» το Ιράν στην πυρηνική τεχνολογία

 
πυρηνικά ιράν

Ενημερώθηκε: 24/06/25 - 17:07

Η εντολή του Ντόναλντ Τραμπ για στρατιωτικό πλήγμα κατά του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν έρχεται στο τέλος μιας ιστορικής διαδρομής που ξεκίνησε πριν από δεκαετίες όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες, στο πλαίσιο του προγράμματος «Atoms for Peace» του Αϊζενχάουερ, παρείχαν στην Τεχεράνη τον πρώτο της πυρηνικό αντιδραστήρα.

Όπως αναφέρουν σε ανάλυσή τους οι New York Times, όταν ο Αμερικανός πρόεδρος έδωσε εντολή για στρατιωτικό πλήγμα στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, ουσιαστικά αντιμετώπιζε μια κρίση που οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν, άθελά τους, πυροδοτήσει δεκαετίες νωρίτερα, παρέχοντας στην Τεχεράνη τους «σπόρους» της πυρηνικής τεχνολογίας.

Στα βόρεια προάστια της Τεχεράνης βρίσκεται ένας μικρός πυρηνικός αντιδραστήρας, που χρησιμοποιείται για ειρηνικούς επιστημονικούς σκοπούς και μέχρι στιγμής δεν έχει αποτελέσει στόχο της εκστρατείας του Ισραήλ για την εξάλειψη της δυνατότητας του Ιράν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα.

Η πραγματική σημασία του Ερευνητικού Πυρηνικού Αντιδραστήρα της Τεχεράνης είναι συμβολική: μεταφέρθηκε στο Ιράν από τις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1960, στο πλαίσιο του προγράμματος «Atoms for Peace» του προέδρου Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, στο πλαίσιο του οποίου οι ΗΠΑ μοιράζονταν πυρηνική τεχνολογία με συμμάχους τους που επιθυμούσαν να εκσυγχρονίσουν τις οικονομίες τους και να προσεγγίσουν την Ουάσινγκτον σε έναν κόσμο διχασμένο τότε λόγω του Ψυχρού Πολέμου.

Σήμερα, ο αντιδραστήρας αυτός δεν συμβάλλει στην προσπάθεια εμπλουτισμό ουρανίου του Ιράν, δηλαδή στη δύσκολη διαδικασία καθαρισμού της πρώτης ύλης των πυρηνικών όπλων σε μορφή ικανή να συντηρήσει μια μαζική αλυσιδωτή αντίδραση. Λειτουργεί με πυρηνικά καύσιμα που είναι υπερβολικά αδύναμα για να χρησιμοποιηθούν σε βόμβα. Σύμφωνα με ειδικούς, αρκετές άλλες χώρες –μεταξύ αυτών και το Πακιστάν– φέρουν τουλάχιστον ανάλογη ευθύνη με τις ΗΠΑ για την πορεία του Ιράν προς την απόκτηση πυρηνικής ικανότητας.

Ωστόσο, ο αντιδραστήρας της Τεχεράνης αποτελεί επίσης ένα μνημείο για τον τρόπο με τον οποίο η Αμερική μύησε το Ιράν, τότε υπό τη διακυβέρνηση ενός κοσμικού, φιλοδυτικού μονάρχη, στην πυρηνική τεχνολογία.

Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν μετατράπηκε γρήγορα σε αντικείμενο εθνικής υπερηφάνειας - αρχικά ως μοχλός οικονομικής ανάπτυξης και αργότερα, προς απογοήτευση της Δύσης, ως μια δυνητική πηγή απόλυτης στρατιωτικής ισχύος.

«Εμείς δώσαμε στο Ιράν το αρχικό του πακέτο», δήλωσε ο Ρόμπερτ Άινχορν, πρώην αξιωματούχος ελέγχου εξοπλισμών, ο οποίος είχε συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις των ΗΠΑ με το Ιράν για τον περιορισμό του πυρηνικού του προγράμματος.

«Δεν ανησυχούσαμε ιδιαίτερα για τη διάδοση των πυρηνικών εκείνη την εποχή, οπότε ήμασταν αρκετά… γενναιόδωροι στη μεταφορά πυρηνικής τεχνολογίας», δήλωσε ο κ. Άινχορν, ο οποίος σήμερα είναι ανώτερος ερευνητής στο Brookings Institution. «Εμείς βάλαμε πολλές χώρες στο παιχνίδι της πυρηνικής ενέργειας».

Η αρχή του «Atoms for Peace»

Το πρόγραμμα «Atoms for Peace» γεννήθηκε από μια ομιλία που εκφώνησε ο Πρόεδρος Αϊζενχάουερ στα Ηνωμένα Έθνη τον Δεκέμβριο του 1953, στην οποία προειδοποίησε για τους κινδύνους μιας πυρηνικής κούρσας εξοπλισμών με τη Σοβιετική Ένωση και δεσμεύτηκε να ηγηθεί της παγκόσμιας κοινότητας «έξω από αυτόν τον σκοτεινό θάλαμο φρίκης και προς το φως».

Ο Αϊζενχάουερ εξήγησε ότι ο κόσμος όφειλε να κατανοήσει καλύτερα αυτήν την καταστροφική τεχνολογία και ότι τα μυστικά της έπρεπε να διαμοιραστούν και να αξιοποιηθούν δημιουργικά. «Δεν αρκεί απλώς να αφαιρέσουμε αυτό το όπλο από τα χέρια των στρατιωτών», είπε. «Πρέπει να το τοποθετήσουμε στα χέρια εκείνων που ξέρουν πώς να αφαιρέσουν τη στρατιωτική του επένδυση και να το προσαρμόσουν στις τέχνες της ειρήνης».

Η κίνηση αυτή δεν ήταν μόνο αλτρουιστική. Πολλοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ο Αϊζενχάουερ χρησιμοποιούσε το πρόγραμμα ως κάλυψη για τη συνεχιζόμενη πυρηνική στρατιωτική ανάπτυξη των Ηνωμένων Πολιτειών. Παράλληλα, επηρεάστηκε από επιστήμονες — μεταξύ των οποίων και ο Τζ. Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, που είχε συμβάλει στην ανάπτυξη της ατομικής βόμβας που κατέστρεψε τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι λιγότερο από μια δεκαετία νωρίτερα.

Η κυβέρνηση Αϊζενχάουερ έβλεπε επίσης το πρόγραμμα ως έναν τρόπο να αποκτήσει επιρροή σε κρίσιμα σημεία της παγκόσμιας σκακιέρας του Ψυχρού Πολέμου. Σε αυτά περιλαμβάνονταν το Ισραήλ, το Πακιστάν και το Ιράν, τα οποία έλαβαν πυρηνικές πληροφορίες, εκπαίδευση και εξοπλισμό για ειρηνικούς σκοπούς, όπως η επιστήμη, η ιατρική και η ενέργεια.

Το Ιράν που έλαβε έναν αμερικανικό ερευνητικό αντιδραστήρα το 1967 ήταν πολύ διαφορετικό από τη χώρα που κυβερνούν σήμερα οι κληρικοί και οι στρατηγοί. Τότε ηγέτης του ήταν ο μονάρχης, ή σάχης, Μοχαμάντ Ρεζά Παχλαβί, ένας αριστοκράτης μορφωμένος στην Ελβετία, ο οποίος είχε τοποθετηθεί στην εξουσία με πραξικόπημα το 1953, με τη στήριξη της CIA, γεγονός που παραμένει πηγή βαθιάς δυσαρέσκειας για πολλούς Ιρανούς.

Ο Παχλαβί ήταν αποφασισμένος να εκσυγχρονίσει το έθνος του και να το καταστήσει παγκόσμια δύναμη, με την υποστήριξη των ΗΠΑ. Εκκοσμίκευσε την ιρανική κοινωνία, προώθησε τη δυτική εκπαίδευση, ενώ ταυτόχρονα κατέστειλε σκληρά την πολιτική αντιπολίτευση.

Απαγόρευσε το γυναικείο πέπλο και προώθησε τη σύγχρονη τέχνη — ο Άντι Γουόρχολ είχε ζωγραφίσει το πορτρέτο του, ενώ επένδυσε σε προγράμματα κατά του αναλφαβητισμού και σε υποδομές.

Με αφετηρία το πρόγραμμα «Atoms for Peace», ο Παχλαβί διέθεσε δισεκατομμύρια δολάρια στον σχεδιασμό ενός πυρηνικού προγράμματος, το οποίο θεωρούσε εγγύηση για την ενεργειακή ανεξαρτησία του Ιράν -παρά τη μεγάλη παραγωγή πετρελαίου- και πηγή εθνικής υπερηφάνειας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες καλωσόριζαν νεαρούς Ιρανούς επιστήμονες σε ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα πυρηνικής τεχνολογίας στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (MIT).

Καθώς επέκτεινε το πυρηνικό του πρόγραμμα τη δεκαετία του 1970, το Ιράν συνήψε συμφωνίες με τους Ευρωπαίους συμμάχους του. Κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο Παρίσι το 1974, ο Παχλαβί τιμήθηκε με επισημότητα στις Βερσαλλίες, πριν υπογράψει μια συμφωνία δισεκατομμυρίων δολαρίων για την αγορά πέντε πυρηνικών αντιδραστήρων ισχύος 1.000 μεγαβάτ από τη Γαλλία.

Η μεταστροφή του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος 

Αρχικά, ο σάχης προβαλλόταν ως πρότυπο για την ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας. Ωστόσο, παρότι οι ΗΠΑ είχαν πείσει το Ιράν να υπογράψει τη Συνθήκη για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων το 1968, με την οποία η χώρα αποδεχόταν διεθνείς επιθεωρήσεις και δεσμεύτηκε να μην αποκτήσει πυρηνικά όπλα, οι υποψίες για τις προθέσεις του Παχλαβί ενισχύονταν στην Ουάσινγκτον. Ένα άρθρο των New York Times το 1974 επισήμαινε ότι η συμφωνία του Ιράν με τη Γαλλία για την απόκτηση αντιδραστήρων «δεν έκανε καμία δημόσια αναφορά σε ασφαλιστικές δικλίδες κατά της χρήσης των αντιδραστήρων ως βάση για την κατασκευή πυρηνικών όπλων».

Σύντομα, ο σάχης άρχισε να μιλά για το «δικαίωμα» του Ιράν να παράγει πυρηνικά καύσιμα στο εσωτερικό της χώρας, μια δυνατότητα που μπορεί επίσης να αξιοποιηθεί για την ανάπτυξη πυρηνικών όπλων. Κατήγγειλε τις συζητήσεις περί εξωτερικών περιορισμών στην ιρανική πυρηνική δραστηριότητα ως παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας — επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα από την ηγεσία του Ιράν.

Καθώς η Ουάσινγκτον εξέφραζε αυξανόμενες ανησυχίες, ο Παχλαβί στράφηκε σε ένα ευρύτερο φάσμα χωρών για πυρηνική βοήθεια: η Γερμανία ανέλαβε την κατασκευή περισσότερων αντιδραστήρων, ενώ η Νότια Αφρική θα προμήθευε πρώτη ύλη ουρανίου, γνωστή και ως «yellowcake».

Το 1978, η κυβέρνηση Κάρτερ εκφράζοντας σοβαρές ανησυχίες απαίτησε την τροποποίηση ενός ιρανικού συμβολαίου για την αγορά οκτώ αμερικανικών πυρηνικών αντιδραστήρων. Η νέα εκδοχή της συμφωνίας απαγόρευε στο Ιράν να επεξεργάζεται εκ νέου οποιοδήποτε πυρηνικό καύσιμο είχε προμηθευτεί από τις ΗΠΑ χωρίς προηγούμενη άδεια, ώστε να αποτραπεί η μετατροπή του σε μορφή κατάλληλη για πυρηνικά όπλα.

Οι αμερικανικοί αντιδραστήρες δεν παραδόθηκαν ποτέ. Το 1979, η Ισλαμική Επανάσταση,  υποκινούμενη εν μέρει από το μίσος προς την Αμερική και τη στήριξή της στον σάχη, ανέτρεψε τον Παχλαβί.

Για ένα διάστημα, το πρόβλημα των πυρηνικών φιλοδοξιών του Ιράν φάνηκε να έχει λυθεί από μόνο του. Οι νέοι θρησκευτικοί ηγέτες του Ιράν, με επικεφαλής τον Αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί, αρχικά έδειξαν ελάχιστο ενδιαφέρον να συνεχίσουν ένα δαπανηρό πρόγραμμα που συνδεόταν με τον σάχη και τις δυτικές δυνάμεις.

Όμως, μετά από τον σκληρό οκταετή πόλεμο με το Ιράκ τη δεκαετία του 1980, ο Αγιατολάχ Χομεϊνί επανεξέτασε την αξία της πυρηνικής τεχνολογίας. Αυτήν τη φορά, το Ιράν στράφηκε προς την Ανατολή, στο Πακιστάν, άλλη μία χώρα που είχε επωφεληθεί από το πρόγραμμα «Atoms for Peace» και τότε βρισκόταν μια δεκαετία μακριά από τη δοκιμή πυρηνικής βόμβας. Ο Πακιστανός επιστήμονας και διακινητής πυρηνικών εξοπλισμών στο μαύρο εμπόριο, Αμπντούλ Κααντίρ Χαν, πούλησε στο Ιράν φυγοκεντρητές για τον εμπλουτισμό ουρανίου σε επίπεδα καθαρότητας κατάλληλα για την κατασκευή πυρηνικών όπλων.

Η απόκτηση φυγοκεντρητών από το Ιράν ήταν ο πραγματικός λόγος που το πυρηνικό του πρόγραμμα εξελίχθηκε σε παγκόσμια κρίση, δήλωσε ο Γκάρι Σαμόρ, κορυφαίος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου για τα πυρηνικά στις κυβερνήσεις Κλίντον και Ομπάμα.

«Το πρόγραμμα εμπλουτισμού του Ιράν δεν είναι αποτέλεσμα της αμερικανικής βοήθειας», δήλωσε ο Σαμόρ. «Οι Ιρανοί προμηθεύτηκαν την τεχνολογία φυγοκέντρησης από το Πακιστάν και έχουν αναπτύξει τους φυγοκεντρητές τους με βάση αυτήν την πακιστανική τεχνολογία, η οποία με τη σειρά της βασίστηκε σε ευρωπαϊκά σχέδια».

Ωστόσο, οι φυγοκεντρητές τέθηκαν σε λειτουργία από ένα ιρανικό πυρηνικό οικοδόμημα που είχε δημιουργηθεί δεκαετίες νωρίτερα με τη βοήθεια των Ηνωμένων Πολιτειών.

Για χρόνια, το Ιράν προωθούσε κρυφά το πυρηνικό του πρόγραμμα, κατασκευάζοντας περισσότερους φυγοκεντρητές και εμπλουτίζοντας ουράνιο που θα μπορούσε κάποτε να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή βόμβας. Όταν οι μυστικές πυρηνικές εγκαταστάσεις του αποκαλύφθηκαν το 2002, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους απαίτησαν από το Ιράν να σταματήσει τον εμπλουτισμό και να αποκαλύψει πλήρως τις πυρηνικές του δραστηριότητες.

Ύστερα από περισσότερα από 20 χρόνια διπλωματίας και πλέον αεροπορικών επιδρομών από το Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες, η αντιπαράθεση παραμένει άλυτη. Παρά τους αρχικούς ισχυρισμούς του Ντόναλντ Τραμπ ότι ο βομβαρδισμός του Σαββάτου «κατέστρεψε ολοκληρωτικά» τρεις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις, τμήματα αυτών παραμένουν ανέπαφα.

Πηγή: skai.gr

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ GOOGLE NEWS ΚΑΝΟΝΤΑΣ ΚΛΙΚ ΕΔΩ